Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Η Κέλι καθότανε στην αγαπημένη της πολυθρόνα διαβάζοντας το αγαπημένο της βιβλίο, έπρεπε με κάθε τρόπο να ξεχάσει την άσχημη μέρα που πέρασε, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι είχαν σκοτώσει τον συνάδελφό της, αύριο ήταν η κηδεία του και έπρεπε να είναι δυνατή.


Σαν ντετέκτιβ που ήταν έπρεπε να συναρμολογήσει το παζλ της δολοφονίας του Έρικ και των άλλων δύο ανθρώπων, όμως πρώτα ήθελε να καθαρίσει το μυαλό της.


Στη ησυχία του δωματίου ξαφνικά άκουσε το κουδούνι να χτυπάει...:


''Ποιος να είναι δώδεκα η ώρα το βράδυ;...''


''Κέλι, η Τζιλ είμαι, ανοιξέ μου''


''Τώρα έρχομαι''


''Μόλις γύρισα σπίτι και το έμαθα, πως είσαι, χτύπησες;''


'' Όχι, εγώ καθόλου, αλλά ο Έρικ...''


'' Άκουσα ότι τον πήγαν στο νοσοκομείο βαριά τραυματισμένο, είναι καλά;''


''Δυστυχώς, τον χάσαμε μέσα στο χειρουργείο''


'' Αχ! Λυπάμαι πολύ την Τζέμα και τα παιδιά, τι θα κάνουν τώρα, τα παιδιά το έμαθαν;''


''Δεν γινόταν διαφορετικά, τώρα όλοι είναι στο σπίτι, εγώ έφυγα πρίν από λίγο''

''Εσύ νιώθεις καλά;''

''Τζιλ, σε παρακαλώ, αν θέλεις κάτσε μαζί μου να μου κάνεις παρέα, αλλά δεν είμαι ακόμα έτοιμη να μιλήσω για αυτο, ίσως αύριο''

''Εντάξει, όπως θέλεις εσύ, λοιπόν τι θα κάνουμε για να περάσει το βράδυ;''
Ήξερε ότι όταν έλεγε η Κέλι πως δεν θέλει να μιλήσει έπρεπε να το βουλώσει, αυτό γινότανε από τότε που ήταν μωρα-παιδιά, μόλις την έβλεπε μέσα στα νεύρα ή όταν έδειχνε ότι ήταν χαμένη στιν κόσμο της έμενε αμίλητη και περίμενε πότε θα σκάσει η βόμβα, είτε θα έπερνε μία ώρα είτε ένα μήνα...
Κάθισαν μπροστά στην τηλεόραση και έβλεπαν ένα τηλεπαιχνίδι με ερωτήσεις.

''Να σου κάνω μία ερώτηση;'' είπε η Τζιλ

''Λέγε...''

'' Αν λέω αν μου έκανε πρόταση ο Ρότζερ θα γινόσουν κουμπάρα μας;''

''Γιατί σου έκανε πρόταση;''

'' Όχι, όχι ακόμα, αλλά το Σάββατο έχει κλείσει τραπέζι στου Ceasar's και ... φαντάζομαι...''

'' Εντάξει, αν σου κάνει πρόταση ναι, αλλά περίμενε μέχρι το Σάββατο και μετά πες το μου γιατί είσαι και λίγο φαντασμένη''

''Αντε στο καλό ρε, με κοροϊδεύεις και από πάνω, λέω να φύγω πήγε τρείς και πρέπει να κοιμηθούμε και λίγο, τι ώρα είναι η κηδεία αυρίο το πρωί;''

''Στις εντεκάμιση, αλλά εγώ θα πάω κάτα τις εννιά στο τμήμα και μετά στο σπίτι του Έρικ, άρα θα τα πούμε στο νεκροταφείο.''

'' Εντάξει ζουζούνα μου, θα τα πούμε το πρωί, σε φιλώ γλυκά, καληνύχτα ή μάλλον καλημέρα.''

Η Κέλι έμεινε πάλι μόνη της να χαζεύει τον δρόμο και οι σκέψεις της ταξίδευαν στον Έρικ, πως τον γνώρισε και πως τον έχασε έτσι ξαφνικά, τον καλύτερο της φίλο, τον αδερφό της...
με αυτές τις σκέψεις ήρθε και την πήρε ο Μορφέας και την βύθισε σε έναν κόσμο ονείρων που δεν θα είχαν εύκολο γυρισμό...

2 σχόλια:

Σουζάνα Xατζηνικολάου είπε...

Καλησπέρα! Καλορίζικο το καινούριο blog!! Μ΄ αρέσει που είναι ροζ!

Για να δούμε τί έγινε... μου άναψες την περιέργεια! Τα αστυνομικά πάντα με κεντρίζουν.

Φιλάκια! :)

Ανώνυμος είπε...

Καλό ε;Ποιός να τον έφαγε άραγε;
Καλή μας ανάγνωση!
Μαρία Ρέθυμνο