Παρασκευή 24 Ιουλίου 2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16

Το φως που έμπαινε από το παραθυράκι της καμπίνας τους έφερε ένα γλυκό ξύπνημα, η Κέλι σηκώθηκε και πήγε να κοιτάξει την θάλασσα, χαμογέλασε και ετοιμάστηκε ώστε να πάνε για πρωινό, ο Νικ ήταν τόσο χαρούμενος που έτρεχε συνέχεια από εδώ και από εκεί
''Νικ, θα ντυθείς επιτέλους;''
''Να το σκεφτώ λίγο...; Δεν θέλω''
''Μην κάνεις σαν μωρό και ετοιμάσου να πάμε να φάμε. Πεινάω σαν λύκος''
''Και εγώ, αλλά όχι για πρωινό''
''Συμβιβάσου τώρα με αυτό και μετά βλέπουμε''
''Άρχισες από τώρα να μου λες να συμβιβαστώ; Δηλαδή σε δέκα χρόνια τι θα κάνεις;''
''Θα σε δέρνω. Άντε!''
''Καλά, καλά γκρινιάρα''
καθώς προχωρούσαν στον διάδρομο η Κέλι είδε το ίδιο άτομο με χθες που τις φάνηκε γνωστό και κατά έναν περίεργο τρόπο στο φως της ημέρας φαινόταν πιο σίγουρο, δεν μπορούσε όμως να θυμηθεί...
''Κέλι, έχεις κάτι;''
''Όχι, αλλά αυτός ο τύπος από χθες μου προξενεί κάτι, τέλος πάντων δεν θα χαλάσω τις διακοπές μας, πάμε στην τραπεζαρία''
μόλις μπήκαν είδαν τον Μπεν και την Συλβή, τους φώναξαν αμέσως
''Καλημέρα παιδιά, πως κοιμηθήκατε;''
''Καλημέρα, αδερφούλη μου νομίζω ότι ήταν ο καλύτερος ύπνος που έκανα εδώ και χρόνια''
''Συμφωνώ και εγώ με την Κέλι, ήταν πολύ καλός ύπνος''
''Εσείς; Πως το περάσατε το βράδυ;''
''Καλά, εμένα Κέλι μου με πείραξε λίγο το κούνημα αλλά το ξεπέρασα''
''Σε ενοχλούν τα καράβια;''
''Για να λέμε την αλήθεια, όχι πάντα, εξαρτάται σε τι διάθεση με βρίσκει''
''Αυτό πρώτη φορά το ακούω''
''Τι να κάνουμε Κέλι μου, συμβαίνουν αυτά''
''Εντάξει κορίτσι μου, μην βαράς, δεν είπα κάτι κακό''
''Οκ κορίτσια, μην ανεβαίνουν τα ντεσιμπέλ για διακοπές είμαστε''
''Αγάπη μου, θα φωνάξεις τον σερβιτόρο;''
''Παρακαλώ, κύριε μπορούμε να παραγγείλουμε;''
''Βεβαίως και συγγνώμη για την καθυστέρηση. Τι θα πάρετε;''
''Δύο καφέδες σκέτους, αυγά βραστά, τοστ, ψωμί βούτυρο και μαρμελάδα''
''Ευχαριστώ κύριοι, έρχονται σε λίγο''
''Θα τα φάτε όλα αυτά;''
''Συλβή μου θα σου πω ένα πράγμα, λόγω της δουλειάς μας πρέπει να τρώμε καλό πρωινό γιατί δεν είσαι σίγουρος εάν θα δεις ξανά φαγητό όλη την ημέρα, είναι μια συνήθεια''
''Ναι, αλλά τώρα δεν σας κυνηγάει κανένας''
''Δεν είπαμε αυτό, απλά το μεσημέρι μπορεί να είμαστε στην πισίνα και δεν κάνει να κολυμπάς φαγωμένος. Κατάλαβες;''
''Εντάξει, εσείς ξέρετε''
''Μόνο θα μας συγχωρήσετε με τον αδερφό μου μόλις τελειώσουμε έχουμε να πούμε κάποια πράγματα''
''Εννοείτε, υποσχέσου μου όμως ότι δεν θα μου τον κρατήσεις ώρα μακριά μου γιατί δεν αντέχω'' είπε η Συλβή και τον αγκάλιασε με νόημα, πίστευε ότι η Κέλι είχε καταλάβει τον ρόλο που έπαιζε και θα γινόταν άσχημος μπελάς στο σχέδιο της.
''Μπεν, πηγαίνουμε; Νικ, εάν θέλεις κράτα παρέα στην Συλβή''
''Με μεγάλη μου χαρά, θέλεις να πάμε για μπάνιο και να έρθουν να μας βρουν τα παιδιά μόλις τελειώσουν;''
''Νικ, είσαι πολύ καλός'' πήγε κοντά του και τον έπιασε αγκαζέ συνεχίζοντας όμως να κοιτάει με νόημα την Κέλι
''Μπεν, πηγαίνουμε;''
''Ναι, σε ακολουθώ''
βγήκαν στο κατάστρωμα, περπάτησαν λίγο αλλά ο Μπεν δεν έλεγε να ξεκινήσει
''Λοιπόν αδερφούλη, θα μου πεις τι έχεις;''
''Κέλι, είναι λίγο δύσκολο αυτό που έχω να σου πω''
''Ότι και να είναι, θα το αντέξω''
''Μέσα στην εταιρία υπάρχουν κάποια άτομα τα οποία συνεργάζονται με μυστικές υπηρεσίες...''
''Ναι κάτι ξέρω''
''Ωραία, ένα από αυτά τα άτομα είμαι και εγώ, το θέμα όμως είναι ότι ανακαλύψαμε με έναν συνάδελφο έναν κώδικα που θα βοηθούσε σε πολλά πράγματα, όπως ηλεκτρονικό έγκλημα και κάποια άλλα. Τα αφεντικά ενθουσιάστηκαν πολύ και μας ζήτησαν να το αναπτύξουμε''
''Και...''
''Μόλις αρχίσαμε, παρατηρήσαμε ότι είχαμε πολλούς σπασμένους κώδικες, κάποιος από μια αντίπαλη εταιρία ήξερε και προσπαθούσε να μας κλέψει το πρόγραμμα και εκεί ξεκίνησε η όλη ιστορία, ο συνάδελφός μου κατά έναν περίεργο τρόπο σκοτώθηκε και τώρα κυνηγάνε εμένα, γι' αυτό ζήτησα να φύγω, υποψιάζομαι όμως ότι η Συλβή δεν είναι αυτή που φαίνεται, εμφανίστηκε από το πουθενά και από τότε με ακολουθεί όπου και να πάω. Πιστεύω ότι περιμένει να κάνω κάποια κίνηση για να πάρει τα στοιχεία που θέλει και να με σκοτώσει. Δεν ξέρω τι να κάνω, τα αφεντικά μου είπαν να την πάρω μαζί μου για να μην υποψιαστεί κανείς κάτι μέχρι να βρουν την λύση. Άρχισα όμως να φοβάμαι για την ζωή μου''
''Τα κατάφερες βλέπω πάλι. Γιατί δεν μου είπες κάτι πιο νωρίς;''
''Σου είπα, δεν ήξερα τι να κάνω. Τώρα όμως που σε είδα σκέφτηκα ότι ήταν καλό σημάδι και ότι θα μπορούσες να με βοηθήσεις''
''Αυτή τη στιγμή δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω κάτι, θα το συζητήσω με τον Νικ, είναι καλύτερος σε αυτά και θα σου πω, ίσως κάνουμε κάποια τηλέφωνα''
''Σε ευχαριστώ αδελφούλα, θα ήμουν με δεμένα χέρια χωρίς εσένα. Τον Νικ όμως, μπορούμε να του έχουμε εμπιστοσύνη;''
''Πες ότι ο Νικ είμαι εγώ''
''Εντάξει, πάμε τώρα γιατί τους αφήσαμε πολλή ώρα μόνους και δεν θέλω να υποψιαστεί τίποτα''
''Πρόσεχε όμως γιατί από την αρχή δεν μου γέμισε το μάτι''
Τους βρήκαν στην πισίνα να πλατσουρίζουν στο νερό, η Κέλι έβγαλε το φουστάνι της και βούτηξε κοντά στον Νικ
''Τι έγινε κορίτσι μου; Αργήσατε πολύ''
''Θα σου πω μετά, μου φαίνεται ότι θα έχουμε μεγάλο πρόβλημα''
''Γιατί;''
''Σταμάτα μην μας καταλάβει η Συλβή, θα σου πω''
''Τι λέτε εσείς εδώ;''
''Τίποτα, απλά του δείχνω πόσο μου έλειψε''
''Μου τον έκλεψες πάντως αρκετή ώρα''
''Συλβή μου, όταν τα αδέρφια έχουν να ιδωθούν καιρό λογικό είναι αυτό''
''Εντάξει για αυτή την φορά σας συγχωρώ, αλλά δεν θέλω να ξαναγίνει, δεν αντέχω μακριά του''
''Θα το προσπαθήσω γλυκιά μου''
''Κέλι, πάμε να παραγγείλουμε έναν καφέ και να κάνουμε ηλιοθεραπεία;''
''Ναι, φύγαμε''
καθώς έβγαιναν και πήγαιναν στο μπαρ η Συλβή είχε πάρει ένα ύφος τόσης κακίας που εάν γυρνούσαν και την έβλεπαν θα σοκάρονταν και οι δύο, πήραν τον καφέ τους και γύρισαν στις ξαπλώστρες
''Θα μου πεις τώρα τι έγινε;''
''Νικ, κάνε υπομονή μέχρι να πάμε στο δωμάτιο, δεν θέλω να την έχω στα πόδια μου για να μιλήσουμε ήσυχα''
''Εντάξει, τελικά οι διακοπές μας δεν θα είναι και τόσο ευχάριστες''
''Θα δείξει...''
''Ωραίο καφέ κάνουν πάντως''
''Ναι, είναι τέλειος''
''Τι θα κάνουμε μετά;''
''Θα δούμε, ας διασκεδάσουμε όσο μπορούμε τώρα''
ήρθαν και οι άλλοι
''Τι έγινε παιδιά; Μεσημέριασε, θα πάμε για φαγητό;''
''Αυτή τη στιγμή δεν πεινάω ιδιαίτερα, εσύ Νικ;''
''΄Οχι, λέμε να πάμε στο δωμάτιο γιατί αρκετά καήκαμε και για συνέχεια θα δούμε''
''Εντάξει, εμείς πάμε να αλλάξουμε και να γυρίσουμε να φάμε''
''Θα τα πούμε το απόγευμα ή το βράδυ''
''Οκ, τα λέμε''
μόλις μπήκαν στο δωμάτιο ο Νικ έσκασε
''Θα μου πεις επιτέλους;''
''Λοιπόν, ο αδερφός μου με έναν συνάδελφο δούλευαν πάνω σε ένα πρόγραμμα το οποίο θα βοηθούσε τις μυστικές υπηρεσίες σε διαλευκάνσεις υποθέσεων, όμως με κάποιο τρόπο διέρρευσε και άρχισαν να σπάνε κωδικοί του συστήματος, στο μεταξύ ο συνάδελφος του Μπεν σκοτώθηκε και τώρα κυνηγάνε αυτόν, τα αφεντικά του τον έστειλαν εδώ μήπως και γλυτώσει, το πρόβλημά μας είναι άλλο, η Συλβή''
''Τι έχει;''
''Ο Μπεν υποψιάζεται πως την έχουν στείλει οι αντίπαλοι που θέλουν το πρόγραμμα, εμφανίστηκε από το πουθενά και δεν τον αφήνει σε ησυχία''
''Μάλιστα, πρέπει να δράσουμε δηλαδή και γρήγορα''
''Ακριβώς''
''Θα κάνω κάποια τηλέφωνα για να δω αν γνωρίζουν κάτι στα κεντρικά''
''Εγώ θα πάρω στο τμήμα να τους ειδοποιήσω ότι θα τους στείλω μια φωτογραφία της, για να κοιτάξουν αν έχει μητρώο''
''Έχεις φωτογραφία της''
''Την πήρα από το κινητό του Μπεν''
''Άντε να δούμε εάν θα κάνουμε διακοπές''
''Νικ, είναι ο αδερφός μου...''
''Το ξέρω αγάπη μου και θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου για να βοηθήσω''
έβαλαν και οι δύο μπροστά προσπαθώντας να μάθουν κάτι, όταν τελείωσαν είχε πάει γύρω στις εφτά το απόγευμα, δεν κατάφεραν να μάθουν πολλά σήμερα όμως τους ειδοποίησαν ότι αύριο θα ήξεραν τα πάντα, μόνο η Κέλι έμαθε ότι η Συλβή είχε μητρώο και καθόλου μικρό...
Πήγαν ξανά στην πισίνα και έκαναν ακόμα ένα μπάνιο για να δροσιστούν λίγο, η ζέστη είχε αρχίσει να πέφτει, γύρισαν στο δωμάτιο άλλαξαν και πήγανε για βραδινό.
Είχαν συνεννοηθεί ότι σε κάποια φάση θα έπαιρνε ο Νικ τον Μπεν να συζητήσουν κάτι και έτσι έγινε, όταν του δόθηκε η ευκαιρία τον τράβηξε λίγο παραπέρα και του είπε τι είχαν μάθει μέχρι τώρα. Ο Μπεν έμεινε με το στόμα ανοιχτό όμως δεν το έδειξε γιατί είχε καταλάβει ότι η Συλβλή τους παρακολουθούσε. Συνήλθε λίγο και γύρισαν, η μέρα είχε περάσει τόσο γρήγορα που δεν το πρόσεξαν
''Λοιπόν παιδιά, σας ευχαριστούμε για την παρέα, αύριο φτάνουμε στον πρώτο προορισμό μας και πρέπει να το γλεντήσουμε''
''Σίγουρα Συλβή μου, θα το γλεντήσουμε...''
''Θέλεις να πεις κάτι Κέλι;''
''Όχι καλή μου, συμφωνώ μαζί σου''
''Εντάξει, όπως θέλεις. Καληνύχτα''
''Καληνύχτα''
''Νικ, δεν μου αρέσει καθόλου η όλη υπόθεση''
''Μην αγχώνεσαι, μπορεί και να μην είναι τίποτα, θα δούμε αύριο''
''Θα περιμένω''
''Τώρα έλα σαν καλό κορίτσι να σε βάλω για ύπνο''
''Νικ, αυτό το μυαλό σου...''
''Ε, όχι και το μυαλό μου''
''Πρόστυχε''
''Τι έτσι θα με αφήσεις πάλι;''
''Θα το σκεφτώ...''
''Δεν θα προλάβεις...'' της είπε και έπεσε πάνω της με όση λαχτάρα είχε.
Για ακόμη μια φορά το ξημέρωμα τους βρήκε άγρυπνους και αγκαλιασμένους.
Όσα προβλήματα τους περίμεναν ήθελαν να τα αφήσουν, αυτά όμως δεν ήθελαν...