tag:blogger.com,1999:blog-31698050790316715972024-02-20T13:57:03.831+02:00''ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ ΚΕΛΙ ΜΠΙΣΟΠ''Ένα μυθιστόρημα για την ζωή της πρωταγωνίστριάς μας Κέλι Μπίσοπ, αστυνομική ντετέκτιβ σε ένα τμήμα της Καλιφόρνια...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.comBlogger19125tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-44620399096026334832009-12-15T10:27:00.003+02:002009-12-15T14:17:59.752+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17Η Κέλι περίμενε με ανυπομονησία το τηλεφώνημα, είχε φτάσει δέκα το πρωί και είχε μάθει τίποτα, έλεγε συνέχεια από μέσα της ότι θα τους πνίξει όλους, το θέμα ήταν σοβαρό και δεν έκαναν κάτι, δεν ήθελε να πάει για πρωινό αν δεν μάθαινε, μόλις ο Νικ ήρθε από την βόλτα του σαν να είχε συνεννοηθεί με τα γραφεία, χτύπησε το τηλέφωνο<br />''Μπίσοπ''<br />''Έλα Κέλι, ο Χάρυ είμαι''<br />''Επιτέλους, τι στο καλό κάνετε;''<br />''Δύσκολα πράγματα μας έβαλες''<br />''Πες μου γρήγορα''<br />''Η κυρία που ψάχνεις είναι μια από τις περιζήτητες κακοποιούς, έχει ένα μητρώο όπως σου είπαν χθες από εδώ μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου, τώρα δουλεύει για την μαφία''<br />''Για την μαφία;''<br />''Ακριβώς, θέλουν το πρόγραμμα που έβγαλε ο αδερφός σου για να μην μπορέσουν οι αστυνομικοί να σπάνε τους μυστικούς τους κώδικες, την έριξαν δίπλα του για να του κλέψει το πρόγραμμα και μετά να τον καθαρίσει''<br />''Τι μου λες τώρα; Και πως το έμαθαν;''<br />''Έχουν μέσα δικούς τους και τους το σφύριξαν''<br />''Εμείς τι κάνουμε;''<br />''Ακόμα τίποτα, δεν έχουν έρθει εντολές''<br />''Το FBI όμως μπορεί, σωστά;''<br />''Ναι, γιατί τι σκέφτεσαι;''<br />''Θα σου πω άλλη στιγμή, ξέρουμε για κανένα συνεργάτη;''<br />''Έχουμε μια υποψία αλλά δεν το διασταυρώσαμε ακόμα''<br />''Κάν' το γρήγορα. Ποιος είναι;''<br />''Ο Άλμπερτ Κάϊν''<br />''Μπλέχτηκε με την μαφία;''<br />''Ναι εδώ και λίγο καιρό''<br />''Ευχαριστώ, θα σε ξαναπάρω''<br />''Γεια, περιμένω''<br />''Νικ, έχουμε πρόβλημα''<br />''Τι είναι;''<br />''Η Συλβή είναι μπλεγμένη με την μαφία''<br />''Σοβαρά; Και τι σχέση έχει η μαφία με το πρόγραμμα;''<br />''Θέλει να το κλέψει ώστε να μην τελειοποιήσει η αστυνομία και να μην το χρησιμοποιήσει, είναι μεγάλο όπλο''<br />''Τι άλλο έχεις;''<br />''Η Συλβή έχει έναν συνεργάτη, ονομάζεται Άλμπερτ Κάϊν, είναι μεγάλος κακοποιός και έμπλεξε και αυτός, συνεργάζεται μαζί τους, όμως σαν αστυνομία δεν έχουμε λάβει εντολές και δεν μπορώ να κάνω κάτι, μπορείς όμως εσύ''<br />''Τι θέλεις να κάνω;''<br />''Βασικά, μάθε τι γίνεται με αυτόν, όσο περισσότερα μπορείς, τώρα που μιλάμε υπάρχει περίπτωση να βρίσκεται πάνω στο καράβι, μετά θα πάμε να μιλήσουμε στον καπετάνιο''<br />''Έγινε, θα το ψάξω αμέσως''<br />ο Νικ ξεκίνησε τα τηλέφωνα, κάπου ένα μισάωρο αργότερα είχε νέα<br />''Λοιπόν, πρώτον είναι όντως στην μαφία και μάλιστα μπήκε σε μια από τις μεγαλύτερες οικογένειες, ελέγχουν πολλά πράγματα και το πρόγραμμα θα τους χαλούσε σχεδόν όλες τις δουλειές. Έχουν αρχίσει να κάνουν συμφωνίες μέσα από το ίντερνετ, υποτίθεται δημοπρασίες και συναφή πράγματα, αλλά όλα είναι βιτρίνα, π.χ. πουλάνε ξυρούς καρπούς για αυτούς σημαίνει σφαίρες, τα βεγγαλικά σημαίνουν όπλα και πολλά ακόμα που δεν μπορούμε να μπορούμε να τα καταλάβουμε, το πρόγραμμα αυτό αναλύει τα πάντα και μπορούμε να μπούμε μέσα χωρίς να μας καταλάβουν και έτσι να τους πιάσουμε''<br />''Έτσι έριξαν δόλωμα την Συλβή, αφού δεν κατάφεραν να σκοτώσουν και τον αδερφό μου όπως τον συνεργάτη του''<br />''Ακριβώς''<br />''Πάμε να τους βρούμε και να καταφέρουμε με έναν τρόπο να τα πούμε στον Μπεν''<br />''Φύγαμε''<br />τους βρήκαν στην τραπεζαρία καθώς τελείωναν το πρωινό τους<br />''Αργήσατε σήμερα'' είπε η Συλβή<br />''Ναι, καθυστερήσαμε να κοιμηθούμε το βράδυ και μας πλάκωσε το πάπλωμα''<br />''Σε λίγο φτάνουμε στον πρώτο μας προορισμό, θα πάμε καμιά βόλτα να κάνουμε και ψώνια;''<br />''Ναι Συλβή μου, θα πάμε αλλά επίτρεψε μου να σου πω ότι εδώ δεν έχει και πολλά πράγματα, μόνο αξιοθέατα, το νησί είναι ιδιόκτητο και μπαίνεις μόνο για να θαυμάσεις και να πιεις έναν καφέ, δεν έχει κάτι άλλο''<br />''Σοβαρά μιλάς τώρα;''<br />''Ναι, δεν το ήξερες; Αύριο που θα είμαστε στο Μαϊάμι μπορείς να κάνεις ότι θέλεις''<br />''Εντάξει, ευχαριστώ πολύ''<br />''Μην το συζητάς, τα μέρη μου είναι''<br />''Πάμε έξω να δούμε το λιμάνι;''<br />''Φύγαμε''<br />Ξεκίνησαν όλοι μαζί χαζεύοντας μόλις βγήκαν έξω την στεριά να πλησιάζει σιγά σιγά.<br />Μόλις το καράβι άραξε, έπιασαν τις φωτογραφίες και έτρεξαν έξω<br />''Αχ, Μπεν μου είναι φανταστικά, έλα να σου βγάλω μια φωτογραφία''<br />''Εντάξει, εντάξει''<br />στήθηκε και πήρε πόζα περιμένοντας<br />''Κάτι πρέπει να κάνουμε, δεν πρέπει μα μένουν πολλή ώρα μόνοι τους''<br />''Ναι αλλά τι;''<br />''Θα σου πω σε λίγο, θα περάσουμε λίγες ώρες ξεγνοιασιάς και μόλις γυρίσουμε θα βρω τον καπετάνιο''<br />''Σύμφωνοι. Παιδιά πάμε για ένα καφέ;''<br />''Ναι Κέλι, που θα κάτσουμε;''<br />'Μπεν μου, εδώ που έχουμε θέα την θάλασσα''<br />''Εντάξει''<br />καθώς έπιναν τον καφέ τους η Συλβή πήγε στο μπάνιο, η Κέλι τους είπε ότι θα πάει από πίσω της για να δει αν θα κάνει κάτι, ο Νικ θα είχε την ευκαιρία να πει στον Μπεν τι έμαθαν. Η Κέλι πλησίασε στην πόρτα του μπάνιου, ευτυχώς ήταν μισάνοιχτη και άκουγε πιο εύκολα αλλά δεν μπορούσε να δει με ποιον μιλάει<br />''Πρέπει να ξέρει κάτι αυτή, θα μας την χαλάσει την δουλειά''<br />''Κάνε εσύ αυτό που πρέπει και τους άλλους ασ' τους σε μένα''<br />η Κέλι κατάφερε και είδε τον άντρα από το πλοίο<br />''Είναι πολύ έξυπνη σου λέω, όλο πετάει υπονοούμενα και δεν μας αφήνουν πολύ μόνους, άσε και το άλλο, ο βλάκας δεν ανοίγει τον υπολογιστή για να δουλέψει και δεν είναι αυτό δεν μου δίνει και τους κωδικούς του για να μπορέσω με έναν τρόπο να μπω. Βρήκα τόσες δικαιολογίες και τίποτα, του είπα ότι θέλω να δω τα mail μου και μου λέει πάντα πως ο υπολογιστής είναι για δουλειά''<br />''Δεν ξέρω τι θα κάνεις, κανόνισε όμως να το κάνεις γρήγορα, παρακολούθησε τον όταν τον ανοίγει και απομνημόνευσε τον''<br />''Το προσπάθησα και αυτό και με κατάλαβε''<br />''Να προσπαθήσεις και άλλο δεν με νοιάζει''<br />''Θα κάνω ότι μπορώ, φεύγω τώρα γιατί άργησα πολύ, θα επικοινωνήσουμε''<br />η Κέλι πρόλαβε και έφυγε λίγα βήματα πιο πέρα για να μην την καταλάβει και μόλις άνοιξε η πόρτα η Συλβή την είδε που ερχόταν<br />''Κορίτσι μου τι έπαθες; Ανησύχησα και ήρθα να δω τι κάνεις''<br />''Καλά είμαι'' της είπε με ένα θυμωμένο ύφος ''δεν χρειαζόταν να με ψάξεις''<br />''Συγγνώμη, πάω και εγώ να φρεσκαριστώ'' καθώς έμπαινε στο μπάνιο είδε τον άντρα να βγαίνει, προσπέρασε την Συλβή χωρίς καμία αντίδραση και έφυγε, σε λίγο επέστρεψε στο τραπέζι, ο Νικ έψαχνε στα μάτια της μια απάντηση<br />''Εντάξει γλυκιά μου; Πρέπει να φύγουμε να κάνουμε μια βόλτα και να γυρίσουμε πίσω σε μια γιατί αναχωρούμε''<br />''Βεβαίως, αν είστε έτοιμοι κι εσείς''<br />σηκώθηκαν και πήγαν στο εξοχικό του Πρίγκιπα, έριξαν μια ματιά μέσα, γύρισαν και την αυλή με τα ζώα, ύστερα ανέβηκαν στο πλοίο και ξεκίνησαν για την επόμενη στάση, το Μαϊάμι.<br />Μόλις μπήκαν στο πλοίο ο Νικ πήγε και ζήτησε τον καπετάνιο, του είπε ότι πρόκειται για θέμα του FBI και πήγαν στην καμπίνα του να μιλήσουν, του εξήγησε την κατάσταση και ο άνθρωπος συγκλονίστηκε, του έδωσε το ελεύθερο να κάνει ότι θέλει αρκεί βέβαια να μην γινόταν ντόρος και να μην πάθαινε κανείς κάτι, ο Νικ του το υποσχέθηκε, τον ευχαρίστησε και έφυγε.<br />Στον διάδρομο είδε τον άντρα και κατά έναν περίεργο τρόπο καθώς τον παρατήρησε λίγο καλύτερα του φάνηκε ότι κάπου τον ήξερε, μέχρι να φτάσει στην καμπίνα έσπασε το κεφάλι του.<br />''Τι έγινε, του μίλησες;''<br />''Ναι, έχουμε άδεια να κάνουμε ότι θέλουμε''<br />''Ωραία''<br />''Είδα στον διάδρομο τον γνωστό σου, τον παρατήρησα και είναι όντως γνωστή φάτσα, θα τον περιγράψω στα κεντρικά να δούμε τι γίνεται''<br />έπιασε πάλι το τηλέφωνο και πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να το κλείσει<br />''Σου έχω νέα που δεν τα περίμενες με τίποτα''<br />''Λέγε, είμαι όλη αυτιά''<br />''Ο κύριος είναι ο πασίγνωστος Φαντομάς, δεν ξέραμε ότι τώρα συστηνόταν σαν Άλμπερτ Κάϊν, το έμαθαν μόλις σήμερα το πρωί, τον περιέγραψα και τα αποτελέσματα από το κομπιούτερ έβγαλαν το πρόσωπό του, τώρα μπαίνουν όλα σε μια σειρά''<br />''Δεν το πιστεύω, ήρθα τόσο κοντά...''<br />''Ακόμα δεν τελείωσε τίποτα, ίσα ίσα τώρα αρχίζουν''<br />''Δίκιο έχεις''<br />ετοιμάστηκαν για φαγητό, όταν μπήκαν μέσα ο Μπεν και η Συλβή ακόμα δεν είχαν κατέβει, κάθισαν σε ένα τραπέζι και περίμεναν, σε κάποια φάση εμφανίστηκε ο Μπεν μόνος <br />''Πως και μόνος αδερφούλη;''<br />''Η Συλβή μου είπε ότι δεν αισθανόταν καλά και ήθελε να ξαπλώσει, την άφησα, έκανα όμως κάτι και μπορώ να την παρακολουθώ''<br />''Τι έκανες;''<br />''Έβαλα μια κάμερα με μικρόφωνο σε ένα ράφι και έφυγα''<br />''Και αν την βρει;''<br />''Μην σε ανησυχεί, είναι τόσο μικροσκοπική που δεν πρόκειται'' έβγαλε από την τσέπη το κινητό του και έβαλε μπροστά το πρόγραμμα, φαινόταν ολοκάθαρα το δωμάτιο με την Συλβή να προσπαθεί να σπάσει τον κώδικα στον υπολογιστή και τον Φαντομά να κάνει άνω κάτω το δωμάτιο μήπως ανακαλύψει κάτι, ο Μπεν ξεκαρδίστηκε στα γέλια<br />''Γιατί γελάς;''<br />''Είναι απλό, έχω βάλει τόσους κωδικούς στον υπολογιστή που και να καταφέρει να τον ανοίξει, δεν υπάρχει περίπτωση να μπει στα προγράμματα και τις σημειώσεις''<br />''Είσαι σίγουρος; Αν καταφέρει το ένα θα σπάσει και τα άλλα''<br />''Με τίποτα, και ο άλλος που ψάχνει χαρτιά θα βρει σε λίγο κάτι που δεν το περιμένει''<br />''Τι δηλαδή;''<br />''Ψεύτικες σημειώσεις, θα νομίζει ότι είναι οι πραγματικές και θα το πει στα αφεντικά''<br />''Ναι, αν το καταλάβουν όμως; Θα άφηνες εκτεθειμένες έτσι τις σημειώσεις;''<br />''Δεν είναι εκτεθειμένες, είναι καλά κλειδωμένες στον χαρτοφύλακα και σε ένα κουτί με ηλεκτρονικό συνδυασμό''<br />''Θα τον σπάσει;''<br />''Δεν είναι πολύ δύσκολο, εγώ το έκανα να μοιάζει''<br />σε πέντε λεπτά το είχε ανοίξει και άρχισε να φωνάζει χαρούμενα<br />''Τα κατάφερα Συλβή, το άνοιξα''<br />''Πως το έκανες;''<br />''Δεν είναι και τόσο έξυπνος τελικά όσο νομίζαμε''<br />''Μην το λες, εγώ δεν κατάφερα τίποτα''<br />''Συνέχισε, εγώ τρέχω να τα στείλω στα αφεντικά, τα έβγαλα φωτογραφίες''<br />''Καλά, θα συνεχίσω λίγο ακόμα και μετά θα ντυθώ και θα πάω, θα τους πω ότι ένιωσα καλύτερα''<br />''Εντάξει, θα τα πούμε αργότερα''<br />Η Συλβή προσπάθησε λίγο ακόμα αλλά και πάλι δεν κατάφερε τίποτα, ντύθηκε και κατέβηκε<br />''Γεια σας, τι κάνετε; Ακόμα βλέπω δεν τελειώσατε''<br />''Όχι αγάπη μου, να σου παραγγείλω κάτι;''<br />''Ναι, πεινάω σαν λύκος. Φέρε μου μια αστακομακαρονάδα''<br />''Αμέσως αγάπη μου''<br />ο Μπεν έτρεξε και παρήγγειλε, αφού τελείωσαν όλοι, βγήκαν για μια βόλτα στο κατάστρωμα<br />''Αύριο Νικ πιστεύω θα μας πας σε καλά μέρη για να ψωνίσουμε''<br />''Σίγουρα καλή μου Συλβή, σίγουρα...''<br />''Ευχαριστώ πολύ, τα λέμε λοιπόν το πρωί''<br />''Βεβαίως, καληνύχτα και στους δύο''<br />Εκεί χωρίστηκαν και η Κέλι με τον Νικ έμειναν το περισσότερο βράδυ ξύπνιοι συζητώντας για το πως θα ξεμπλέξουν.<br />Το Μαϊάμι τους επιφύλασσε πολλά...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com21tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-280160580932286982009-09-22T20:03:00.004+03:002009-09-22T20:14:13.617+03:00ΓΕΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!!!Καλησπέρα σε όλους, έχω μέρες να σας γράψω και με στεναχωρεί πολύ αυτό, όπως σας είχα πει λόγω της υγείας μου έπρεπε να ξαπλώνω συνέχεια και να μην ασχολούμαι με τίποτα, τα πράγματα για μένα όμως δεν πήγαν και τόσο καλά παρόλο που έκανα ότι μου είπε ο γιατρός, δυστυχώς το μωράκι μου το έχασα και ήμουν αρκετές μέρες στο νοσοκομείο. Τώρα είμαι καλά, σωματικά τουλάχιστον αν και η εγχείρηση ήταν δύσκολη, σας υπόσχομαι ότι θα επανέλθω δρυμήτερη σε λίγες μέρες, με δυνάμεις και ψυχολογία ελπίζω καλύτερη.<br /><br />Σας ευχαριστώ όλους που όταν σας είχα πει για αυτό το μωρό μου δώσατε τις καλύτερες ευχές, να είστε όλοι καλά και να ξέρετε ότι σας έχω μέσα στην καρδιά μου πάντα.<br /><br />Φιλια πολλά!!!thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com12tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-41244988850759174072009-07-24T09:45:00.008+03:002009-07-24T12:25:18.125+03:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16Το φως που έμπαινε από το παραθυράκι της καμπίνας τους έφερε ένα γλυκό ξύπνημα, η Κέλι σηκώθηκε και πήγε να κοιτάξει την θάλασσα, χαμογέλασε και ετοιμάστηκε ώστε να πάνε για πρωινό, ο Νικ ήταν τόσο χαρούμενος που έτρεχε συνέχεια από εδώ και από εκεί<br />''Νικ, θα ντυθείς επιτέλους;''<br />''Να το σκεφτώ λίγο...; Δεν θέλω''<br />''Μην κάνεις σαν μωρό και ετοιμάσου να πάμε να φάμε. Πεινάω σαν λύκος''<br />''Και εγώ, αλλά όχι για πρωινό''<br />''Συμβιβάσου τώρα με αυτό και μετά βλέπουμε''<br />''Άρχισες από τώρα να μου λες να συμβιβαστώ; Δηλαδή σε δέκα χρόνια τι θα κάνεις;''<br />''Θα σε δέρνω. Άντε!''<br />''Καλά, καλά γκρινιάρα''<br />καθώς προχωρούσαν στον διάδρομο η Κέλι είδε το ίδιο άτομο με χθες που τις φάνηκε γνωστό και κατά έναν περίεργο τρόπο στο φως της ημέρας φαινόταν πιο σίγουρο, δεν μπορούσε όμως να θυμηθεί...<br />''Κέλι, έχεις κάτι;''<br />''Όχι, αλλά αυτός ο τύπος από χθες μου προξενεί κάτι, τέλος πάντων δεν θα χαλάσω τις διακοπές μας, πάμε στην τραπεζαρία''<br />μόλις μπήκαν είδαν τον Μπεν και την Συλβή, τους φώναξαν αμέσως<br />''Καλημέρα παιδιά, πως κοιμηθήκατε;''<br />''Καλημέρα, αδερφούλη μου νομίζω ότι ήταν ο καλύτερος ύπνος που έκανα εδώ και χρόνια''<br />''Συμφωνώ και εγώ με την Κέλι, ήταν πολύ καλός ύπνος''<br />''Εσείς; Πως το περάσατε το βράδυ;''<br />''Καλά, εμένα Κέλι μου με πείραξε λίγο το κούνημα αλλά το ξεπέρασα''<br />''Σε ενοχλούν τα καράβια;''<br />''Για να λέμε την αλήθεια, όχι πάντα, εξαρτάται σε τι διάθεση με βρίσκει''<br />''Αυτό πρώτη φορά το ακούω''<br />''Τι να κάνουμε Κέλι μου, συμβαίνουν αυτά''<br />''Εντάξει κορίτσι μου, μην βαράς, δεν είπα κάτι κακό''<br />''Οκ κορίτσια, μην ανεβαίνουν τα ντεσιμπέλ για διακοπές είμαστε''<br />''Αγάπη μου, θα φωνάξεις τον σερβιτόρο;''<br />''Παρακαλώ, κύριε μπορούμε να παραγγείλουμε;''<br />''Βεβαίως και συγγνώμη για την καθυστέρηση. Τι θα πάρετε;''<br />''Δύο καφέδες σκέτους, αυγά βραστά, τοστ, ψωμί βούτυρο και μαρμελάδα''<br />''Ευχαριστώ κύριοι, έρχονται σε λίγο''<br />''Θα τα φάτε όλα αυτά;''<br />''Συλβή μου θα σου πω ένα πράγμα, λόγω της δουλειάς μας πρέπει να τρώμε καλό πρωινό γιατί δεν είσαι σίγουρος εάν θα δεις ξανά φαγητό όλη την ημέρα, είναι μια συνήθεια''<br />''Ναι, αλλά τώρα δεν σας κυνηγάει κανένας''<br />''Δεν είπαμε αυτό, απλά το μεσημέρι μπορεί να είμαστε στην πισίνα και δεν κάνει να κολυμπάς φαγωμένος. Κατάλαβες;''<br />''Εντάξει, εσείς ξέρετε''<br />''Μόνο θα μας συγχωρήσετε με τον αδερφό μου μόλις τελειώσουμε έχουμε να πούμε κάποια πράγματα''<br />''Εννοείτε, υποσχέσου μου όμως ότι δεν θα μου τον κρατήσεις ώρα μακριά μου γιατί δεν αντέχω'' είπε η Συλβή και τον αγκάλιασε με νόημα, πίστευε ότι η Κέλι είχε καταλάβει τον ρόλο που έπαιζε και θα γινόταν άσχημος μπελάς στο σχέδιο της.<br />''Μπεν, πηγαίνουμε; Νικ, εάν θέλεις κράτα παρέα στην Συλβή''<br />''Με μεγάλη μου χαρά, θέλεις να πάμε για μπάνιο και να έρθουν να μας βρουν τα παιδιά μόλις τελειώσουν;''<br />''Νικ, είσαι πολύ καλός'' πήγε κοντά του και τον έπιασε αγκαζέ συνεχίζοντας όμως να κοιτάει με νόημα την Κέλι<br />''Μπεν, πηγαίνουμε;''<br />''Ναι, σε ακολουθώ''<br />βγήκαν στο κατάστρωμα, περπάτησαν λίγο αλλά ο Μπεν δεν έλεγε να ξεκινήσει<br />''Λοιπόν αδερφούλη, θα μου πεις τι έχεις;''<br />''Κέλι, είναι λίγο δύσκολο αυτό που έχω να σου πω''<br />''Ότι και να είναι, θα το αντέξω''<br />''Μέσα στην εταιρία υπάρχουν κάποια άτομα τα οποία συνεργάζονται με μυστικές υπηρεσίες...''<br />''Ναι κάτι ξέρω''<br />''Ωραία, ένα από αυτά τα άτομα είμαι και εγώ, το θέμα όμως είναι ότι ανακαλύψαμε με έναν συνάδελφο έναν κώδικα που θα βοηθούσε σε πολλά πράγματα, όπως ηλεκτρονικό έγκλημα και κάποια άλλα. Τα αφεντικά ενθουσιάστηκαν πολύ και μας ζήτησαν να το αναπτύξουμε''<br />''Και...''<br />''Μόλις αρχίσαμε, παρατηρήσαμε ότι είχαμε πολλούς σπασμένους κώδικες, κάποιος από μια αντίπαλη εταιρία ήξερε και προσπαθούσε να μας κλέψει το πρόγραμμα και εκεί ξεκίνησε η όλη ιστορία, ο συνάδελφός μου κατά έναν περίεργο τρόπο σκοτώθηκε και τώρα κυνηγάνε εμένα, γι' αυτό ζήτησα να φύγω, υποψιάζομαι όμως ότι η Συλβή δεν είναι αυτή που φαίνεται, εμφανίστηκε από το πουθενά και από τότε με ακολουθεί όπου και να πάω. Πιστεύω ότι περιμένει να κάνω κάποια κίνηση για να πάρει τα στοιχεία που θέλει και να με σκοτώσει. Δεν ξέρω τι να κάνω, τα αφεντικά μου είπαν να την πάρω μαζί μου για να μην υποψιαστεί κανείς κάτι μέχρι να βρουν την λύση. Άρχισα όμως να φοβάμαι για την ζωή μου''<br />''Τα κατάφερες βλέπω πάλι. Γιατί δεν μου είπες κάτι πιο νωρίς;''<br />''Σου είπα, δεν ήξερα τι να κάνω. Τώρα όμως που σε είδα σκέφτηκα ότι ήταν καλό σημάδι και ότι θα μπορούσες να με βοηθήσεις''<br />''Αυτή τη στιγμή δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω κάτι, θα το συζητήσω με τον Νικ, είναι καλύτερος σε αυτά και θα σου πω, ίσως κάνουμε κάποια τηλέφωνα''<br />''Σε ευχαριστώ αδελφούλα, θα ήμουν με δεμένα χέρια χωρίς εσένα. Τον Νικ όμως, μπορούμε να του έχουμε εμπιστοσύνη;''<br />''Πες ότι ο Νικ είμαι εγώ''<br />''Εντάξει, πάμε τώρα γιατί τους αφήσαμε πολλή ώρα μόνους και δεν θέλω να υποψιαστεί τίποτα''<br />''Πρόσεχε όμως γιατί από την αρχή δεν μου γέμισε το μάτι''<br />Τους βρήκαν στην πισίνα να πλατσουρίζουν στο νερό, η Κέλι έβγαλε το φουστάνι της και βούτηξε κοντά στον Νικ<br />''Τι έγινε κορίτσι μου; Αργήσατε πολύ''<br />''Θα σου πω μετά, μου φαίνεται ότι θα έχουμε μεγάλο πρόβλημα''<br />''Γιατί;''<br />''Σταμάτα μην μας καταλάβει η Συλβή, θα σου πω''<br />''Τι λέτε εσείς εδώ;''<br />''Τίποτα, απλά του δείχνω πόσο μου έλειψε''<br />''Μου τον έκλεψες πάντως αρκετή ώρα''<br />''Συλβή μου, όταν τα αδέρφια έχουν να ιδωθούν καιρό λογικό είναι αυτό''<br />''Εντάξει για αυτή την φορά σας συγχωρώ, αλλά δεν θέλω να ξαναγίνει, δεν αντέχω μακριά του''<br />''Θα το προσπαθήσω γλυκιά μου''<br />''Κέλι, πάμε να παραγγείλουμε έναν καφέ και να κάνουμε ηλιοθεραπεία;''<br />''Ναι, φύγαμε''<br />καθώς έβγαιναν και πήγαιναν στο μπαρ η Συλβή είχε πάρει ένα ύφος τόσης κακίας που εάν γυρνούσαν και την έβλεπαν θα σοκάρονταν και οι δύο, πήραν τον καφέ τους και γύρισαν στις ξαπλώστρες<br />''Θα μου πεις τώρα τι έγινε;''<br />''Νικ, κάνε υπομονή μέχρι να πάμε στο δωμάτιο, δεν θέλω να την έχω στα πόδια μου για να μιλήσουμε ήσυχα''<br />''Εντάξει, τελικά οι διακοπές μας δεν θα είναι και τόσο ευχάριστες''<br />''Θα δείξει...''<br />''Ωραίο καφέ κάνουν πάντως''<br />''Ναι, είναι τέλειος''<br />''Τι θα κάνουμε μετά;''<br />''Θα δούμε, ας διασκεδάσουμε όσο μπορούμε τώρα''<br />ήρθαν και οι άλλοι<br />''Τι έγινε παιδιά; Μεσημέριασε, θα πάμε για φαγητό;''<br />''Αυτή τη στιγμή δεν πεινάω ιδιαίτερα, εσύ Νικ;''<br />''΄Οχι, λέμε να πάμε στο δωμάτιο γιατί αρκετά καήκαμε και για συνέχεια θα δούμε''<br />''Εντάξει, εμείς πάμε να αλλάξουμε και να γυρίσουμε να φάμε''<br />''Θα τα πούμε το απόγευμα ή το βράδυ''<br />''Οκ, τα λέμε''<br />μόλις μπήκαν στο δωμάτιο ο Νικ έσκασε<br />''Θα μου πεις επιτέλους;''<br />''Λοιπόν, ο αδερφός μου με έναν συνάδελφο δούλευαν πάνω σε ένα πρόγραμμα το οποίο θα βοηθούσε τις μυστικές υπηρεσίες σε διαλευκάνσεις υποθέσεων, όμως με κάποιο τρόπο διέρρευσε και άρχισαν να σπάνε κωδικοί του συστήματος, στο μεταξύ ο συνάδελφος του Μπεν σκοτώθηκε και τώρα κυνηγάνε αυτόν, τα αφεντικά του τον έστειλαν εδώ μήπως και γλυτώσει, το πρόβλημά μας είναι άλλο, η Συλβή''<br />''Τι έχει;''<br />''Ο Μπεν υποψιάζεται πως την έχουν στείλει οι αντίπαλοι που θέλουν το πρόγραμμα, εμφανίστηκε από το πουθενά και δεν τον αφήνει σε ησυχία''<br />''Μάλιστα, πρέπει να δράσουμε δηλαδή και γρήγορα''<br />''Ακριβώς''<br />''Θα κάνω κάποια τηλέφωνα για να δω αν γνωρίζουν κάτι στα κεντρικά''<br />''Εγώ θα πάρω στο τμήμα να τους ειδοποιήσω ότι θα τους στείλω μια φωτογραφία της, για να κοιτάξουν αν έχει μητρώο''<br />''Έχεις φωτογραφία της''<br />''Την πήρα από το κινητό του Μπεν''<br />''Άντε να δούμε εάν θα κάνουμε διακοπές''<br />''Νικ, είναι ο αδερφός μου...''<br />''Το ξέρω αγάπη μου και θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου για να βοηθήσω''<br />έβαλαν και οι δύο μπροστά προσπαθώντας να μάθουν κάτι, όταν τελείωσαν είχε πάει γύρω στις εφτά το απόγευμα, δεν κατάφεραν να μάθουν πολλά σήμερα όμως τους ειδοποίησαν ότι αύριο θα ήξεραν τα πάντα, μόνο η Κέλι έμαθε ότι η Συλβή είχε μητρώο και καθόλου μικρό...<br />Πήγαν ξανά στην πισίνα και έκαναν ακόμα ένα μπάνιο για να δροσιστούν λίγο, η ζέστη είχε αρχίσει να πέφτει, γύρισαν στο δωμάτιο άλλαξαν και πήγανε για βραδινό. <br />Είχαν συνεννοηθεί ότι σε κάποια φάση θα έπαιρνε ο Νικ τον Μπεν να συζητήσουν κάτι και έτσι έγινε, όταν του δόθηκε η ευκαιρία τον τράβηξε λίγο παραπέρα και του είπε τι είχαν μάθει μέχρι τώρα. Ο Μπεν έμεινε με το στόμα ανοιχτό όμως δεν το έδειξε γιατί είχε καταλάβει ότι η Συλβλή τους παρακολουθούσε. Συνήλθε λίγο και γύρισαν, η μέρα είχε περάσει τόσο γρήγορα που δεν το πρόσεξαν<br />''Λοιπόν παιδιά, σας ευχαριστούμε για την παρέα, αύριο φτάνουμε στον πρώτο προορισμό μας και πρέπει να το γλεντήσουμε''<br />''Σίγουρα Συλβή μου, θα το γλεντήσουμε...''<br />''Θέλεις να πεις κάτι Κέλι;''<br />''Όχι καλή μου, συμφωνώ μαζί σου''<br />''Εντάξει, όπως θέλεις. Καληνύχτα''<br />''Καληνύχτα''<br />''Νικ, δεν μου αρέσει καθόλου η όλη υπόθεση''<br />''Μην αγχώνεσαι, μπορεί και να μην είναι τίποτα, θα δούμε αύριο''<br />''Θα περιμένω''<br />''Τώρα έλα σαν καλό κορίτσι να σε βάλω για ύπνο''<br />''Νικ, αυτό το μυαλό σου...''<br />''Ε, όχι και το μυαλό μου''<br />''Πρόστυχε''<br />''Τι έτσι θα με αφήσεις πάλι;''<br />''Θα το σκεφτώ...''<br />''Δεν θα προλάβεις...'' της είπε και έπεσε πάνω της με όση λαχτάρα είχε.<br />Για ακόμη μια φορά το ξημέρωμα τους βρήκε άγρυπνους και αγκαλιασμένους. <br />Όσα προβλήματα τους περίμεναν ήθελαν να τα αφήσουν, αυτά όμως δεν ήθελαν...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com13tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-14020822318862479682009-06-17T12:54:00.001+03:002009-06-17T12:55:57.224+03:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15‘’Νιιιικ, ξύπνα θα αργήσουμε’’<br />‘’Τι… τι έγινε;’’<br />‘’Είναι εφτά η ώρα, δεν ακούσαμε το ξυπνητήρι, σε μια ώρα πρέπει να είμαστε στο λιμάνι, κουνήσου’’<br />‘’Αμάν βρε Κέλι, πως κάνεις έτσι; Θα προλάβουμε’’<br />‘’Εγώ τρέχω στο μπάνιο, εσύ ντύσου γρήγορα’’<br />‘’Εντάξει, σηκώνομαι’’<br />Η Κέλι σε δέκα λεπτά βγήκε από το μπάνιο και ντύθηκε<br />‘’Ευτυχώς οι βαλίτσες είναι έτοιμες από χθες’’ μονολόγησε<br />‘’Κέλι, τελείωσες; Ετοίμασα καφέ, κατέβα’’<br />‘’Έρχομαι, θα με βοηθήσεις με τα πράγματα;’’<br />‘’Ανεβαίνω’’<br />Σε πέντε λεπτά ήταν όλα μπροστά στην πόρτα και οι δυο τους έπιναν καφέ<br />‘’Χαίρομαι που προλαβαίνουμε έναν καφέ πριν φύγουμε. Αγχώθηκα λίγο’’<br />‘’Από σήμερα και για δύο βδομάδες δεν θα αγχωθείς για τίποτα και για κανέναν’’<br />‘’Μακάρι να είναι έτσι όπως τα λες, μου φαίνεται περίεργο που πηγαίνω διακοπές, έχω να το κάνω τόσο καιρό’’<br />‘’Και εγώ το ίδιο, πρέπει όμως να δώσουμε την ευκαιρία στο σώμα και το μυαλό μας να ξεκουραστούν’’<br />‘’Συμφωνώ, δώσε μου ένα τσιγάρο, τα δικά μου τελείωσαν’’<br />‘’Ορίστε, άντε μόλις το τελειώσουμε να φύγουμε’’<br />‘’Την μηχανή την πήρες μαζί σου;’’<br />‘’Ναι, την έχω στο τσαντάκι’’<br />‘’Φεύγουμε λοιπόν για να κατακτήσουμε τις θάλασσες’’<br />‘’Ποιοι είμαστε αγάπη μου, οι Πειρατές της Καραϊβικής;’’<br />‘’Άμα θέλουμε γινόμαστε’’<br />‘’Ωραία Κάπτεν Σπάροου, μπες στο αυτοκίνητο τώρα για να σε πάω στο Μαύρο Μαργαριτάρι σου’’<br />Αφού έφτασαν στο λιμάνι πάρκαραν σε έναν ιδιωτικό χώρο φύλαξης και ξεκίνησαν για το κρουαζιερόπλοιο. Όταν το είδαν έμειναν και οι δύο με ανοιχτό το στόμα. Δεν περίμεναν να είναι τόσο μεγάλο. Πήραν τις κυλιόμενες σκάλες και έφτασαν στην ρεσεψιόν. Ένας καμαρότος ανέλαβε τις βαλίτσες τους.<br />‘’Καλημέρα σας, λέγομαι Τζόουνς, έχω κλείσει μια διπλή καμπίνα’’<br />‘’Καλημέρα σας, καλώς ήρθατε στο Βασίλισσα Μαίρη, ορίστε τα κλειδιά σας, το παιδί θα σας οδηγήσει’’<br />‘’Ευχαριστούμε πολύ. Κέλι τι χαζεύεις;’’<br />‘’Κοίτα ομορφιές που έχει εδώ μέσα. Γίνεται να υπάρχει σιντριβάνι σε ρεσεψιόν πλοίου;’’<br />‘’Είδες που γίνεται;’’<br />‘’Κοίτα το σαλόνι, είναι ντυμένο όλο σε στυλ Λουδοβίκου’’<br />‘’Μας περιμένει το παιδί με τις βαλίτσες, πάμε στο δωμάτιο και θα τριγυρίσουμε μετά όσο θέλεις’’<br />‘’Εντάξει, ακολουθώ’’<br />‘’Κύριε, κυρία από εδώ παρακαλώ, θα πάμε με το ασανσέρ’’<br />Καθώς περνούσαν από τους ορόφους έβλεπαν ότι ο καθένας είχε διαφορετική διακόσμηση, κανένας όμως δεν ξέφευγε από το στυλ Λουδοβίκου.<br />Έφτασαν στον έκτο όροφο στον οποίο έμεναν, όλος ήταν ντυμένος σε αποχρώσεις του μωβ και του γκρι, η Κέλι δεν παρέλειψε να αναφωνήσει, ο καμαρότος την κοίταξε και χαμογέλασε.<br />‘’Εδώ είναι η καμπίνα σας, μπορείτε να μου δώσετε την κάρτα σας; Ευχαριστώ. Όλες οι λειτουργίες ξεκινούν με το που θα βάλετε την κάρτα στην σχισμή της. Από εδώ είναι το μπάνιο. Μπροστά σας το σαλόνι και στο βάθος η κρεβατοκάμαρα. Εμένα θα με συγχωρήσετε τώρα’’<br />‘’Σε ευχαριστώ πολύ, ορίστε κάτι για τον κόπο σου’’ του είπε ο Νικ και του έδωσε είκοσι δολάρια <br />‘’Νικ, είναι τέλειο, δεν το φανταζόμουν έτσι’’<br />‘’Σου αρέσει;’’<br />‘’Το ρωτάς; Δεν έχω συνηθίσει σε τόση πολυτέλεια. Εσύ μεγάλωσες σε αυτά και δεν το καταλαβαίνεις, όμως εγώ… πώς να το πω… είναι το κάτι άλλο’’<br />‘’Σε λίγο καιρό θα είναι καθημερινότητα και για εσένα να τα έχεις όλα στα πόδια’’<br />‘’Δεν ξέρω αν θα το αντέξω’’<br />‘’Έλα ας τα αφήσουμε αυτά, πάμε επάνω στο κατάστρωμα να δούμε πως ξεκινάει το πλοίο’’<br />‘’Εντάξει, μισό λεπτό μόνο να πάω στο μπάνιο’’<br />Ανέβηκαν και τους φύσηξε ένα αεράκι, ένιωσαν σαν να είχαν γεννηθεί για να βρίσκονται εκεί. Λάτρευαν και οι δύο την θάλασσα, πλησίασαν στα κάγκελα για να κοιτάξουν την πόλη που άφηναν, θα γυρνούσαν σε δέκα εφτά μέρες όμως κατά έναν περίεργο τρόπο ένιωθαν τύψεις που άφηναν την δουλειά τους, τόσα χρόνια ζούσαν για να δουλεύουν και τώρα που τους δόθηκε η ευκαιρία να κάνουν το μεγάλο βήμα και να την αφήσουν για λίγο, στενοχωριόταν. Η Κέλι όμως το ξεπέρασε πιο γρήγορα και πήρε τον Νικ από το χέρι για να κάνουν βόλτα.<br />Το κρουαζιερόπλοιο ήταν ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου, το ύψος του έφτανε τα είκοσι μέτρα και το πλάτος του τα εκατόν πενήντα, για περίπου δύο ώρες πήγαιναν από όροφο σε όροφο για να μπορέσουν να προσανατολιστούν. Στον πρώτο εντόπισαν το καζίνο και στο δεύτερο τα μαγαζιά για ψώνια, τις καφετέριες και το εστιατόριο. Αφού τελείωσαν ανέβηκαν ξανά στο κατάστρωμα για να πιουν έναν καφέ.<br />Πήραν τις καρέκλες και κάθισαν να κοιτάνε την θάλασσα, πως πέρασαν οι ώρες δεν το κατάλαβαν, έξω ο ουρανός είχε αρχίσει να παίρνει το σκούρο μπλε του χρώμα, σηκώθηκαν ώστε να πάνε στο δωμάτιό τους και να αλλάξουν για το βραδινό. Η έκπληξη που τους περίμενε ήταν σχεδόν έτοιμη να κάνει την εμφάνισή της στο εστιατόριο.<br />‘’Νικ, θα μου φέρεις το μπουρνούζι μου γιατί το ξέχασα πάνω στην βαλίτσα;’’<br />‘’Τώρα αγάπη μου’’<br />‘’Τελείωσα, μπες και εσύ ώστε εγώ να ετοιμαστώ, σήμερα λέω να γίνω λίγο όμορφη’’<br />‘’Λίγο είσαι κάθε μέρα, σήμερα θα γίνεις πολλή’’<br />‘’Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο αλλά καμιά άλλη σαχλαμάρα δεν είχες να πεις;’’<br />‘’Λέω και σαχλαμάρες τώρα;’’<br />‘’Λιγουλάκι’’ του έδωσε ένα φιλί ‘’Άντε τώρα, πλύσου, άρχισα να πεινάω’’<br />Πήγε στο δωμάτιο, βάφτηκε, έβαλε το καινούργιο της φόρεμα, ένα μαύρο εξώπλατο με μεγάλα κόκκινα λουλούδια, όταν ο Νικ βγήκε την είδε όρθια μπροστά στον καθρέφτη να στεγνώνει τα μαλλιά της, ήταν πραγματικά πολλή όμορφη και όλη δική του, την πλησίασε και την αγκάλιασε από πίσω με όλη του την δύναμη<br />‘’Κέλι, δεν θέλω να σε χάσω ποτέ από την ζωή μου, δεν ξέρω τι μου έκανες, όμως σε ευχαριστώ και σου υπόσχομαι ότι αν και νωρίς, σύντομα θα σε κάνω γυναίκα μου’’<br />‘’Νικ, αγάπη μου, είναι νωρίς ακόμα να λέμε τέτοια πράγματα, ξέρεις και εγώ πόσο σε αγαπάω, δεν έχω νιώσει ξανά έτσι για κάποιον και δεν νομίζω να υπάρξει δεύτερη. Όμως ακόμα…’’<br />‘’Μην μιλάς, καταλαβαίνω, φίλησέ με μόνο’’<br />Αγκαλιάστηκαν τόσο σφιχτά λες και θα ήταν η τελευταία…<br />Όταν μπήκαν στο εστιατόριο ήταν ήδη γεμάτο, υπήρχε μόνο ένα τραπέζι στο βάθος, τους άρεσε γιατί ήταν λίγο απόμερο και θα απολάμβαναν πιο εύκολα την βραδιά.<br />Καθώς έδιναν παραγγελία η Κέλι νόμισε ότι είδε ένα γνωστό άτομο, κοίταξε καλύτερα και κατάλαβε πως έκανε λάθος.<br />Έπιναν το κρασί τους συζητώντας περί ανέμων και υδάτων, όταν ξαφνικά άκουσε από πίσω να φωνάζει κάποιος το όνομά της, γύρισε και αντίκρισε τον αδερφό της<br />΄΄Κέλιιι, Κέλι, μωρό μου’’<br />‘’Μπεν…; Τι στο καλό κάνεις εδώ;’’ σηκώθηκε και τον αγκάλιασε<br />‘’Εγώ τι κάνω εδώ; Εσύ;’’<br />‘’Την κολοκυθιά θα παίξουμε; Κάνω επιτέλους διακοπές’’<br />‘’Και εγώ. Είπα να χαρώ λίγο την ελευθερία μου πριν γυρίσω στο σπίτι και στην δουλειά. Δεν θα μου συστήσεις τον φίλο σου;’’<br />‘’Ωχ! Συγγνώμη. Μπεν από εδώ ο Νικ, Νικ ο Μπεν, ο αδερφός μου’’<br />‘’Ο ποιος;’’<br />‘’Ο αδερφός μου; Δεν μου μοιάζει;’’<br />‘’Τώρα που το λες. Μπεν, χάρηκα’’<br />‘’Εγώ να δεις. Που στο καλό είναι η Συλβή να την γνωρίσεις;’’<br />‘’Συλβή ακούω…’’<br />‘’Δεν σου είπα στο τηλέφωνο ότι θα έρθω με παρέα;’’<br />‘’Μάλιστα, θα την περιμένουμε, θα καθίσετε μαζί μας;’’<br />‘’Εάν δεν σας κάνει κόπο, δεν έχει πουθενά τραπέζι’’<br />‘’Κανένα πρόβλημα Μπεν. Ευτυχώς πουν είναι λίγο μεγάλο και θα μας χωρέσει’’<br />‘’Α! Να την. Συλβή, Συλβή, εδώ μωρό μου’’<br />‘’Καλησπέρα σας, Μπεν δεν θα με συστήσεις;’’<br />‘’Βεβαίως. Παιδιά η Συλβή, από εδώ ο Νικ και η Κέλι, η αδερφή μου’’<br />‘’Η αδερφή σου;’’ ρώτησε με ένταση ‘’Είσαι αστυνομικός αν δεν κάνω λάθος’’<br />‘’Δεν κάνεις και συγκεκριμένα είμαι ντετέκτιβ’’<br />‘’Εσύ Νικ με τι ασχολείσαι;’’<br /> ‘’Ας πούμε ότι είμαι και εγώ ντετέκτιβ’’<br />‘’Ας πούμε; Δεν είσαι δηλαδή;’’<br />‘’Είμαι αλλά όχι σαν την Κέλι’’<br />‘’Εσύ τι κάνεις;’’<br />‘’Είμαι ασφαλίστρια, όμως έχω σπουδάσει υποκριτική’’<br />‘’Μια χαρά το ακούω, από πού κατάγεσαι;’’<br />‘’Είμαι από το Κολοράντο, έχω όμως μεγαλώσει στην Αγγλία από τα πέντε μου’’<br />‘’Εκεί σπούδασες;’’<br />‘’Ναι, όλα εκεί τα έκανα’’<br />‘’Μπεν, εσύ με τι ασχολείσαι;’’<br />‘’Καλά η αδερφή μου δεν μιλάει καθόλου για μένα;’’<br />‘’Δεν είχαμε τον χρόνο’’<br />‘’Εγώ είμαι προγραμματιστής’’<br />‘’Ένας από τους καλύτερους του κόσμου μπορώ να πω’’<br />‘’Έλα αδερφούλα, τα παραλές τώρα’’<br />‘’Καθόλου, αφού σε ζητούσαν από τις μεγαλύτερες εταιρίες που υπάρχουν’’<br />‘’Για αυτόν τον λόγο πήρα μετάθεση, στην Αγγλία δούλευα στα κεντρικά της Microsoft, μου έγινε μια πρόταση από την Google και μέχρι να αποφασίσω τι θα κάνω θα δουλεύω στα γραφεία του Σαν Φρανσίσκο’’<br />‘’Συγγνώμη, τους είπες ότι σκέφτεσαι να αλλάξεις δουλειά και σε κράτησαν, επίσης σου έδωσαν μετάθεση;’’<br />‘’Δεν τους είπα ότι θα αλλάξω δουλειά, όχι ακόμα τουλάχιστον, μόλις μάθω τι μου προσφέρουν στην μια, θα δω τι μπορώ να πάρω από την άλλη, μετά θα αποφασίσω’’<br />‘’Πολύ σωστό σε βρίσκω’’<br />‘’Εσύ Συλβή τι θα κάνεις; Ο αδερφός μου είπε στο τηλέφωνο ότι έρχεστε μαζί’’<br />‘’Ας πούμε ότι κατάφερα με τα πολλά και τα λίγα να τους πείσω να έρθω και εγώ εδώ, στους συνεργάτες μας. Ξέρουν πόσο αγαπιόμαστε με τον Μπεν και μας έκαναν την χάρη’’<br />‘’Όλα βολικά δηλαδή. Σας ευχόμαστε τα καλύτερα’’<br />‘’Αδελφούλα, πες μας τα νέα σου. Πως αποφάσισες να κάνεις διακοπές;’’<br />‘’Υποχρεωτικά, μου έδωσε ο αρχηγός λόγο της ιστορίας που έγινε’’<br />‘’Χτύπησες πολύ;’’<br />‘’Όχι, εντάξει είμαι, οι άλλοι τρόμαξαν περισσότερο’’<br />‘’Τα κορίτσια τι κάνουν;’’<br />‘’Καλά, η Τζίλ παντρεύεται’’<br />‘’Έλα, το αποφάσισε επιτέλους;’’<br />‘’Όπως το είπες, επιτέλους’’<br />‘’Κέλι, θα σε πείραζε αύριο μετά το πρωινό να τα πούμε λίγο οι δυο μας; Μιας και βρήκαμε την ευκαιρία’’<br />‘’Εννοείτε, έναν αδερφό τον έχω’’<br />‘’Ώρα να πηγαίνουμε για ύπνο, είναι δύο η ώρα και ούτε που το καταλάβαμε’’<br />‘’Αδελφούλη, χάρηκα που σε είδα μετά από τόσο καιρό. Συλβή θα τα πούμε το πρωί’’<br />‘’Καληνύχτα παιδιά’’<br />Αποχωρίστηκαν στο ασανσέρ, η Κέλι και ο Νικ έκαναν μια βόλτα έξω, χάζεψαν την θάλασσα, συζήτησαν, έπαιξαν λίγο πειράζοντας ο ένας τον άλλο και πήγαν στο δωμάτιο.<br />Η αυριανή μέρα τους επιφύλασσε πολλά, δύσκολο όμως να το ξέρουν…thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com15tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-53935341105880329222009-05-27T10:30:00.007+03:002009-05-27T14:57:24.257+03:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14Ο Νικ σηκώθηκε πολύ νωρίς, είχε χρόνια να ξυπνήσει και να μην τον περιμένει δουλειά, πήγε γρήγορα στο μπάνιο, μετά ντύθηκε και κατέβηκε κάτω, η Ρόζα ξεσκόνιζε, μόλις τον είδε παραξενεύτηκε<br />''Καλημέρα παιδί μου, για που το έβαλες τόσο νωρίς;''<br />''Ρόζα μου, θέλω να κάνω έκπληξη στην Κελί, έτσι όταν ξυπνήσει, που ελπίζω να αργήσει θα έχω φέρει διαφημιστικά για τις διακοπές μας, εσύ ξεκίνα να κάνεις το ομορφότερο πρωινό που υπάρχει στον κόσμο. Δεν θα αργήσω''<br />''Αχ! Αγόρι μου γλυκό, έχω να σε δω τόσο χαρούμενο από τότε που ζούσε η γυναίκα σου, ευλογημένη να είναι η Κέλι που κατάφερε μετά από τόσο καιρό να σε κάνει ξανά να πετάς στα σύννεφα''<br />''Θα είναι, όπως και εγώ μαζί της. Φεύγω τώρα για να προλάβω, τα λέμε σε λίγο''<br />''Γεια και να προσέχεις, μην τρέχεις''<br />ο Νικ μπήκε τρεχάτος στο αυτοκίνητο και ξεκίνησε, στο πρώτο ταξιδιωτικό γραφείο που βρήκε μπήκε μέσα και ζήτησε διαφημιστικά<br />''Καλημέρα σας κύριε, για την διευκόλυνση σας θα μου πείτε εάν έχετε κάποιο μέρος υπόψη σας;''<br />''Όχι κάτι συγκεκριμένο, κρουαζιέρα θέλουμε που να φεύγει αύριο''<br />''Τώρα με δυσκολεύετε λίγο, θα κοιτάξω όμως να δω τι υπάρχει''<br />χτύπησε στον υπολογιστή τις ημερομηνίες<br />''Πόσες μέρες θέλετε να είναι το ταξίδι;''<br />''Τουλάχιστον δύο εβδομάδες''<br />''Μάλιστα, έχω δύο κρουαζιέρες για αύριο. Η μία είναι σε πέντε μέρη, ξεκινάμε από Νέα Υόρκη, πρώτη στάση Κόλπος του Μεξικό, δεύτερη Νησιά Κεϊμαν, τρίτη Τζαμάικα, τέταρτη Πουέρτο Ρίκο και τελευταία Κούβα, στο σύνολο οι μέρες είναι δέκα εφτά. Η άλλη τώρα, εκκίνηση πάλι από Νέα Υόρκη, πρώτη στάση Νησί Πρίγκιπα Έντουαρντ, δεύτερη Μαϊάμι, τρίτη Μπαχάμες, τέταρτη Παρθένα Νησιά και τέλος Βερμούδες, επίσης και αυτή δέκα εφτά ημέρες. Ποια από τις δύο προτιμάτε;''<br />''Μπορώ να πάρω τα διαφημιστικά μαζί μου και να σας τα κλείσω σε δύο ώρες;''<br />''Δεν υπάρχει πρόβλημα, ορίστε το τηλέφωνό μας''<br />''Θα σας τηλεφωνήσω και θα περάσω πάλι αργότερα ώστε να κανονίσουμε την πληρωμή''<br />''Σύμφωνοι, θα σας περιμένω. Καλή σας μέρα''<br />''Ευχαριστώ πολύ, γεια σας''<br />βγήκε από το γραφείο και έτρεξε για το σπίτι, ήθελε τόσο πολύ να μιλήσει στην Κέλι, δεν κρατιόταν από την χαρά του, όταν έφτασε μόλις είχε κατέβει<br />''Καλημέρα αγάπη μου, που ήσουν; Ξύπνησα και δεν ήσουν δίπλα μου''<br />''Καλημέρα και σε σένα, πήγα να πάρω κάτι''<br />''Τι πράγμα;''<br />''Έλα να καθίσουμε να φάμε, να πιούμε έναν καφέ και σου τα λέω όλα''<br />πήγαν στην τραπεζαρία, η Ρόζα τους περίμενε με όλα τα καλούδια του κόσμου<br />''Γύρισες επιτέλους; Άργησες''<br />''Ρόζα βάλε καφέ, δεν αντέχω άλλο''<br />''Θα μου δείξεις τώρα τι πήρες;''<br />έβγαλε από την τσέπη του τα χαρτιά και της τα έδωσε<br />''Είπαμε θα πάμε κρουαζιέρα, δες τα και πες μου που θέλεις να πάμε''<br />τα πήρε στα χέρια της και άρχισε να τα ξεφυλλίζει<br />''Αχ! Νικ, δεν σε πιστεύω''<br />''Είναι κάτι που το θέλαμε και οι δύο, άντε διάλεξε''<br />''Λοιπόν, θα προτιμούσα την δεύτερη επιλογή''<br />''Αυτή με τις Μπαχάμες;''<br />''Ναι, νομίζω ότι θα είναι πολύ όμορφα''<br />''Εντάξει, το κλείσαμε τότε, μόλις τελειώσουμε από εδώ θα πάρω τηλέφωνο να μας κλείσουν τις θέσεις και μετά θα πάμε από εκεί να κανονίσουμε τον λογαριασμό''<br />''Είσαι απίθανος''<br />''Ότι πεις, τρώγε τώρα, ώστε να πάμε για ψώνια''<br />''Διατάξτε''<br />αφού τελείωσαν, ετοιμάστηκαν και έφυγαν, πέρασαν από το γραφείο, πλήρωσαν και ύστερα πήγαν στην αγορά, πήραν από το πιο μικρό πράγμα μέχρι το πιο μεγάλο που θα χρειαζόταν, τσάντες θάλασσας, μαγιό, αντηλιακά, αέρινα ρούχα αλλά και μερικά για πιο καλή περίσταση, σε περίπτωση που έτρωγαν με τον καπετάνιο. Όλη τους η μέρα πέρασε ευχάριστα χωρίς να τους διακόψει κανείς. Από αύριο ξεκινούσαν δύο εβδομάδες οι οποίες θα τους άλλαζαν την ζωή. Το βραδάκι που γύρισαν σπίτι ήταν και οι δύο κουρασμένοι, αυτό όμως δεν τους εμπόδισε στο να ετοιμάσουν τα πράγματά τους πρώτα, μετά να τσιμπήσουν κάτι και να περάσουν το υπόλοιπο της νύχτας στο δωμάτιο των παιχνιδιών, είχαν τόση διάθεση που δεν τους κρατούσε τίποτα, τα σύννεφα τα οποία μαζεύονταν πάνω από το κεφάλι τους σύντομα θα γινόταν καταιγίδα, όμως κανείς από τους δύο δεν μπορούσε να ξέρει τι τους περιμένει σε αυτές τις πολυπόθητες διακοπές...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com9tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-28346052820230941182009-05-05T10:11:00.003+03:002009-05-05T10:41:38.702+03:00ΜΟΥΣΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑυτή την ανάρτηση την κάνω χάρη στον Σκρουτζάκο που με κάλεσε να παίξω ένα παιχνίδι, μετά από τις οδηγίες που χρειαζόμουνα ώστε να το πετύχω, ορίστε λοιπόν οι επιλογές μου.<br /><br /><object width="425" height="344"><param name="movie" value="http://www.youtube.com/v/g-2xCr0NNOI&hl=en&fs=1"></param><param name="allowFullScreen" value="true"></param><param name="allowscriptaccess" value="always"></param><embed src="http://www.youtube.com/v/g-2xCr0NNOI&hl=en&fs=1" type="application/x-shockwave-flash" allowscriptaccess="always" allowfullscreen="true" width="425" height="344"></embed></object><br /><br /><object width="425" height="344"><param name="movie" value="http://www.youtube.com/v/V-sCrhRPCMg&hl=en&fs=1"></param><param name="allowFullScreen" value="true"></param><param name="allowscriptaccess" value="always"></param><embed src="http://www.youtube.com/v/V-sCrhRPCMg&hl=en&fs=1" type="application/x-shockwave-flash" allowscriptaccess="always" allowfullscreen="true" width="425" height="344"></embed></object><br /><br /><object width="425" height="344"><param name="movie" value="http://www.youtube.com/v/bQtlrBziyzI&hl=en&fs=1"></param><param name="allowFullScreen" value="true"></param><param name="allowscriptaccess" value="always"></param><embed src="http://www.youtube.com/v/bQtlrBziyzI&hl=en&fs=1" type="application/x-shockwave-flash" allowscriptaccess="always" allowfullscreen="true" width="425" height="344"></embed></object><br /><br /><object width="425" height="344"><param name="movie" value="http://www.youtube.com/v/nL2MkLZ1PN8&hl=en&fs=1"></param><param name="allowFullScreen" value="true"></param><param name="allowscriptaccess" value="always"></param><embed src="http://www.youtube.com/v/nL2MkLZ1PN8&hl=en&fs=1" type="application/x-shockwave-flash" allowscriptaccess="always" allowfullscreen="true" width="425" height="344"></embed></object><br /><br /><object width="425" height="344"><param name="movie" value="http://www.youtube.com/v/h7ZZ9BS92_c&hl=en&fs=1"></param><param name="allowFullScreen" value="true"></param><param name="allowscriptaccess" value="always"></param><embed src="http://www.youtube.com/v/h7ZZ9BS92_c&hl=en&fs=1" type="application/x-shockwave-flash" allowscriptaccess="always" allowfullscreen="true" width="425" height="344"></embed></object>thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com11tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-50675534973061083492009-04-29T11:57:00.010+03:002009-04-29T14:25:41.663+03:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13Το φως του ήλιου έμπαινε έντονο μέσα στο δωμάτιο, η Κέλι άνοιξε τα μάτια και έψαξε τον Νικ δίπλα της, αυτός όμως δεν βρισκόταν στο δωμάτιο, αφουγκράστηκε λίγο και κατάλαβε ότι ήταν στο μπάνιο, κοίταξε το ρολόι και συνειδητοποίησε ότι ήταν πολύ νωρίς, ακόμα δεν είχε πάει οχτώ, γύρισε από την άλλη μεριά και προσπάθησε να ξανακοιμηθεί, ο Νικ βγήκε μετά από λίγη ώρα, όταν τον άκουσε σηκώθηκε <br />''Καλημέρα, γιατί ξύπνησες από τόσο νωρίς; Αν το έχεις ξεχάσει, πρέπει να ξεκουράζεσαι αυτές τις ημέρες.''<br />''Γεια και σε εσένα, μου έλειπε κάποιος από κοντά μου και δεν μπόρεσα να κοιμηθώ περισσότερο'' την πλησίασε και κάθισε μαζί της στο κρεβάτι<br />''Έλα να σε βάλω να κοιμηθείς λίγο ακόμα''<br />''Τώρα τελείωσε η υπόθεση και να κάτσω στο κρεβάτι δεν υπάρχει περίπτωση να με πάρει ο ύπνος, θα σηκωθώ να πιούμε μαζί καφέ''<br />''Εντάξει, σε περιμένω κάτω, θα πω στην Ρόζα να σερβίρει και για σένα''<br />πήρε το σακάκι του και έφυγε, η Κέλι πήγε στο μπάνιο, πλύθηκε και κατέβηκε, δεν άλλαξε γιατί πραγματικά αισθανόταν σαν στο σπίτι της<br />''Καλημέρα Ρόζα, πως είσαι σήμερα;''<br />''Πολύ καλά Κέλι μου. Τι προτιμάς για πρωινό;''<br />''Ότι υπάρχει στο τραπέζι, δεν με πειράζει καθόλου''<br />''Έχω έτοιμα αυγά και τοστ''<br />''Το πιο ωραίο πράγμα, θέλω τρία αυγά''<br />''Τρία; Θα πάθεις τίποτα κορίτσι μου με τόση χοληστερίνη''<br />''Μπα, με βοηθάνε να κρατηθώ όλη την ημέρα. Εσύ, Νικ έφαγες;''<br />''Περιμένω εσένα, μόνο καφέ ήπια, Ρόζα βάλε μου και εμένα τα ίδια''<br />''Αχ! Εσείς οι νέοι, δεν καταλαβαίνετε ότι κάποια πράγματα θα σας πειράξουν αργότερα''<br />''Έλα άσε την μητρική φιγούρα τώρα και πεινάμε''<br />''Εντάξει, έρχομαι αμέσως.''<br />χάζεψαν για λίγο στην τηλεόραση και μετά η Κέλι τον ρώτησε<br />''Αγάπη μου, τι ώρα θα τελειώσεις;''<br />''Κατά τις μία, θέλεις να περάσεις γύρω στις δώδεκα από το τμήμα να γνωρίσεις τους συνεργάτες μου;''<br />''Δεν ξέρω, είναι σωστό;''<br />''Γιατί να μην είναι; Θα περάσεις μόνο μια βόλτα να με δεις και να με πάρεις, μετά θα φύγουμε κατευθείαν για τους γονείς μου.''<br />''Καλά, θα έρθω''<br />''Ορίστε τα φαγητά σας, καλή όρεξη''<br />''Κάτσε μαζί μας, θέλω να σου πω κάτι, φέρε και τον καφέ σου''<br />η Ρόζα τον έφερε και κάθισε<br />''Λοιπόν, Ρόζα μου, σήμερα σε απαλλάσσω από όλα τα καθήκοντά σου, εκτός από ένα''<br />''Και πιο είναι αυτό;''<br />''Θα πας την Κέλι για ψώνια μέχρι τις δώδεκα και μετά θα μου την στείλεις στο γραφείο, εντάξει;''<br />''Νικ, σε παρακαλώ, δεν θέλω να την υποχρεώσω''<br />''Δεν είναι τίποτα για εμένα''<br />''Μόλις την βάλεις στο ταξί, πάρε ρεπό όλη την υπόλοιπη μέρα, δεν θα σε χρειαστούμε''<br />''Ωραία, συμφωνώ, αλλά τώρα εσύ κουνήσου γιατί θα αργήσεις''<br />''Σωστά, πες πως έχω φύγει ήδη, τα λέμε αργότερα''<br />πήρε τα πράγματά του, φίλησε και τις δύο και εξαφανίστηκε<br />''Κέλι χρειάζεσαι κάτι άλλο;''<br />''Όχι, έλα να τελειώσουμε το πρωινό μας, να μαζέψουμε και να ετοιμαστούμε για shopping therapy''<br />''Εσύ δεν έχεις καμία δουλειά να μαζέψεις τίποτα, θα πας επάνω να ντυθείς και μέχρι να κατέβεις εγώ θα τα έχω όλα τελειώσει. Άντε πίνε''<br />''Καλά ντε, μην με μαλώνεις''<br />ύστερα από δέκα λεπτά ήταν στο δωμάτιο, καθώς ντυνόταν σκέφτηκε τι όμορφα που ήταν εδώ, δεν ήθελε να φύγει και όμως σε ένα μήνα έπρεπε να ήταν πίσω στην καθημερινότητά της, δεν ήξερε τι να κάνει, πως μπορούσε να αφήσει τον Νικ μόνο, τον ήξερε λίγο καιρό αλλά της είχε γίνει απαραίτητος, επέπληξε τον εαυτό της που πήγαινε να χαλάσει αυτόν τον όμορφο μήνα και συνέχισε να βάφεται, ήταν έτοιμη να κατέβει όταν θυμήθηκε να πάρει την μαμά της τηλέφωνο, άφησε την τσάντα της και σχημάτισε τον αριθμό, χτύπησε μία, δύο, τρείς φορές, πήγε να το κλείσει αλλά στην τέταρτη το σήκωσε<br />''Παρακαλώ;''<br />''Μαμά εγώ είμαι, τι κάνετε;''<br />''Επιτέλους, ανησύχησα για σένα που δεν πήρες''<br />''Μπορούσες ξέρεις να με πάρεις στο κινητό''<br />''Περίμενα να δω πότε θα φιλοτιμηθείς εσύ''<br />''Καλά ας τα αφήσουμε αυτά, πως περνάτε χωρίς εμένα;''<br />''Όπως πάντα κορίτσι μου, τα ίδια. Α! Πήρε ο αδερφός σου τηλέφωνο, είπε ότι θα κάνει ένα ταξίδι με την κοπέλα και μετά θα γυρίσει πίσω''<br />''Μάλιστα, γιατί εμένα μου είχε πει ότι θα γυρίσει σύντομα''<br />''Σε ένα μήνα θα είναι εδώ''<br />''Εντάξει μαμά, θα σε αφήσω τώρα, πάω να κάνω βόλτα στην Νέα Υόρκη, θα σε πάρω αργότερα, φιλιά''<br />''Γεια σου κορίτσι μου και μην μας ξεχνάς''<br />όταν κατέβηκε, η Ρόζα την περίμενε στην πόρτα<br />''Φεύγουμε;''<br />''Ξεκινάμε, με τι θα πάμε;''<br />''Με το αμάξι μου, φυσικά''<br />μπήκαν μέσα και μετά από λίγη ώρα βρέθηκαν στο κέντρο<br />''Τι σκοπεύεις να πάρεις;''<br />''Δεν έχω κάτι στο μυαλό μου, ότι βρω και μου αρέσει θα το πάρω''<br />''Τώρα με φώτισες''<br />''Εσύ έχεις τίποτα κατά νου;''<br />''Θέλω ένα ταγεράκι γιατί σε δύο βδομάδες παντρεύεται ο ανιψιός μου''<br />''Ωραία, ξεκινάμε από εκεί''<br />αφού έβαλαν το αυτοκίνητο σε πάρκινγκ, άρχισαν το περπάτημα, βρέθηκαν στην εικοστή οδό, την καλύτερη για ψώνια, μπορούσες να βρεις ότι ήθελες εκεί, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, οι ώρες πέρασαν χωρίς να το καταλάβουν ώσπου πέρασαν μπροστά από το μεγάλο ρολόι της πόλης και είδαν ότι ήταν δώδεκα παρά τέταρτο<br />''Ωχ! Θα με σκοτώσει ο Νικ αν αργήσεις, πάμε γρήγορα στο αυτοκίνητο, ευτυχώς δεν είμαστε πολύ μακριά''<br />''Από που, από το αυτοκίνητο ή τον Νικ;''<br />''Από το πρώτο, αλλά και το γραφείο είναι σχετικά κοντά''<br />έφτασαν στο αυτοκίνητο, μπήκαν και σε ένα τέταρτο ήταν έξω από τα γραφεία του FBI<br />''Εδώ είμαστε, θα ανέβεις τα σκαλιά και θα πας στον τέταρτο όροφο, ρώτα και θα σου πουν που βρίσκεται''<br />''Σε ευχαριστώ Ρόζα μου, θα τα πούμε το πρωί, είσαι πολλή καλή''<br />''Δεν κάνει τίποτα, καλά να περάσετε. Α! Κέλι, να προσέχεις μόνο με την κυρία Τζόουνς, είναι ιδιαίτερη γυναίκα, με την πρώτη ματιά δεν θα την συμπαθήσεις αλλά προσπάθησε, θα καταλάβεις ότι στο βάθος είναι μια ψυχούλα''<br />''Θα προσέχω, και πάλι σε ευχαριστώ''<br />μπήκε στο κτίριο, ανέβηκε στον τέταρτο και ζήτησε τον Νικ, της έδειξαν την πόρτα, όμως όλοι την κοιτούσαν με περιέργεια γιατί ήξεραν ποια είναι, προχώρησε στον διάδρομο και χτύπησε την πόρτα, άκουσε την γνωστή φωνή του και μπήκε μέσα, ήταν μαζί με άλλους δύο, τους χαιρέτησε όλους<br />''Καλησπέρα σας''<br />''Καλώς την, Κέλι να σου συστήσω τον Αρχηγό μας, τον κύριο Άνταμσον και τον συνεργάτη μου, τον Τζίν, κύριοι από εδώ η κυρία Κέλι Μπίσοπ, ντετέκτιβ του τμήματος της Καλιφόρνια που σας έλεγα''<br />η Κέλι τους πλησίασε και έτεινε το χέρι της<br />''Χάρηκα πολύ και με τους δύο σας''<br />''Η χαρά είναι όλη δική μας, ο Νικ μας έχει πει για σένα τα μύρια όσια''<br />''Ελπίζω τουλάχιστον να ήταν καλά'' τους χαμογέλασε<br />''Τα καλύτερα που μπορεί να πει κάποιος για εσάς κυρία μου''<br />''Σας ευχαριστώ πολύ, θα ήθελα όμως να με φωνάζετε με το όνομά μου και στον ενικό, εάν δεν σας πειράζει''<br />''Καθόλου και εμείς θα προτιμούσαμε το ίδιο από εσάς, εεεε, συγγνώμη από εσένα''<br />''Κέλι, έλα να σου συστήσω και τους υπόλοιπους, μετά θα φύγουμε. Κύριοι, θα μας συγχωρήσετε''<br />πήγαν στην μεγάλη αίθουσα, τους φώναξε όλους, τους σύστησε και αφού έγιναν τα τυπικά την πήρε να φύγουν, στον δρόμο την ρώτησε πως της φάνηκαν οι συνάδελφοί του<br />''Ήταν όλοι καταπληκτικοί, δουλεύεις σε ένα πολύ όμορφο κλίμα''<br />''Το ξέρω, είμαι από τους τυχερούς''<br />''Πότε ξεκινάει η άδεια σου;''<br />''Από σήμερα, δυστυχώς για σένα''<br />έφτασαν στα προάστια και στην έπαυλη των γονιών του<br />''Νικ, δεν περίμενα ότι ήσουν τόσο πλούσιος, είδα μεν το σπίτι σου, όμως...''<br />''Όμως τι;''<br />''Δεν μου είπες κάτι, να ντυθώ ανάλογα''<br />''Μια χαρά είσαι, το κουστούμι σου είναι πολύ καλό''<br />''Μήπως έπρεπε να φορέσω κάτι πιο επίσημο''<br />''Δεν χρειάζεται, είμαστε απλοί άνθρωποι, απλώς η μαμά είναι διαφορετική''<br />''Δηλαδή;''<br />''Έχει τον χαρακτήρα των μεγάλων κυριών στην Νέα Υόρκη, μην την παρεξηγήσεις, μόλις σε γνωρίσει καλύτερα θα γίνει κανονικός άνθρωπος''<br />''Πιστεύω πως θα το αντέξω''<br />χτύπησαν το κουδούνι και τους άνοιξε η υπηρέτρια<br />''Κύριε Νικ, καλησπέρα σας, περάστε, σας περιμένουν στο σαλόνι. Να πάρω τα πράγματά σας;''<br />''Σε ευχαριστούμε Βαλένσια'' έδωσαν τα πανωφόρι τους και προχώρησαν στο σαλόνι, ήταν όλοι εκεί, οι γονείς του, η αδερφή του με τον άντρα και τα παιδιά και η θεία Έμιλυ, η αδερφή του μπαμπά του<br />''Καλησπέρα σε όλους''<br />''Νικ, ήρθες αγάπη μου. Έλα να σε φιλήσω''<br />τον αγκάλιασε και τον έσφιξε<br />''Έλα μαμά, χαλάρωσε, θα με σκάσεις'' έτρεξαν τα ανιψάκια του και έπεσαν στην αγκαλιά του<br />''Θείε, θείε, σε επιθυμήσαμε πολύ, που ήσουν τόσο καιρό;''<br />''Είχα δουλειές μωρά μου, τώρα όμως θα με δείτε να με χορτάσετε''<br />τους αγκάλιασε και τους φίλησε όλους, σύστησε την Κέλι<br />''Μαμά, μπαμπά, Ζιζέλ, Άντριαν, θεία και παιδιά από εδώ η Κέλι, Κέλι οι γονείς μου, Μπράιαν και Ζόι, η αδερφή μου Ζιζέλ, ο άντρας της Άντριαν, η θεία Έμιλυ και τα παιδιά Φράνκ και Λίζα''<br />''Καλώς ήρθες παιδί μου στο σπίτι μας, ελάτε να καθίσετε. Θα πάρετε κάτι;''<br />''Ένα μπράντι πρίνε το φαγητό είναι ότι πρέπει''<br />''Θα φωνάξω τώρα να έρθουν'' χτύπησε το καμπανάκι και η Βαλένσια ήρθε σαν σίφουνας<br />''Μάλιστα κυρία, τι θα θέλατε;''<br />''Δύο μπράντι και γρήγορα''<br />''Αμέσως''<br />''Λοιπόν, Κέλι, τι δουλειά είπαμε ότι κάνεις;''<br />''Είμαι ντετέκτιβ σε ένα τμήμα της Καλιφόρνια''<br />''Ντετέκτιβ;''<br />''Ναι μαμά, ντετέκτιβ''<br />''Είναι δουλειά αυτή για γυναίκες;''<br />''Να συγχωρήσετε την αγένειά μου, άλλα κατάγομαι από οικογένεια αστυνομικών και δεν ήθελα να χαλάσω την παράδοση''<br />''Καθόλου αγένεια, απλά δεν θεωρώ τις γυναίκες για αυτές τις δουλειές, βρίσκεσαι συνέχεια στους δρόμους και δεν έχεις προσωπική ζωή, αυτό δεν πρέπει να το χάνει μια γυναίκα''<br />''Καταλαβαίνω τις απόψεις σας, όμως πλέον ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο είμαστε όλοι ίσοι και μπορούμε να κάνουμε τα πάντα ανεξαιρέτως αν είσαι γυναίκα ή άντρας''<br />''Έλα μαμά, μην αρχίζεις τώρα, ο καθένας έχει τις επιλογές του''<br />τους έφεραν τα ποτά τους<br />''Στην υγειά σας και καλώς σας βρήκαμε''<br />''Στην υγειά σας και καλώς μας ήρθατε''<br />κάθισαν περίπου μια ώρα και συζητούσανε ώσπου ήρθε η Βαλένσια και ανακοίνωσε ότι το φαγητό ήταν έτοιμο, προχώρησαν στην τραπεζαρία και σερβιρίστηκαν, όλα τα φαγητά ήταν προσεγμένα, για ορεκτικό υπήρχε κοτόσουπα, για πρώτο πιάτο φιλετάκια κοτόπουλου μαριναρισμένα, για κυρίως πιάτο χοιρινό μπούτι με πατάτες και τέλος, για γλυκό υπήρχε κέικ σοκολάτας.<br />''Μαμά, είσαι υπέροχη, σε ευχαριστούμε για αυτό το θαυμάσιο φαγητό''<br />''Δεν έκανα τίποτα παιδί μου, απλά πράγματα''<br />''Μόνο που πέρασε η ώρα και αφού έχουμε τελειώσει τον καφέ μας, θα πρέπει να σας αφήσουμε. Είμαι κουρασμένος, έτσι κι αλλιώς μεθαύριο φεύγουμε κρουαζιέρα και χρειάζεται να ετοιμαστούμε''<br />''Που θα πάτε ακόμα δεν ήρθατε;''<br />''Πήρα άδεια μετά από τόσα χρόνια, αποφάσισα ότι χρειάζομαι διακοπές''<br />''Όπως είναι καλύτερα για εσάς. Να σας συνοδεύσω ως την πόρτα''<br />τους έβγαλε μέχρι έξω, όταν όμως η Κέλι μπήκε στο αμάξι τον κράτησε λίγο <br />''Αγάπη μου, ξέρεις ότι δεν θέλω να μπλέκομαι στην ζωή σου, την συμπάθησα την κοπέλα, όμως δεν είναι του κύκλου μας, σε παρακαλώ να το κοιτάξεις''<br />''Μαμά, καλά κάνεις και δεν ανακατεύεσαι, η ζωή είναι δική μου και την κάνω ότι θέλω. Καληνύχτα, θα σε πάρω πριν φύγω ταξίδι. Χαιρέτησε τους υπόλοιπους και έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο.<br />''Τι σου έλεγε;''<br />''Τίποτα μωρέ, τα δικά της, σαν μαμά''<br />''Νικ, δεν θέλω να σου δημιουργήσω κάποιο πρόβλημα''<br />''Σαν τι δηλαδή;''<br />''Να μαλώσεις με την οικογένεια σου''<br />''Αυτό μην σε φοβίζει, θα στρώσει. Άντε φτάσαμε, πάμε να κοιμηθούμε, αύριο θα ψάχνουμε σε πιο μέρος θα πάμε''<br />''Εντάξει, πάω να βάλω πιτζάμες, είμαι πτώμα''<br />ξάπλωσαν στο κρεβάτι μίλησαν για λίγο περί ανέμων και υδάτων<br />''Νικ, καληνύχτα''<br />''Καληνύχτα, μωρό μου!''thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com11tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-42446634033529627552009-04-02T09:49:00.007+03:002009-04-02T13:13:21.564+03:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12Μόλις σηκώθηκαν έκαναν ένα μπανάκι, ήπιαν έναν καφέ και έφυγαν για το αεροδρόμιο, η πτήση τους αναχωρούσε στις δέκα, έφτασαν μια ώρα πριν, έκαναν έλεγχο στα εισιτήρια τους και όσο περίμεναν για να ανέβουν στο αεροπλάνο ψώνισαν κάποια πράγματα από τα μαγαζάκια, μόλις ανακοινώθηκε ότι η επιβίβαση ξεκινάει έκαναν έλεγχο αποσκευών και περίμεναν την σειρά τους για να τους βάλουν στις θέσεις τους.<br />Η πτήση κράτησε σαράντα πέντε λεπτά, όταν κατέβηκαν η Κέλι είχε ένα σφίξιμο στο στομάχι, αυτό το πάθαινε κάθε φορά που πετούσε, κάθισαν για λίγο στην καφετέρια για να ηρεμήσει, όταν ένιωσε καλύτερα πήγαν στην έξοδο για να βρουν ένα ταξί, ο Νικ έδωσε την διεύθυνση του, καθώς προχωρούσαν στους δρόμους της Νέας Υόρκης η Κέλι ένιωθε μια τρελή χαρά, είχε έρθει ξανά αλλά τώρα της φαινόταν όλα διαφορετικά, φαντάστηκε να περπατάει το βράδυ αγκαλιά με τον Νικ και αναστέναξε δυνατά<br />''Τι έγινε αγάπη μου, αισθάνεσαι καλά;''<br />''Μια χαρά, γιατί ρωτάς;''<br />''Επειδή αναστέναξες τόσο βαθιά και ανησύχησα''<br />''Όχι, μην αγχώνεσαι, απλά βλέποντας την διαδρομή, σκέφτηκα τι όμορφα που θα είναι μια βόλτα εδώ το βράδυ''<br />''Αυτό σου το υπόσχομαι ότι είναι πάρα πολύ ωραία, το βραδάκι θα σε βγάλω έξω και θα το δεις''<br />''Αλήθεια, που είναι επιτέλους το σπίτι σου;''<br />''Δύο τετράγωνα πιο κάτω, σε λίγο θα φανεί''<br />''Άντε να δω και το γούστο σου''<br />''Νομίζω ότι το γούστο μου το ξέρεις''<br />''Δεν εννοώ αυτό βρε χαζούλι''<br />''Άκου, το σπίτι μου μετά από τον θάνατο της γυναίκας και της κορούλας μου, δεν του έκανα και πολλές αλλαγές, έδωσα κάποια πράγματα γιατί μόνο στην θύμηση της δεν ήθελα να τα βλέπω, κατά τα άλλα η διακόσμηση είναι δικιά της''<br />''Λυπάμαι πολύ αγάπη μου''<br />''Μην σκας, το έχω ξεπεράσει πλέον και είμαι καλά, δεν φαίνεται άλλωστε;''<br />''Και βέβαια φαίνεται'' του είπε και του έδωσε ένα φιλί<br />''Ορίστε, να το, φτάσαμε''<br />''Ποιο; Αυτό το θηρίο;''<br />''Δεν είναι τόσο μεγάλο όσο φαίνεται''<br />''Πλάκα μου κάνεις τώρα; Το δικό μου μοιάζει καλύβα μπροστά σε αυτό''<br />''Έλα, μην μιλάς πολύ, κατέβα, να πάρουμε τις βαλίτσες και να σε ξεναγήσω στο παλάτι μου'' <br />πράγματι το σπίτι ήταν σαν μικρό παλάτι, με το που πέρασαν την καγκελόπορτα η Κέλι κάθισε και χάζεψε τον κήπο, ήταν τεράστιος, παντού έβλεπες λουλούδια, τριαντάφυλλα, κρίνους, αζαλέες και κάθε λογής φυτό που μπορούσες να φανταστείς, μπαίνοντας στο σπίτι τους υποδέχτηκε μια γυναίκα<br />''Καλημέρα Ρόζα μου. Τι κάνεις, όλα καλά εδώ;'' πήγε και την αγκάλιασε<br />''Καλημέρα Νικ, πως πέρασες;''<br />''Ας πούμε ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν και χειρότερα. Να σου συστήσω από εδώ την Κέλι, φίλη, Κέλι από εδώ η Ρόζα η οικιακή μου βοηθός''<br />''Χάρηκα πολύ κυρία''<br />''Σε παρακαλώ να με φωνάζεις με το όνομά μου Ρόζα, για να τα πάμε καλά οι δύο μας''<br />''Όπως επιθυμείς, να σας φέρω κάτι να πιείτε; Για τις βαλίτσες θα φωνάξω τον Μαρκ.''<br />''΄Εναν καφέ θα το πίναμε και οι δύο''<br />''Έρχεται σε λίγο''<br />αφού έφυγε, η Κέλι άρχισε να προχωράει μέσα στο σπίτι, το πόσο όμορφο ήταν δεν μπορούσε να το περιγράψει, αφού ο Νικ την άφησε λίγο να περιτριγυρίσει της είπε<br />''Αυτός εδώ είναι ο διάδρομός μας, οι πίνακες που βλέπεις στα δεξιά σου είναι η συλλογή της γυναίκας μου, όλα είναι αυθεντικά έργα του Πικάσο, έλα από εδώ τώρα'' πέρασαν την πόρτα που βρισκόταν στα αριστερά της<br />''Εδώ είναι το σαλόνι''<br />''Νικ, είναι πολύ όμορφο''<br />''Αυτό είναι αλήθεια'' ήταν τεράστιο, υπήρχαν δύο σαλόνια, ένα μικρό δίπλα στο τζάκι και ένα άλλο, το μεγάλο, το οποίο απλωνόταν στο υπόλοιπο δωμάτιο και μπροστά στις πόρτες που έβλεπαν στον κήπο, η Κέλι τα έχασε, δεν μπορούσε να πει κουβέντα, τα έπιπλα ήταν σε πολύ μοντέρνο ρυθμό αλλά παράλληλα απέπνεαν και μια ανάσα παλιού καιρού, υπήρχαν και εδώ πίνακες, πάνω στο τζάκι είδε κάποιες φωτογραφίες, πλησίασε<br />''Μπορώ να τις δω;''<br />''Και το ρωτάς; Έλα να σου πω ποιοι είναι ποιοι''<br />έπιασε στα χέρια της μία,<br />''Πέτυχες διάνα κατευθείαν, αυτή είναι η γυναίκα μου η Ρέιτσελ, δίπλα στην άλλη κορνίζα είναι η κόρη μου η Μαρί'' όταν μίλησε για την κόρη του η φωνή του έγινε λίγο πιο σιγανή<br />''Ήταν όμορφες και οι δύο''<br />''Όπως το είπες, ήταν...''<br />''Αχ! Μωρό μου, καταλαβαίνω ότι σου είναι δύσκολο''<br />''Μην ρίχνουμε τώρα την ψυχολογία μας, η επόμενη είναι ο μπαμπάς μου και η μαμά μου, η αδερφή μου με τον άντρα της και τα παιδιά τους, εδώ εγώ στην αποφοίτηση μου από την σχολή''<br />''Δεν άλλαξες από τότε''<br />''Σχεδόν καθόλου, μόνο με κάποιες ρυτίδες την γλύτωσα, ευτυχώς'' γέλασαν και οι δύο<br />''Αχ! Αυτή είναι του γάμου σας, ε;''<br />''Ναι, μόλις είχε τελειώσει η τελετή''<br />καθώς μιλούσαν ήρθε η Ρόζα<br />''Έτοιμοι οι καφέδες σας, Κέλι πως τον πίνεις εσύ;''<br />''Σκέτο, ούτε γάλα''<br />''Σαν τον Νικ και εσύ, να δω πότε θα σας πιάσει το στομάχι σας, δεν φτάνει που είναι σκέτοι τους πίνετε και τον ένα μετά τον άλλο.''<br />''Εντάξει Ρόζα, σε ευχαριστώ πολύ, τι καλό θα μας ετοιμάσεις για μεσημέρι;''<br />''Ότι τραβάει η όρεξή σας''<br />''Μια μακαρονάδα από τα χεράκια σου, ξέρεις από εκείνη με τη καυτερή σάλτσα;''<br />''Εγώ νόμιζα ότι θα πεις κανένα παράξενο, το πιο εύκολο πράγμα ζητάς''<br />''Δεν θέλω να σε παιδέψω ακόμα δεν γύρισα''<br />''Κατά τις δύο είναι καλά να φάτε;''<br />''Ναι, είναι τέλεια'' η Ρόζα έφυγε και έμειναν πάλι μόνοι τους<br />''Θα μου δείξεις και το υπόλοιπο σπίτι;''<br />''Βεβαίως, να πιούμε όμως πρώτα τον καφέ μας'' μετά από μισή ώρα σηκώθηκαν, της έδειξε το γραφείο του, τι οποίο ήταν πολύ επιβλητικό<br />''Νικ, πως μπορείς και δουλεύεις σε τόσο μουντό γραφείο;''<br />''Εάν ήταν πιο χαρούμενο, δεν θα υπήρχε περίπτωση να λύσω τις υποθέσεις μου''<br />''Όλος ο τοίχος από πάνω μέχρι κάτω βιβλιοθήκη, ένα τεράστιο τζάκι και στη μέση το γραφείο σου, λίγο συνηθισμένο δεν είναι;''<br />''Αν δεν σου αρέσει μην μπαίνεις''<br />''Μην θυμώνεις, μια πλάκα σου έκανα''<br />''Πάμε στο δωμάτιο παιχνιδιών''<br />''Τι; Έχεις και τέτοιο;''<br />''Υπήρχε περίπτωση να μην έχω;''<br />όταν μπήκαν μέσα η Κέλι αντίκρισε ένα πανδαιμόνιο, ένα τραπέζι για επιτραπέζια, ένα για πινγκ-πονγκ, μπιλιάρδο και σε μια γωνία πιο πέρα υπήρχε ένας καναπές και ένα σύνθετο το οποίο πάνω είχε κάθε λογής ηλεκτρονικό παιχνίδι, playstation, xbox και πολλά άλλα<br />''Αυτός είναι ο παράδεισός μου, ειδικά το βράδυ''<br />''Δεν είσαι καλά εσύ''<br />''Γιατί; Όλοι κρύβουμε ένα παιδί μέσα μας, το θέμα είναι πως θα το βγάλει ο καθένας έξω, εγώ ανακάλυψα αυτόν τον τρόπο. Τώρα μας μένει η τελευταία μας στάση που είναι τα δωμάτια στον πάνω όροφο''<br />''Άντε πάμε να τα δούμε και αυτά, γιατί ειλικρινά άρχισα να κουράζομαι με τόσο περπάτημα''<br />ανέβηκαν την μεγάλη εσωτερική σκάλα και εκεί η Κέλι βρήκε μια μεγάλη έκπληξη, ο όροφος χωριζόταν σε δύο πτέρυγες, στην αριστερή υπήρχαν τα δωμάτια των ξένων και στην δεξιά η κρεβατοκάμαρα του Νικ και άλλα δύο δωμάτια τα οποία προοριζόταν όπως της είπε για τα παιδιά, στη μέση υπήρχε ένα άγαλμα και από δίπλα ένα τζάκι και δύο καρεκλοπολυθρόνες, της έδειξε τα δωμάτια ένα ένα, όλα είχαν το δικό τους μπάνιο, ένα γραφειάκι με υπολογιστή επάνω και μικρό σαλονάκι, όταν πήγαν στο παιδικό δωμάτιο ήταν σαν να έμενε κάποιο παιδί εκεί<br />''Δεν το πείραξα καθόλου, δεν ήθελα να φύγει η θύμηση της από εδώ μέσα και δεν θέλω να το αλλάξω, θα μείνει όπως το άφησε η μικρή ότι και αν γίνει''<br />''Εντάξει μωρό μου μην σε ανησυχεί αυτό, κανένας δεν θα το πειράξει, πάμε στο δωμάτιό σου;''<br />''Ακολούθησε με'' όταν άνοιξε την πόρτα είδε ένα φωτισμένο από τον ήλιο δωμάτιο που της άρεσε πιο πολύ από τα άλλα, το κρεβάτι ήταν υπέρδιπλο και τόσο μαλακό, πήγε στο παράθυρο και κοίταξε τον κήπο από κάτω, ήταν τέλεια<br />''Νικ, δεν παίζεσαι με τίποτα'' τον αγκάλιασε και τον φίλησε με πολλή αγάπη, το μπάνιο και η ντουλάπα ήταν ολόκληρα δωμάτια από μόνα τους, ξαφνικά χτύπησε το εσωτερικό τηλέφωνο<br />''Πες μου Ρόζα''<br />''Νικ, είναι δύο, δεν θα κατέβετε για φαγητό;''<br />''Πότε πήγε; Δεν το καταλάβαμε, ερχόμαστε τώρα. Άντε κοπελιά, πάμε να φάμε''<br />κατέβηκαν στην τραπεζαρία, το μεσημεριανό τους περίμενε, μαζί και η Ρόζα, <br />''Θα θέλατε κάτι άλλο;''<br />''Ναι Ρόζα, να φας μαζί μας, πάντα τρώμε μαζί, τώρα θα το χαλάσουμε;''<br />''Μα η Κέλι δεν το ξέρει αυτό και ίσως δεν θέλει''<br />''Σοβαρά μιλάς; Πάρε ένα πιάτο και έλα''<br />''Πολύ καλά, θα σας κάνω παρέα'' μέχρι να πάει στην κουζίνα και να έρθει η Κέλι είχε σερβίρει και την περίμενε, πήρε το πιάτο της το γέμισε και κάθισαν όλοι μαζί συζητώντας, μόλις τελείωσαν ήπιαν ακόμα έναν καφέ και πήγαν να ξαπλώσουν, ο Νικ είπε στην Ρόζα να τους ξυπνήσει κατά τις έξι, ανέβηκαν επάνω, μπήκαν και οι δύο στην μπανιέρα, έκαναν μπάνιο ο ένας στον άλλο και έρωτα με πάθος τρελό, ξάπλωσαν στο κρεβάτι κατά τις τέσσερις και μισή, πότε πήγε έξι δεν το κατάλαβαν, αφού σηκώθηκαν είπαν στην Ρόζα να φέρει καφέ στο δωμάτιο παιχνιδιών, έκατσαν με τις ώρες, έπαιξαν όλα τα παιχνίδια που υπήρχαν, σε κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο, το σήκωσε ο Νικ<br />''Παρακαλώ;''<br />''Γεια σου αγόρι μου. Τι κάνεις, πότε γύρισες;''<br />''Γεια σου μαμά, σε ξέχασα, συγγνώμη''<br />''Ευτυχώς που πήρα τη Ρόζα για να δω τι κάνει και μου το είπε, γιατί από εσένα δεν το περιμένω''<br />''Γίνεσαι κακιά τώρα, θα σε έπαιρνα για να πάμε αύριο το μεσημέρι για φαγητό''<br />''Γιατί δεν έρχεσαι από το σπίτι;''<br />''Ξέρεις μαμά, έχω και παρέα μαζί μου''<br />''Φέρε την μαζί παιδί μου, τι έγινε;''<br />''Καλά, μόλις τελειώσω από την υπηρεσία θα έρθουμε, φιλιά πολλά, τα λέμε αύριο''<br />''Η μαμά σου ήταν;''<br />''Ναι, αύριο το μεσημέρι θα φάμε στο σπίτι τους''<br />''Κανένα πρόβλημα''<br />''Πάμε να ντυθούμε να βγούμε μια βόλτα''<br />''Τι να βάλω; Που θα πάμε;''<br />''Κάτι τελείως απλό, σήμερα θα περπατήσουμε για αρχή και μετά θα δούμε''<br />''Ότι πείτε αφεντικό, τρέχω''<br />σε μισή ώρα ήταν και οι δύο στην πόρτα<br />''Ρόζα μου μπορείς να φύγεις, για σήμερα δεν σε θέλω άλλο, θα σε δούμε το πρωί''<br />μπήκαν στο αυτοκίνητο του Νικ, ένα cryshler κάμπριο, το άφησε στο κέντρο και άρχισαν να περπατάνε, μπήκαν σε ένα εμπορικό και έκαναν βόλτες, πήγαν στο πάρκο, περπατούσαν για αρκετές ώρες, κάποια στιγμή βρήκαν έναν πάγκο με hot dogs, πήραν από δύο ο καθένας και έκατσαν σε ένα παγκάκι, μετά μπήκαν σε μια πάμπ, παρήγγειλαν ένα ποτάκι, διασκέδασαν πάρα πολύ, όταν ήρθε η ώρα να γυρίσουν σπίτι, δεν ήθελαν αλλά έπρεπε γιατί ο Νικ είχε δουλειά αύριο<br />''Εγώ τι θα κάνω το πρωί;''<br />''Θα ξυπνήσεις ότι ώρα θέλεις και μπορείς να βγεις για ψώνια, πάρε μαζί και την Ρόζα για να σε βοηθήσει''<br />''Καλά, θα το αντέξω το πρωί μακριά σου''<br />''Πέσε κοιμήσου τώρα γιατί είμαι πτώμα και θα τα πούμε το πρωί''<br />''Καληνύχτα, κακέ άνθρωπε''<br />''Καληνύχτα αγάπη μου''<br />Έτσι τελείωσε και η σημερινή μέρα για τη Κέλι και τον Νικ, τους αποχαιρέτησε με ένα χαμόγελο στα χείλι.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com14tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-7354262457366025082009-03-20T09:26:00.006+02:002009-03-20T11:27:24.913+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11Πέρασε μια ολόκληρη μέρα μέχρι επιτέλους να ανοίξει τα μάτια της, μόλις το έκανε δεν είχε συνειδητοποιήσει ακόμα που βρισκόταν, γύρισε το κεφάλι της και είδε τον Νικ, καθόταν σε μια πολυθρόνα με μια κουβέρτα στα πόδια του και κοιμόταν, πήγε να σηκωθεί αλλά δεν τα κατάφερε, ο Νικ την άκουσε και έτρεξε κοντά της<br />''Επιτέλους μωρό μου, ξύπνησες''<br />''Νικ, τι έγινε; Δεν θυμάμαι και πολλά πράγματα. Πόσες ώρες κοιμάμαι;''<br />''Τι θυμάσαι;''<br />''Θυμάμαι τον Μπερκ, τον Γκριν, την Τζίλ στην αποθήκη, παλεύαμε, μόλις κατάφερα να ελευθερώσω την Τζίλ, έτρεξα για τον Μπερκ, με χτύπησαν, μετά όλα είναι μπερδεμένα, μου έρχονται στιγμές στο μυαλό αλλά δεν μπορώ να τις βάλω σε σειρά''<br />''Λοιπόν, θα σου πω αμέσως τώρα τι έγινε, πρώτον, η εγχείρηση σου δεν κράτησε πολύ, μόνο μια ώρα, δεύτερον, μετά την εγχείρηση κοιμάσαι συνέχεια, δηλαδή μια ολόκληρη ημέρα και τρίτον, θέλεις να σου πω τώρα την συνέχεια της αποθήκης ή θέλεις να ηρεμήσεις πρώτα και να φωνάξω τους γονείς σου που ανησυχούν;''<br />''Φωνάξατε τους γονείς μου; Πάτε καλά, τους ανησυχήσατε χωρίς λόγω;'' <br />''Όχι βρε αγάπη μου και χωρίς λόγω, ο Αρχηγός επέμενε γιατί αν δεν ειδοποιούσε τον μπαμπά σου, θα τον σκότωνε επιτόπου αν το μάθαινε από αλλού''<br />''Που είναι τώρα;''<br />''Πήγαν κάτω στην καφετέρια να πιούν έναν καφέ, πάω να τους φωνάξω''<br />''Δεν θα μου πεις την συνέχεια;''<br />''Ας έρθουν να σε δουν πρώτα και μετά σου τα λέω όλα''<br />Βγήκε από το δωμάτιο και είπε στην νοσοκόμα να τους ειδοποιήσει να ανέβουν, παράλληλα φώναξαν και τον γιατρό για να την δει<br />''Κέλι μου, αγάπη μου, μωράκι μου, ψυχή μου, είσαι καλά, πως νιώθεις;''<br />''Τώρα είμαι εντάξει μαμά. Είδες γιατί σου φώναξα όταν μου είπες ότι ήρθαν; Μπαμπά μου, έλα να σε αγκαλιάσω και μην ανησυχείτε για εμένα, θα βγω σε κανά δύο μέρες και μετά όλα θα έρθουν στην κανονική τους ροή''<br />''Κέλι, μπορείς να μην είσαι τόσο απερίσκεπτη σε καταστάσεις όπως η χθεσινή; Θα μπορούσες τώρα να μην βρίσκεσαι σε αυτό το κρεβάτι αλλά σε ένα ψυγείο''<br />''Μπαμπά, κάτσε φρόνιμα, ότι και να ήταν κινδύνευε η φίλη μου, δεν μπορούσα να κάτσω με σταυρωμένα χέρια''<br />''Ας έπαιρνες ένα τηλέφωνο στο τμήμα να έλεγες που πας, να έρθουν τουλάχιστον από πίσω σου ο Άρνι και άλλοι αστυνομικοί.''<br />''Ηρέμησε τώρα, τέλος καλό όλα καλά, δεν λένε;''<br />''Να τα βράσω τα καλά. Έχουμε τον αδερφό σου που δεν έχει δώσει σημεία ζωής εδώ και μια βδομάδα, έχουμε και εσένα από πάνω. Για συμμορφωθείτε και οι δύο γιατί θα αρχίσω να θυμώνω''<br />''Ωραία μπαμπά, θα είμαστε τα καλύτερα παιδιά από εδώ και πέρα, σου το υπόσχομαι. Αλήθεια γιατί ο μικρός δεν πήρε τηλέφωνο;''<br />''Που θες να ξέρω; Αυτό το ξερό του το κεφάλι, θα τον φέρει καμιά μέρα σε άσχημη θέση''<br />''Μόλις βγω από εδώ, θα τον ψάξω''<br />''Κέλι, θέλω να σου πω κάτι''<br />''Τι είναι Νικ;''<br />''Όταν βγεις από εδώ...''<br />''Ναι...''<br />''Ο αρχηγός σου έχει κανονίσει έναν μήνα άδεια, μαζεύεις τα πράγματά σου και φεύγουμε Νέα Υόρκη για αρχή, μια μέρα μόνο θα πάω στην Υπηρεσία και μετά πάμε διακοπές, μετά από τέσσερα χρόνια συνεχόμενης δουλειάς αποφάσισα να πάω και εγώ λίγες διακοπές''<br />''Νικ, καλά αυτά που λες, αλλά τι θα γίνει με την υπόθεσή, την αναφορά ποιος θα την κάνει;''<br />''Τακτοποιήθηκε και αυτό, ο Άρνι την ξέρει απ' έξω και ανακατωτά, θα τα κάνει αυτός, θα σου την στείλει όπου είμαστε, θα της βάλεις υπογραφή και τελειώσαμε''<br />Εκείνη την στιγμή ήρθε ο γιατρός<br />''Καλησπέρα σας, πολυκοσμία εδώ μέσα για βράδυ, πως είναι η ασθενής μας;''<br />''Για ποια μιλάει; Εγώ δεν είμαι ασθενής, απλά είχα μια ατυχία και χρειάστηκε να με φιλοξενήσετε σε αυτό το ωραίο δωμάτιο.''<br />''Κέλιιιιιιιιιιιιιι'' βροντοφώναξαν και οι τρεις μαζί<br />''Καλά, καλά, μια πλάκα δεν μπορώ να κάνω;''<br />''Καταλαβαίνω ότι συνήλθατε δεσποινίς Μπίσοπ, μόνο χρειάζεται να σας εξετάσω για πέντε λεπτά''<br />''Δεν λέω όχι να με εξετάσετε, αλλά θέλω να μου πείτε επίσης πότε θα φύγω. Αύριο είναι καλά;''<br />''Θα δούμε πως θα εξελιχθεί η νύχτα πρώτα''<br />''ΟΥΦ!!!! Καλά''<br />''Εμείς πάμε έξω, όταν τελειώσετε μας φωνάζετε''<br />Ο Νικ πήρε τηλέφωνο την Τζίλ, ευτυχώς είχε συνέλθει από το σοκ<br />''Παρακαλώ''<br />''Τζίλ, Νικ εδώ''<br />''Περίμενα τηλέφωνο σου, τι έγινε, είναι καλά;''<br />''Καλύτερα δεν γίνεται, ξύπνησε και άρχισε να μας πειράζει όλους έναν έναν''<br />''Η αιώνια καλή Κέλι, θα έρθουμε αύριο πρωί πρωί με την Πάϊπερ, θα της το πω εγώ''<br />''Ευχαριστώ, τα λέμε αύριο, καληνύχτα''<br />''Καληνύχτα Νικ''<br />Γύρισε ξανά αλλά ο γιατρός ακόμα δεν είχε τελειώσει, χαζολόγησαν οι τρεις τους ώσπου βγήκε <br />''Γιατρέ, θα ήθελα να σας κάνω μια ερώτηση''<br />''Παρακαλώ, πείτε μου''<br />''Όταν ξύπνησε θυμόταν αρκετά πράγματα, όμως μετά που δέχτηκε το χτύπημα δεν θυμάται και πολλά, της έρχονται κάποιες στιγμές στο μυαλό αλλά όπως είπε δεν μπορεί να τις βάλει στην σωστή σειρά''<br />''Αυτό είναι μετατραυματικό σοκ, σε λίγες μέρες θα τα θυμηθεί όλα και θα τα βάλει σε σειρά, ξέρετε, σε κάποιους ανθρώπους το μυαλό τους κρύβει τα πιο σημαντικά γεγονότα μιας δύσκολης κατάστασης, για τον λόγω και μόνο γιατί αυτό το περιστατικό μπορεί και να τους στοιχήσει την ζωή''<br />''Σας ευχαριστώ πολύ, θα σας δούμε ξανά αύριο;''<br />''Βεβαίως, θα είμαι εδώ μέχρι αύριο το μεσημέρι. Σας καληνυχτώ''<br />''Καληνύχτα και σας ευχαριστούμε ξανά''<br />Μπήκαν μέσα στο δωμάτιο και κάθισαν δίπλα στην Κέλι<br />''Λοιπόν, σηκωθείτε τώρα όλοι να πάτε στο σπίτι να ξεκουραστείτε, εγώ είμαι μια χαρά''<br />''Δεν είσαι καλά κορίτσι μου, θα κάτσουμε εδώ, δεν σε αφήνουμε''<br />''Μαμά, μπαμπά, είπα τώρα θα σηκωθείτε''<br />''Μην μου υψώνεις εμένα την φωνή, δεν σου τις έβρεξα μικρή θα σου τις βρέξω τώρα''<br />''Θα κάνουμε μια συμφωνία''<br />''Τι είναι πάλι, εσύ δεν έπρεπε να γίνεις αστυνομικός, πολιτικός έπρεπε''<br />''Μπαμπά, άσε τις γκρίνιες. Θα μείνει ο Νικ μαζί μου αν το θέλει, εσείς όμως θα πάρετε τα κλειδιά μου και θα πάτε στο σπίτι, αύριο το πρωί μου έρχεστε ξανά. ΟΚ;''<br />''Θα αναγκάσεις τον άνθρωπο να μείνει μαζί σου, δουλειά δεν έχει; Δεν φτάνει που έμεινε εδώ από χθες, τον θες και σήμερα;''<br />''Εγώ θα έμενα έκανε δεν έκανε χειρονομία να το πει, ελάτε να σας κατεβάσω μέχρι το αυτοκίνητο''<br />Η Κέλι τους καληνύχτισε και τους είπε ότι θα τους περιμένει αύριο, μετά από ένα τέταρτο γύρισε ο Νικ, κάθισε δίπλα της στο κρεβάτι και τις εξήγησε τι έγινε χθες το βράδυ με κάθε λεπτομέρεια, δεν κατάλαβαν πότε πήγε δύο η ώρα, αποκοιμήθηκαν εκεί, στο κρεβάτι του νοσοκομείου.<br />Το πρωί τους ξύπνησε η νοσοκόμα που ήρθε να δει την Κέλι, είδε την πίεση της, αν είχε πυρετό και μετά της έφερε πρωινό, ο Νικ πήγε στην καφετέρια για να πιει έναν καφέ, κάθισε για λίγο άναψε ένα τσιγάρο και είδε την Τζίλ, την Πάϊπερ, τον Ρότζερ και την Τζέμα να έρχονται, αφού ήπιαν τον καφέ τους αποφάσισαν να ανέβουν πάνω, ήρθαν ο Αρχηγός με τον πατέρα της Κέλι, από πίσω ακολουθούσαν ο Άρνι και η μαμά της, πήραν το ασανσέρ και μπήκαν στο δωμάτιο, ο γιατρός ήταν μέσα και τους εξήγησε ότι μπορούσε να φύγει το μεσημέρι, αφού πρώτα της έκαναν μια μαγνητική.<br />Μιλούσαν για αρκετή ώρα και γελούσαν, ξαφνικά χτύπησε το κινητό της Κέλι, απάντησε ο Νικ<br />''Παρακαλώ''<br />''Καλημέρα, θα ήθελα να μιλήσω στην Κέλι''<br />''Ποιος την ζητεί παρακαλώ;''<br />''Εσύ ποιος είσαι που σηκώνεις το τηλέφωνο; Η Κέλι δεν το αποχωρίζεται ποτέ''<br />''Είμαι ένας συνεργάτης, εσείς θα μου πείτε ποιος είστε;''<br />''Ο αδερφός της, θα μου την δώσετε τώρα;''<br />''Βεβαίως, μισό λεπτάκι. Κέλι, είναι ο αδερφός σου''<br />''Γκρεμίστηκε κανένας φούρνος για να με παίρνεις εσύ τηλέφωνο;''<br />''Έλα Κέλι, άσε τα χαζά, πήρα στο τμήμα γιατί ήθελα να δω τι κάνεις, μου είπαν τι έγινε και σε πήρα, παίρνω την πρώτη πτήση που υπάρχει από Λονδίνο και έρχομαι''<br />''Δεν χρειάζεται, βγαίνω σήμερα, δεν είναι ανάγκη για να γυρίσεις μόνο για αυτό''<br />''Μα δεν έρχομαι μόνο για αυτό, πήρα μετάθεση και έρχομαι για πάντα στην πατρίδα''<br />''Σοβαρά μιλάς τώρα;''<br />''Πιο σοβαρά δεν γίνεται''<br />''Αχ! Αδερφούλη μου, χαίρομαι για εσένα''<br />''Θα έρθω με παρέα, να ξέρεις να προετοιμάσεις έδαφος''<br />''Καλά, ότι διατάξετε στρατηγέ μου, σου δίνω την μαμά, να τις τα πεις''<br />Της έδωσε το τηλέφωνο και εξήγησε στους άλλους τι έγινε, χάρηκαν όλοι πολύ για αυτήν την επιστροφή.<br />Ήρθε το μεσημέρι και ήταν έτοιμοι να φύγουν, περίμεναν το εξιτήριο, μόλις το πήραν πήγαν κάτω, μπήκαν στο αμάξι της Κέλι και ξεκίνησαν για το σπίτι.<br />Όταν μπήκαν μέσα ήταν σκοτεινά, πήγε να ανάψει το φως και τότε είδε όλο το τμήμα και όλους τους φίλους της να την περιμένουν με ανοιχτές αγκάλες, έκαναν ένα μικρό πάρτι και μετά από περίπου ένα τρίωρο άδειασε όλο το σπίτι, το χάρηκε πολύ γιατί κατάλαβε ότι έχει πολλά άτομα που την αγαπάνε.<br />Αφού συμμάζεψαν τα κορίτσια ετοιμάστηκαν να φύγουν, τους ευχήθηκαν καλό ταξίδι, γιατί την επόμενη ξεκινούσαν τις διακοπές τους και έφυγαν, το ίδιο και οι γονείς της.<br />Έμειναν επιτέλους μόνοι, η Κέλι είχε πει στην μαμά της για τον Νικ και εκείνη το χάρηκε πολύ, μάλιστα όταν ήταν στην πόρτα τον πήρε λίγο πιο μακριά και τον έβαλε να της υποσχεθεί ότι θα την προσέχει σαν τα μάτια του, έβαλαν τις πιτζάμες τους και ξάπλωσαν, βασικά ο ύπνος τους πήρε προτού ακουμπήσουν το κεφάλι τους στο μαξιλάρι.<br />Η μέρα αποχαιρέτησε την νύχτα με τον έντονο ήλιο της να φέγγει με μεγάλη δύναμη.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com11tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-28564095816719019852009-02-26T11:54:00.002+02:002009-03-03T12:33:38.195+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10Η Τζίλ ετοιμαζόταν να φύγει στη δουλειά όταν ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι της πόρτας, άνοιξε και είδε έναν κύριο με στολή μιας εταιρίας γκαζιού<br />‘’Παρακαλώ, τι θα θέλατε;’’<br />‘’Καλημέρα σας κυρία μου, είχαμε μια αίτηση σήμερα το πρωί για υποψία διαρροής γκαζιού, θα μπορούσα να ρίξω μια ματιά στις εγκαταστάσεις σας;’’<br />‘’Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιο πρόβλημα, αλλά τι να σας πω, περάστε’’ άνοιξε περισσότερο την πόρτα για να μπει μέσα ο εργάτης, αυτός την ακολούθησε μέχρι το υπόγειο<br />‘’Ορίστε εδώ πέρα είναι, κάντε την δουλειά σας, εγώ θα είμαι επάνω’’<br />‘’Σας ευχαριστώ πολύ, δεν θα αργήσω’’<br />‘’Με την ησυχία σας’’ η Τζίλ ανέβηκε και τον περίμενε στην κουζίνα μέχρι να τελειώσει, μετά από ένα τέταρτο ήρθε και αυτός<br />‘’Εντάξει, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με το δικό σας, θα πρέπει να ελέγξω και την υπόλοιπη γειτονιά’’<br />‘’Πολύ χαίρομαι για αυτό. Να σας συνοδέψω μέχρι την πόρτα;’’<br />‘’Μην σας ξεβολεύω θα φύγω μόνος μου’’<br />‘’Κανένας κόπος’’ μόλις έφτασαν στην πόρτα ο άντρας σταμάτησε<br />‘’Θα με συγχωρήσετε αλλά νομίζω ότι ξέχασα τον φακό μου, θα πάω να τον φέρω’’<br />‘’Τώρα ξέρετε τον δρόμο, πηγαίνετε, σας περιμένω εδώ.’’ ο άντρας κατέβηκε μέχρι την σκάλα έβγαλε από την τσέπη του ένα πανί και ένα μπουκαλάκι, το κατέβρεξε και πήγε αθόρυβα πίσω από την Τζίλ, δεν τον κατάλαβε, αυτός την έπιασε γρήγορα και της έβαλε το πανί στο πρόσωπο, κάλυψε την μύτη και το στόμα της, δεν πρόλαβε να αντιδράσει, κατέρρευσε στην αγκαλιά του, ο άντρας άρχισε να γελάει τόσο σατανικά που αν τον άκουγε κάποιος θα έπαιρνε τα πόδια του στα χέρια και θα έφευγε.<br /> Εκείνη την ώρα ο Χανς ήταν στην πόρτα, ο άντρας άφησε κάτω την Τζίλ άνοιξε και πριν προλάβει να μιλήσει τον χτύπησε με ένα ηλεκτροφόρο όπλο που είχε στα χέρια του, έπεσε και αυτός χωρίς να καταλάβει τι έγινε. <br /><br />--------------------------------------<br /><br /> Η Κέλι είχε πάρει τον δρόμο για το τμήμα, την περίμενε ο Άρνι και ο άντρας των ειδικών δυνάμεων, είχε αργήσει, έπρεπε σε ένα τέταρτο να είναι στο τμήμα και να φύγουν αμέσως.<br /> Νωρίτερα είχε μιλήσει με τον Τζεφ και της είχε πει ότι δεν φάνηκε κανένας. Ο Νικ είχε φύγει από νωρίς για την Νέα Υόρκη, της είχε υποσχεθεί πως όταν έφτανε θα την έπαιρνε τηλέφωνο, όμως δεν το είχε κάνει. Έφτασε στο τμήμα, ο Άρνι καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα, μόλις την είδε, ανακουφίστηκε<br />‘’Που είσαι, τρόμαξα, νόμιζα πως έπαθες κάτι’’<br />‘’Σαν τι να πάθω δηλαδή; Μια χαρά είμαι απλά με πλάκωσε το πάπλωμα’’<br />‘’Αμάν βρε Κέλι, σε πλάκωσε τώρα, την πιο κρίσιμη στιγμή της υπόθεσης; Ο Νικ που είναι;’’<br />‘’Πέταξε το πρωί για Νέα Υόρκη, έχουν επίσκεψη από τον Πρόεδρο και δεν μπορούσε να μην βρίσκεται εκεί’’<br />‘’Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα’’<br />‘’Έλα τώρα Άρνι, δεν είναι η πρώτη φορά που κάνουμε επιχείρηση χωρίς το FBI, θα ήταν καλύτερα βέβαια να ήταν εδώ αλλά τι να κάνουμε, ανώτερες δυνάμεις’’<br />‘’Καλά, καλά, άντε να ξεκινήσουμε’’ <br /> Μπήκαν στο περιπολικό και ξεκίνησαν, έφτασαν στον προορισμό τους και έψαξαν να βρουν τον Τζεφ, αυτός όμως ήταν άφαντος, η Κέλι τον πήρε τηλέφωνο, ήταν κλειστό, παραξενεύτηκε, πάρκαραν σε μια γωνία και ετοιμάστηκαν να εισβάλουν στο κτίριο, με το που πάτησαν το πόδι τους στην πόρτα είδαν σταγόνες αίμα σε όλο το πάτωμα, σχημάτιζαν μια ολόκληρη γραμμή, τις ακολούθησαν και τους οδήγησαν μέσα σε ένα δωμάτιο, το οποίο όπως φαινόταν παλιότερα ήταν γραφείο, εκεί πίσω από ένα τραπέζι βρισκόταν ένας άντρας πεσμένος στο πάτωμα, η Κέλι έτρεξε και είδε έναν ηλικιωμένο άνθρωπο με ένα πιστόλι στο χέρι, έψαξε στις τσέπες του και βρήκε την ταυτότητά του, ήταν ο Τζεφ. Ο Άρνι από πίσω της τα έχασε, άρπαξε το τηλέφωνό του και σχημάτισε τον αριθμό του τμήματος<br />‘’Αστυνομικό τμήμα πέντε της Καλιφόρνια, πως μπορώ να βοηθήσω;’’<br />‘’Κιμ, Άρνι εδώ, φώναξε αμέσως να έρθει στις παλιές αποθήκες του Μάρτιν ιατροδικαστής και η σήμανση, έχουμε έναν φόνο εδώ.’’<br />‘’Έρχονται αμέσως’’<br />‘’Δεν μπορώ να το πιστέψω, τι έγινε εδώ; Ο Νικ μου είπε ότι δεν θα τον ανακάλυπτε κανένας, πως έκανα τέτοιο λάθος; Δεν έπρεπε να τον αφήσω’’<br />‘’Έλα Κέλι, δεν είναι δικό σου το λάθος, ο Νικ του είχε εμπιστοσύνη γιατί τον ήξερε και πίστευε ότι δεν υπάρχει καλύτερος από αυτόν, να όμως που τυχαίνουν και τέτοιες καταστάσεις, μην κατηγορείς τον εαυτό σου’’<br />‘’Ήξερα ότι ο Μπερκ ήταν ύπουλος, δεν έπρεπε να το αφήσω να γίνει’’<br />‘’Τώρα μας καίει η συνέχεια, απ’ ότι είδε ο Κρίστιαν δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο για μας εδώ πέρα, άρα περιμένουμε την σήμανση και τον ιατροδικαστή, μετά βλέπουμε τι θα κάνουμε.’’<br />‘’Θα πάρω τον Νικ ένα τηλέφωνο να του πω τι έγινε, θα στεναχωρηθεί πολύ, έτσι είναι καλύτερα να το μάθει από εμένα’’ πήρε τον αριθμό, ο Νικ το σήκωσε μόλις η Κέλι πήγαινε να το κλείσει<br />‘’Τι θέλεις Κέλι, δεν σου είπα θα σε πάρω εγώ; Μίλα γρήγορα’’<br />‘’Θέλω να σου πω για τον Τζεφ’’<br />‘’Δεν προλαβαίνω τώρα, θα σε πάρω εγώ αργότερα, φιλιά, Γεια’’<br />‘’Ωραία, εγώ θέλω να του μιλήσω σοβαρά και αυτός μου το κλείνει’’ καθώς μιλούσε άκουσε σειρήνες να έρχονται <br />‘’Γρήγορα ήρθαν, τι έπαθαν, μύγα τους τσίμπησε;’’<br />‘’Μπορεί να μην είχαν επισκέπτες σήμερα’’ γέλασε ο Άρνι, πάντα κορόιδευαν τους ιατροδικαστές γιατί όταν τους περίμεναν αυτοί πάντα αργούσαν<br />‘’Κέλιιιι, Άρνιιιι, που είσαστε;’’<br />‘’ΩΧ! Να γιατί ήρθαν γρήγορα, είναι και ο Αρχηγός μαζί τους.’’ είπε ο Άρνι ‘’Από εδώ, ελάτε’’ πλησίασαν, ο ιατροδικαστής ζήτησε να δει το πτώμα, του το έδειξαν και άρχισε να το εξετάζει, μετά από λίγο τους είπε<br />‘’Μόνο λίγα πράγματα θα σας πω τώρα, αργότερα θα περάσετε από το νεκροτομείο να σας πληροφορήσω λεπτομερώς. Λοιπόν, έχουμε έναν άντρα γύρω στα 62, 80 κιλά, 1,85 ύψος, η ώρα θανάτου βάση της ακαμψίας και της θερμοκρασίας του σώματος είναι περίπου πριν δυόμιση ώρες, το όπλο ήταν σαρανταπεντάρι αν κρίνω από την οπή της σφαίρας. Αυτά, τον μαζεύουμε και τα λέμε αργότερα’’<br />‘’Σ’ ευχαριστώ πολύ Κομπς, θα έρθω εγώ’’<br />‘’Γεια σου Κέλι, θα σε περιμένω’’<br />‘’Για πείτε μου τώρα, αφού τα κάνατε σκατά όπως το είχα αναφέρει, τι θα κάνετε; Που θα καταλήξουμε; Στο είχα πει Κέλι ότι δεν ήταν καλή ιδέα’’<br />‘’Αφεντικό δεν φταίγαμε εμείς, το σχέδιο ήταν καλό, απλά δεν ήμασταν τόσο προετοιμασμένοι όσο θα έπρεπε και έτσι την πάθαμε’’<br />‘’Να δούμε τι θα πάθουμε τώρα όλοι μαζί από το FBI’’<br />‘’Μην ξεχνάς τον Νικ, θα αναλάβει την ευθύνη και δεν θα γίνει τίποτα’’<br />‘’Έτσι λες εσύ, αυτοί του FBI δεν είναι έτσι, μόλις πάει μια υπόθεση στραβά τα ρίχνουν όλα σε εμάς’’<br />‘’Όχι ο Νικ, θα το δεις μόλις γυρίσει’’<br />‘’Μαζευτείτε να πάμε στο τμήμα, έχουμε δουλειά’’<br /> Όταν μπήκαν στο γραφείο η Κέλι πήρε τηλέφωνο τα κορίτσια, βρήκε την Τζέμα και την Πάϊπερ, όχι όμως την Τζίλ, σε κάθε μια υπήρχε και ένας αστυνομικός μαζί της, έψαξε να βρει τον Χάνς, αυτόν που θα ήταν με την Τζίλ, δεν της απαντούσε όμως, τα παράτησε και ανέβηκε στον αρχηγό.<br /> Κάθισαν με τις ώρες να βρουν μια λύση για την επόμενη κίνηση του Μπερκ, προσπαθούσαν να καταλάβουν γιατί δεν είχε πάρει ακόμα τηλέφωνο, τι μπορεί να σκεφτόταν, συγχρόνως η Κέλι ανησυχούσε για την Τζίλ, δεν μπορούσε να την βρει πουθενά. <br /> Έφτασε το βράδυ και αποφάσισαν να φύγουν για τα σπίτια τους, η υπόθεση ήθελε καθαρό μυαλό και αυτή την στιγμή δεν είχαν. Ο ιατροδικαστής τους είπε πως τα αποτελέσματα θα τα έχει το πρωί, γιατί του έπεσε αρκετή δουλειά και δεν πρόλαβε να τελειώσει.<br /> Η Κέλι μπήκε στο σπίτι, είχε σταματήσει να πάρει χάμπουργκερ για να φάει γιατί ήταν νηστική ολόκληρη την ημέρα, δεν πρόσεξε έναν φάκελο που ήταν αφημένος πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, έβαλε το φαγητό σε έναν δίσκο και τον πήρε στον καναπέ, μόλις έκατσε τον πρόσεξε, δεν μπορεί να τον άφησα εγώ, σκέφτηκε, τον σήκωσε και τον άνοιξε με τρεμάμενα χέρια, μέσα είχε ένα DVD, το έβαλε να παίξει, ήταν ο Μπερκ μπροστά στην κάμερα και από πίσω του διέκρινε δύο άτομα, το ένα ήταν ο Χανς, απ’ ότι κατάλαβε ήταν νεκρός, ο Μπερκ ξεκίνησε να μιλάει<br />‘’Ντετέκτιβ, δεν άκουσες την συμβουλή μου και έκανες του κεφαλιού σου, τώρα η κοπέλα που έχω πίσω μου θα καταλήξει σαν τον κύριο που είναι στο πάτωμα’’ έκανε πιο δίπλα και η Κέλι είδε την Τζίλ δεμένη σε μια καρέκλα, στην αρχή δεν κατάλαβε το μέρος αλλά όταν κοίταξε καλύτερα συνειδητοποίησε ότι ήταν η αποθήκη που τους είχε στείλει το πρωί, πέταξε τον δίσκο από την αγκαλιά της και τσακίστηκε στο αυτοκίνητο, έτρεξε με όση ταχύτητα μπορούσε.<br /><br />-------------------------------------<br /> Ο Νικ μόλις είχε τελειώσει το συμβούλιο, αφού δεν είχε άλλη δουλειά να κάνει στην Νέα Υόρκη είχε τηλεφωνήσει στην αεροπορική εταιρία αν υπάρχει νυχτερινή πτήση για Καλιφόρνια, του απάντησαν θετικά και έτσι έκλεισε θέση για να φύγει στις έντεκα, πριν ανέβει στο αεροπλάνο πήρε τηλέφωνο την Κέλι να δει τι κάνει, αυτή όμως δεν απαντούσε ούτε στο κινητό ούτε στο σταθερό, σκέφτηκε ότι ίσως κοιμόταν, θα της έκανε έκπληξη λοιπόν.<br /> Η πτήση έφτασε στις δώδεκα μέχρι να κατέβει να πάρει τις βαλίτσες του και να βρει ταξί η ώρα ήταν δώδεκα και μισή, μπήκε μέσα, έδωσε την διεύθυνση και προσπάθησε να χαλαρώσει λίγο μέχρι το σπίτι, παρ’ όλο που είχε να την δει από το πρωί την είχε επιθυμήσει, όταν μπήκε από την πόρτα του κήπου παραξενεύτηκε που το αμάξι της Κέλι δεν ήταν στην θέση του, έβαλε το κλειδί και προχώρησε στο σπίτι, όλα ήταν σκοτεινά άναψε το φως και δεν είδε κάτι περίεργο, πήγε στο σαλόνι και εκεί παρατήρησε τον δίσκο με το φαγητό στο πάτωμα και το DVD στην αναμονή, πήρε το τηλεκοντρόλ και πάτησε το play, είδε το βίντεο και η καρδιά του έφυγε από την θέση της, σήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε το τμήμα, το σήκωσε η Κιμ,<br />‘’Αστυνομικό τμήμα πέντε της Καλιφόρνια, πως μπορώ να βοηθήσω;’’<br />‘’Κιμ, είμαι ο Νικ, πάρε γρήγορα τηλέφωνο τον Άρνι και τον αρχηγό να έρθουν στην αποθήκη που πήγαμε το πρωί, μην καθυστερείς , τώρα, η Κέλι ίσως κινδυνεύει’’<br />‘’Η Κέλι; Τι έγινε;’’<br />‘’Δεν ξέρω Κιμ, αλλά κάνε το τώρα’’<br />‘’Εντάξει, σε κλείνω’’<br /> Ο Νικ πετάχτηκε από το σπίτι και έτρεξε με τα πόδια στην πλατεία λίγο πιο κάτω μήπως βρει ταξί, ήταν τυχερός υπήρχε ένα αυτοκίνητο για να τον πάει, μπούκαρε μέσα χωρίς λόγια και του είπε που έπρεπε να πάει, ο ταξιτζής πάτησε γκάζι και τον πήγε στον προορισμό του σε είκοσι λεπτά.<br /><br />----------------------------------<br /><br /> Η Κέλι περπάτησε αθόρυβα μέσα στην αποθήκη, είδε τον Μπερκ, καθόταν σε μια καρέκλα στο γραφείο και κρατούσε στα χέρια του ένα όπλο, λίγο πιο πέρα ήταν η Τζίλ, έκανε λίγα βήματα ακόμα πιο μέσα και ξαφνικά άκουσε από πίσω της έναν θόρυβο, γύρισε και είδε έναν άντρα γνωστό να έρχεται κατά πάνω της με φόρα, στο χέρι του κρατούσε ένα μαχαίρι, δεν μπορούσε να καταλάβει τι γινόταν, προσπάθησε να βγάλει το όπλο της από την θήκη, ήταν όμως αργά, ο Γκρίν την πρόλαβε, την χτύπησε στο κεφάλι με τόση δύναμη που έχασε τις αισθήσεις της αμέσως, την σήκωσε στην αγκαλιά του και την πήγε στον Μπερκ<br />‘’Βρε, βρε, για κοίτα ποιος μας ήρθε, λίγο καθυστερημένα αλλά τα κατάφερε. Είδες Τζίλ, σου είπα ότι μέχρι το βράδυ θα σου φέρω παρέα, εσύ όμως δεν με πίστεψες’’<br /> Η Τζίλ τον κοίταξε με τόσο μίσος ενώ ο Γκρίν έβαζε την Κέλι να καθίσει δίπλα της, έδεσε τα χέρια της και έριξε ένα ολόκληρο ποτήρι νερό στο πρόσωπό της, η Κέλι τινάχτηκε μέχρι πάνω, στην αρχή άνοιξε τα μάτια αλλά δεν κατάλαβε που ήταν, όταν το μυαλό της ξεκαθάρισε από το χτύπημα, άρχισε να θυμάται, είδε την Τζίλ, πήγε να μιλήσει την διέκοψε όμως ο Μπερκ<br />‘’Ντετέκτιβ, είσαι αντιδραστικός χαρακτήρας, εγώ σου είπα ότι αν έβαζες άτομο σε αυτό το μέρος θα γινόταν κάτι πολύ κακό και εσύ δεν με άκουσες. Είδες τώρα τι με ανάγκασες να κάνω; Έβγαλα το κορίτσι από το ωραίο του σπιτάκι εξαιτίας σου και επίσης μου φόρτωσες και φόνο αστυνομικού. Τώρα τι θα κάνω μαζί σου; Μπορείς να μου απαντήσεις’’<br />‘’Να δεις τι θα σου κάνω εγώ μόλις καταφέρω να λυθώ’’<br />‘’Άσε δε που με την χαζομάρα σου δεν θα μπορέσω να πετύχω και τον σκοπό μου. Τα κατέστρεψες όλα, δεν θα έχω την χαρά να δικαιωθώ’’<br />‘’Σου έχω μια πρόταση, ελευθερώνεις την Τζίλ, κρατάς εμένα και κατευθείαν κάνω μια συνέντευξη που θα λέω ότι έκανα λάθος με την υπόθεσή σου’’<br />‘’Νομίζεις ότι είναι τόσο απλό; Γελάστηκες, έπρεπε να σκεφτείς πιο καλά τις πράξεις σου πριν τις κάνεις πραγματικότητα’’<br />‘’Έλα Μπερκ, εμείς οι δύο θα τα βρούμε’’<br />‘’Αποκλείεται. Ξέρει κανένας άλλος ότι ήρθες;’’<br />‘’Όχι, είδα το DVD και έτρεξα αμέσως εδώ χωρίς να ειδοποιήσω κανέναν’’<br />‘’Ο φιλαράκος σου του FBI που είναι;’’ <br />‘’Κάνεις πως δεν ξέρεις;’’<br />‘’Θα μου πεις ή θα αρχίσω από τώρα να πειράζω την φιλενάδα σου;’’<br />‘’Στη Νέα Υόρκη, δεν θα γυρίσει αργότερα από την Πέμπτη’’<br />‘’Πως και αυτό;’’<br />‘’Είχε ένα συμβούλιο για το πώς θα ξεπαστρεύουν κάτι ανεγκέφαλα τομάρια σαν εσένα και αποφάσισε να πάει για να σιγουρευτεί ότι δεν θα κάνει κάποιο λάθος μαζί σου’’<br />ο Μπερκ αγρίεψε τόσο πολύ που πήγε μπροστά της και την χαστούκισε<br />‘’Αυτό για να μάθεις να μιλάς’’<br />‘’Αλήθεια δεν μου είπες, αυτόν τον ατάλαντο δημοσιογράφο που δεν τόλμησε να με χτυπήσει κατάμουτρα τι τον έχεις εδώ;’’ ο Γκρίν πλησίασε <br />‘’Εγώ απλά είμαι εδώ γιατί θέλω να σε δω να υποφέρεις και μετά να πεθαίνεις με φριχτό τρόπο, όπως σου αξίζει βέβαια’’<br />‘’Γιατί μου αξίζει αυτό; Σου έκανα κάτι;’’<br />‘’Ξεχνάς όλες τις φορές που με ταπείνωσες μπροστά σε όλο τον κόσμο;’ <br />‘’Τη δουλειά μου έκανα, δεν γίνεται όλοι οι δημοσιογράφοι να περιμένουν την συνέντευξη τύπου και εσύ να χώνεσαι με το έτσι θέλω παντού’’<br />‘’Δημοσιογράφος αυτό σημαίνει, να μαθαίνεις τα νέα όσο είναι φρέσκα’’<br />‘’Δεν αντιλέγω, αλλά μέχρι το σημείο που δεν ενοχλείς την δουλειά του άλλου’’<br />‘’Τι τα λέμε τώρα αυτά αφού σε λίγη ώρα δεν θα υπάρχεις, θα βρούνε το πτώμα σου και της φίλης σου, όσα κομματάκια βέβαια υπάρχουν μέσα στα συντρίμμια αυτής εδώ της αποθήκης’’<br />‘’Βλέπω ότι κανένας από τους δύο σας δεν έχει τα κότσια να με σκοτώσει με τα ίδια του τα χέρια’’<br />‘’Σκάσε παλιοβρόμα’’ την ξαναχτύπησε ο Μπερκ ‘’Τις έχει δέσει καλά έτσι, δεν υπάρχει περίπτωση να λυθούν;’’<br />‘’Μην σε ανησυχεί αυτό, με τέτοιο κόμπο ούτε όταν σκάσει η βόμβα δεν θα λυθούν’’<br />‘’Ωραία, πάμε να ετοιμάσουμε τα πράγματα’’ έφυγαν και άφησαν τα κορίτσια μόνα τους<br />‘’Κέλι, τι θα κάνουμε; Σε λίγο θα μας σκοτώσουν’’<br />‘’Έτσι νομίζουν, όταν με έδεσε πρόσεξα τις κινήσεις που έκανε, σε πέντε λεπτά θα έχω λυθεί’’<br />‘’Μα πως, δεν τον άκουσες; Δεν μπορούμε να λυθούμε’’<br />‘’Θα σου δείξω αμέσως τώρα τι δεν μπορούμε να κάνουμε’’ πράγματι, σε πέντε λεπτά ήταν ελεύθερη, πήγε κοντά στην Τζίλ και την έλυσε<br />‘’Τρέξε τώρα έξω γρήγορα, βρες ένα τηλέφωνο και κάλεσε την αστυνομία, κουνήσου’’<br />η Τζίλ έφυγε με όλη της την δύναμη, η Κέλι προσπάθησε να καταλάβει προς τα πού πήγαν τα δύο καθάρματα.<br /><br />-----------------------------------<br /><br /> Ο Νικ πλήρωσε τον οδηγό, έβγαλε το όπλο του και ξεκίνησε να μπει μέσα, στα πρώτα βήματα που έκανε είδε κάποιον να τρέχει προς τα έξω, μπήκε μπροστά στην πόρτα για να τον σταματήσει όποιος και αν ήταν, πλησίασε πιο κοντά και τότε κατάλαβε την Τζίλ, αυτή τρόμαξε μέσα στο σκοτάδι, δεν ήξερε ποιος ήταν και άλλαξε πορεία για να μην την πιάσει, ο Νικ την φώναξε<br />‘’Τζίλ, μην φεύγεις, ο Νικ είμαι’’ αυτή τότε γύρισε στο μέρος του και έφτασε βολίδα κοντά του<br />‘’Αχ! Νικ, κάνε γρήγορα, η Κέλι κινδυνεύει πολύ, κατάφερε να σώσει εμένα αλλά αυτή έμεινε για να τους αντιμετωπίσει’’<br />‘’Φύγε έξω από εδώ, περίμενε την αστυνομία λίγο πιο κάτω, τους ειδοποίησα, έρχονται’’ μπήκε στην αποθήκη και έψαξε την Κέλι, άκουσε από μακριά φωνές, κάποιοι μάλωναν, προχώρησε με ήρεμες κινήσεις για να μην δώσει στόχο, ξαφνικά άκουσε έναν πυροβολισμό, τρόμαξε και πετάχτηκε μπροστά, την είδε κάτω, την είχαν χτυπήσει στο χέρι, δίπλα της ήταν ένας άντρας, πεσμένος και αυτός, στο βάθος είδε έναν άντρα που έτρεχε, έσκυψε στον χτυπημένο, έπιασε τους σφυγμούς του αλλά μάταια, ήταν νεκρός, πλησίασε την Κέλι, ήταν καλά, την πονούσε αφάνταστα το χτύπημα αλλά θα άντεχε<br />‘’Νικ, τι κάνεις εδώ;’’<br />‘’Θα σου τα εξηγήσω μετά, είσαι καλά;’’<br />‘’Θα επιζήσω, πάρε τον Μπερκ από πίσω, θα τον πιάσεις σίγουρα, τον Γκρίν τον πρόλαβα τελευταία στιγμή πριν με πυροβολήσει, ο Μπερκ με χτύπησε και μόλις έπεσα κάτω άρχισε να τρέχει, του πρόλαβα όμως μια στο πόδι, δεν θα πάει μακριά’’ ο Νικ ξεκίνησε για να βρει τον Μπερκ, άκουσε σειρήνες να πλησιάζουν, χαμογέλασε.<br /> Ο Μπερκ τον περίμενε και όταν πλησίασε χίμηξε πάνω του, άρχισαν να παλεύουν, στην αρχή ο μεγαλόσωμος άντρας είχε το προβάδισμα, έβαλε τον Νικ από κάτω και τον χτυπούσε αλύπητα, κατάφερε όμως και γύρισε το παιχνίδι στο μέρος του, αφού κέρδισε έδαφος ο Νικ μετά δεν ήταν τίποτα δύσκολο, του έβαλε το όπλο στο κεφάλι, του πέρασε χειροπέδες και τον σήκωσε, ο Μπερκ προσπάθησε για μια τελευταία φορά να χτυπήσει τον Νικ, άπλωσε τα χέρια του και τον έπιασε από τους ώμους για να τον ρίξει ξανά, όμως η τύχη δεν ήταν με το μέρος του, η Κέλι μόλις ήρθαν οι αστυνομικοί, σηκώθηκε και τους ακολούθησε, έτσι του έσωσε την ζωή, πυροβόλησε τον Μπερκ και τον έριξε κάτω με την μία, έπεσε και ο Νικ μαζί του, η Κέλι έτρεξε, άνοιξε τις χειροπέδες και τον βοήθησε να στηθεί στα πόδια του, ακολούθησαν οι αστυνομικοί, μάζεψαν τον Μπερκ, βγήκαν έξω στηριζόμενοι ο ένας στον άλλο, η Τζίλ τους περίμενε στο ασθενοφόρο, την είχαν πάρει για να φροντίσουν τα τραύματά της, μόλις τους είδε ήταν τόσο μεγάλη η χαρά της που λιποθύμησε, έκατσαν σε ένα κρεβάτι για τις πρώτες βοήθειες, ξύπνησαν και την Τζίλ, τους πήγαν στο νοσοκομείο. <br /> Η Κέλι χρειαζόταν χειρουργείο αμέσως λόγω της σφαίρας που είχε φάει στο χέρι, οι άλλοι περίμεναν να τελειώσει για να σιγουρευτούν εάν ήταν όλα καλά, στην διάρκεια που περίμεναν είχαν φτάσει και όλοι οι άλλοι, τους είχαν ειδοποιήσει μόλις πήγαν στο νοσοκομείο, η Πάϊπερ, ο Ρότζερ, η Τζέμα, τον Αρχηγό τον φώναξε ο Άρνι, κάθισαν ανήσυχοι, ο Αρχηγός ξαφνικά θυμήθηκε τους γονείς της Κέλι, τους πήρε τηλέφωνο, τους εξήγησε τι έγινε, αυτοί μέσα στον ύπνο τους δεν κατάλαβαν στην αρχή ποιος ήταν και τι τους έλεγε, αλλά μόλις άκουσαν το όνομα της, την σφαίρα και το νοσοκομείο, πετάχτηκαν επάνω και ξεκίνησαν για το νοσοκομείο.<br /> Η εγχείρηση έγινε χωρίς κανένα πρόβλημα, την έβγαλαν μετά από μια ώρα και την πήγαν σε ένα δωμάτιο, ήταν τόσο εξαντλημένη που ο γιατρός τους είπε ότι δεν θα ξυπνούσε παρά μόνο μετά από μια μέρα, αλλά ήταν καλά, δεν υπήρχε κάποιος φόβος, επίσης τους επισήμανε να πάνε να ξεκουραστούνε όλοι. Ο Νικ έμεινε να περιμένει τους γονείς της Κέλι, μαζί του και ο Αρχηγός γιατί ένιωθε ένοχος στον μπαμπά της. Όταν έφτασαν τους καθησύχασαν ότι όλα ήταν εντάξει, σε δυο μέρες θα έβγαινε, πήγαν όλοι μαζί για έναν καφέ και περίμεναν να χαράξει, περίμεναν με αγωνία να ξυπνήσει η Κέλι.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com5tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-79158315800382859322009-02-12T13:15:00.011+02:002009-02-18T12:28:49.000+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9Την ξύπνησε το τηλέφωνο, σηκώθηκε αμέσως και απάντησε<br />''Μπίσοπ, λέγεται''<br />''Καλημέρα ντετέκτιβ, είναι ώρα να σηκωθείς, έχει πάει έξι και μισή, δεν θέλω να χάσεις την μέρα σου, άντε σήκω, ξύπνα και τον φιλαράκο σου και ξεκινήστε'' η Κέλι άκουσε ένα κλικ και κατάλαβε ότι της είχε κλίσει το τηλέφωνο, ο Νικ είχε ξυπνήσει και αυτός, την ρώτησε<br />''Τι έγινε, ποιος ήταν;''<br />''Ο Μπερκ, μας πήρε να μας ξυπνήσει για να μην αργήσουμε. Μόνο να τον πιάσω, δεν ξέρεις τι τον περιμένει''<br />''Πρέπει να καίγεται πολύ για να πάρει από τόσο νωρίς, σηκώνομαι για μπάνιο''<br />''Εντάξει, εγώ πάω να ετοιμάσω καφέ και πρωινό, θα σε περιμένω κάτω.'' ο Νικ μπήκε στο μπάνιο και η Κέλι κατέβηκε, δεν είχε όρεξη για πολλά σήμερα έτσι έφτιαξε τοστ και έβρασε αβγά, ο Νικ κατέβηκε μετά από λίγη ώρα<br />''Κέλι, θέλει να πάμε και από το ξενοδοχείο να αλλάξω''<br />''Ξέρεις Νικ, το βαρέθηκα αυτό, δεν μαζεύεις τα πράγματά σου να έρθεις εδώ, έτσι κι αλλιώς όλη την ημέρα μαζί είμαστε και τα βράδια κοιμάσαι εδώ, γιατί να χρεώνεις την υπηρεσία τζάμπα, θα σου χρειαστούν άλλη φορά''<br />''Σαν να έχεις δίκιο, μην σου φορτώνομαι όμως, άλλο το να κοιμάμαι τα βράδια εδώ και άλλο να μένω εδώ''<br />''Αν δεν σε βολεύει τότε εντάξει κράτα το δωμάτιο''<br />''Όχι αγάπη μου, μην με παρεξηγείς, εγώ δεν θέλω να σου γίνω βάρος''<br />''Τέτοια βάρη να είχα κάθε μέρα και τι άλλο θα ήθελα, εγώ σου έκανα την πρόταση, αποφάσισε εσύ τι θα κάνεις'' ο Νικ έβαλε καφέ στην κούπα του, σερβίρισε την Κέλι και έκατσαν στα γρήγορα να φάνε, η Κέλι σε μια στιγμή τον ρώτησε<br />''Ξέρεις Νικ, αναρωτιέμαι τι μπορεί να μας έχει αφήσει σε εκείνο το σπιτάκι, λες να είναι παγίδα;''<br />''Δεν το νομίζω, για τον απλούστατο λόγο ότι ακόμα, τουλάχιστον, δεν θέλει να βλάψει εσένα, σε χρειάζεται, τώρα τι άφησε, δεν μπορώ να σου πω μέχρι να το δω''<br />''Καλά, συμφωνώ μαζί σου, αλλά με έχει πιάσει ανησυχία, το ένστικτό μου συχνά δεν με γελά''<br />''Ησύχασε, όσο πιο αγχωμένη είσαι, τόσο το χειρότερο, τελείωσα, πάω να ντυθώ να φύγουμε'' η Κέλι μάζεψε, έπλυνε τα πιάτα και ανέβηκε πάνω να ετοιμαστεί, σε είκοσι λεπτά ήταν κιόλας έξω από την πόρτα και έμπαιναν στο αυτοκίνητο, δεν κατάλαβε κανείς από τους δύο ένα μπλε ford που τους παρακολουθούσε.<br />Έπιασαν την λεωφόρο και λίγο αργότερα ήταν στο ξενοδοχείο, ο Νικ έτρεξε πάνω να αλλάξει, η Κέλι έμεινε για να κάνει κάποια τηλέφωνα, πήρε στο τμήμα για να θυμίσει στον Άρνι ότι θα αργήσει σήμερα, του είπε επίσης να το αναφέρει στον αρχηγό μήπως τυχόν και το είχε ξεχάσει, ενώ τον ρωτούσε για την Βάλερι για να μάθει τι έγινε φάνηκε και ο Νικ, της έκανε νόημα ότι ήταν έτοιμος να φύγουν, η Κέλι χαιρέτησε τον Άρνι και του υποσχέθηκε ότι μόλις γυρίσει και τελειώσει με τον αρχηγό θα κάτσουν να το συζητήσουν, έκλεισε το τηλέφωνο και έβαλε μπροστά την μηχανή, σε πέντε λεπτά βρισκόταν ήδη στον αυτοκινητόδρομο, πάτησε το γκάζι στα 160, άναψε και τους φάρους αλλά όχι τις σειρήνες, μετά από μια ώρα περίπου είχαν φτάσει στον προορισμό τους, βρήκαν ένα βενζινάδικο και σταμάτησαν για να ρωτήσουν που θα βρουν το σπίτι, τους έδωσαν πληροφορίες, πήρε δύο καφέδες και γύρισε στο αμάξι<br />''Δεν είναι πολύ μακριά, θα πάρουμε ευθεία τον δρόμο και στο τρίτο στενό θα στρίψουμε αριστερά, μετά αμέσως δεξιά και θα το βρούμε μπροστά μας. Με ρώτησε επίσης, γιατί το ψάχνουμε αφού είναι ερείπιο, έχει να κατοικηθεί δέκα χρόνια, του είπα ότι είναι το σπίτι ενός γνωστού και θέλαμε να το δούμε''<br />''Ωραία, καλά έκανες, ξεκίνα τώρα μπας και τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα'' προχώρησαν ευθεία όπως τους είχαν δείξει και συνέχισαν, έστριψαν αριστερά και αμέσως δεξιά και μπροστά τους βρέθηκε ένα σπίτι μισογκρεμισμένο, η Κέλι δεν καταλάβαινε γιατί τους είχε φέρει εδώ, άνοιξε το Πορτ μπαγκάζ, έβγαλε δύο φακούς, έδωσε έναν στον Νικ και έβαλε και αυτή έναν στη τσέπη της, έλεγξε αν το όπλο της ήταν γεμάτο και ετοιμάστηκαν να μπούνε μέσα όταν ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο<br />''Μπίσοπ, παρακαλώ''<br />''Χαίρομαι που έφτασες γρήγορα, τώρα προχώρα, μπες μέσα και κατέβα στην αποθήκη, θα σε πάρω ξανά''<br />''Δεν μπορώ να καταλάβω τι βιόλα βαράει αυτός ο άνθρωπος, δεν τον αντέχω''<br />''Έλα, μην τον αφήνεις να σου τσιτώνει τα νεύρα, πάμε'' ανέβηκαν τα σκαλιά, η πόρτα ήταν ορθάνοιχτη, με προσοχή δοκίμασε τα ξύλα στο πάτωμα αν βαστούσαν, μόλις σιγουρεύτηκε με αργά βήματα προχώρησε, έφτασε στο σαλόνι, είχε μια πολυθρόνα και μια τηλεόραση, το προσπέρασαν και πήγαν στην κουζίνα, εκεί γινόταν ο χαμός, κατσαρίδες, ποντίκια, μύγες και κάθε λογής ζουζούνι, η Κέλι σιχάθηκε τον εαυτό της, το προσπέρασε όμως και πήγε μπροστά στην πόρτα της αποθήκης, άναψε τον φακό της και έφεξε τον χώρο, δεν υπήρχαν πολλά πράγματα, μόνο μια παλιά ντουλάπα και ένα τραπέζι, το οποίο είχε πάνω ένα κουτί, αυτό φαινόταν ολοκαίνουργιο, άρα αυτό έψαχνε, σκέφτηκε, άρχισε να κατεβαίνει, ο Νικ την ακολουθούσε αλλά γυρνούσε και πίσω για να προσέχει, πάτησε το πόδι της στο τελευταίο σκαλί και χτύπησε το τηλέφωνο<br />''Λέγε''<br />''Μην αγχώνεσαι ντετέκτιβ, δεν σου έχω βάλει παγίδα, ακόμα δεν ήρθε η ώρα σου, μόλις τελειώσεις αυτήν την υπόθεση ίσως, αλλά όχι σήμερα. Λοιπόν, έχει ένα κουτί πάνω στο τραπέζι, άνοιξέ το, σε περιμένω''<br />''Μπορείς να μου πεις γιατί το κάνεις αυτό;''<br />''Μα σου είπα, θέλω την βοήθεια σου, χωρίς αυτήν δεν μπορώ να κάνω τίποτα, άντε, άνοιξέ το'' η Κέλι πήρε το κουτί στα χέρια της, ήταν ελαφρύ, άρα αποκλείεται να ήταν βόμβα, έσπασε τον σπάγκο που ήταν δεμένο και το άνοιξε, μέσα είδε μια φωτογραφία των κοριτσιών, της Τζίλ, της Πάϊπερ και της Τζέμα, έναν χάρτη με μια τοποθεσία που ξεκινούσε από το κέντρο της Καλιφόρνια και κατέληγε σε ένα σημείο κοντά στα προάστια και ένα γράμμα, το διάβασε<br /><strong>''Αυτός είναι ένας χάρτης για να βρεις το στοιχείο που σε ενδιαφέρει, είναι το τελευταίο αλλά και το πιο δύσκολο, μόλις το βρεις θα καταλάβεις τι θέλω, όσο για την φωτογραφία, να είσαι σίγουρη πως αν μέχρι την επόμενη Δευτέρα δεν έχεις βγει στα κανάλια να δημοσιεύσεις αυτά που θα βρεις, ένα από αυτά τα κοριτσάκια θα πάθει κάτι πολύ κακό''</strong>''<br />Κάθαρμα, τι σκατά σκαρώνεις;''<br />''Έλα τώρα ντετέκτιβ, είναι ένας γρίφος που πρέπει να λύσεις, μόνο πρόσεχε γιατί δεν σε χωράει να κάνεις λάθη, σε αφήνω τώρα, γύρνα στο τμήμα σου, αύριο πάνε στο μέρος που σου δείχνω και κανόνισε μέχρι την Δευτέρα να έχει βγει στα κανάλια''<br />''Και γιατί να πάω αύριο και όχι σήμερα;''<br />''Για τον λόγο ότι το στοιχείο σου δεν είναι εκεί σήμερα. Α! Και μην τολμήσεις να βάλεις κάποιον να παρακολουθεί το μέρος γιατί δεν πρόκειται να βρεις το στοιχείο και επίσης η καταδίκη μιας από τις φίλες σου θα είναι δεδομένη, όλα είναι στα χέρια σου''<br />της έκλεισε το τηλέφωνο<br />''Τι άνθρωπος είναι αυτός Χριστέ μου;''<br />''Τι σου είπε πάλι;''<br />''Μου έδωσε αυτόν τον χάρτη, να πάω εκεί αύριο για να πάρω το τελευταίο στοιχείο και μέχρι την Δευτέρα πρέπει να το έχω βγάλει στα κανάλια''<br />''Και γιατί αύριο και όχι σήμερα;''<br />''Γιατί δεν το έχει αφήσει ακόμα, επίσης μου είπε να μην βάλω κάποιον να προσέχει το μέρος γιατί αν το καταλάβει τα κορίτσια θα πάθουν κάτι κακό''<br />''Εντάξει, πάμε και θα τα συζητήσουμε στο δρόμο'' της έκανε νόημα ότι είχε ένα σχέδιο και ότι θα της το έλεγε στο αυτοκίνητο.<br />Πήραν τον δρόμο του γυρισμού, μόλις απομακρύνθηκαν αρκετά από το χωριό ο Νικ για να είναι σίγουρος ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τους ακούσει έγραψε σε ένα χαρτί<br />''Θα πάρουμε έναν γνωστό μου που ήταν μυστικός, έχει συνταξιοδοτηθεί τώρα, αναλαμβάνει δουλειές που δεν μπορούν οι νέοι, θα τον βάλουμε από σήμερα μέχρι αύριο να παρακολουθεί το μέρος, είναι πολύ καλός δεν πρόκειται να τον αντιληφθεί''<br />''Είσαι σίγουρός;''<br />''Απολύτως''<br />''Εντάξει, όταν φτάσουμε όμως στο τμήμα, θέλω να πάρω τα κορίτσια τηλέφωνο''<br />''Ναι, σε πόση ώρα θα φτάσουμε;''<br />''Σε ένα τέταρτο είμαστε στο τμήμα'' πάρκαραν και ανέβηκαν στο γραφείο, βρήκε τον Άρνι<br />''Γεια σου Άρνι, ο μεγάλος είναι μέσα;''<br />''Ναι, σε περιμένει, δεν το είχε ξεχάσει''<br />''Ωραία, πάω να τον ενημερώσω και μετά θα πάμε για φαγητό θα έρθεις έτσι;''<br />''Θα έρθω'' η Κέλι προχώρησε, μπήκε στο γραφείο και τον καλημέρισε<br />''Καλημέρα αφεντικό, τι κάνεις;''<br />''Δεν είμαι καλά, άσε με εμένα όμως, πες μου τι έγινε;''<br />''Τι να γίνει; Πήγαμε εκεί που μας έστειλε, βρήκαμε ένα κουτί το οποίο μέσα είχε έναν χάρτη, ένα σημείωμα και μια φωτογραφία''<br />''Το σημείωμα τι έλεγε;''<br />''Εξηγούσε τον χάρτη, ορίστε εδώ τα έχω''<br />''Η φωτογραφία των κοριτσιών τι σχέση έχει;'' <br />''Διάβασε και θα δεις''<br />''Δεν το πιστεύω, πρώτα ο Έρικ, μετά η αντιδήμαρχος και τώρα αυτό''<br />''Έχουμε μια ιδέα με τον Νικ''<br />''Για πες μου τι κατέβασε πάλι το μυαλό σου;''<br />''Όχι το δικό μου, του Νικ, λοιπόν, θα πει σε έναν δικό του, ήταν μυστικός, τώρα είναι συνταξιούχος, αναλαμβάνει δύσκολες υποθέσεις, θα τον βάλουμε εκεί να παρακολουθεί το μέρος''<br />''Για τόσο χαζό τον περνάς τον Μπερκ; Νομίζεις ότι δεν θα το καταλάβει;''<br />''Είναι πολύ καλός, δεν υπάρχει περίπτωση''<br />''Όπως νομίζεις, κανόνισε μόνο να μην σκατώσετε την δουλειά, συνεννοηθήκαμε;''<br />''Ότι πεις αφεντικό, με θέλεις κάτι άλλο;''<br />''Μόνη σου θα πας αύριο;''<br />''Όχι με τον Νικ και με τον Άρνι''<br />''Πάρε μαζί σου και έναν των ειδικών δυνάμεων, να είμαι σίγουρος ότι δεν θα γίνει καμιά στραβή, αν πάθεις κάτι ο μπαμπάς σου θα με σκοτώσει''<br />''Εντάξει, θα κανονίσω να πάρω κάποιον, σε αφήνω τώρα, τα λέμε αύριο'' έφυγε και κατέβηκε στο γραφείο της, ο Νικ μιλούσε ήδη με τον πράκτορα<br />''Οκ, Τζεφ, πήγαινε σε εκείνο το σημείο και μόλις δεις κάτι περίεργο πάρε με τηλέφωνο'' γύρισε στην Κέλι ''Τα κανόνισα όλα, ξεκινάει σε λίγο για το μέρος που μας δείχνει ο χάρτης''<br />''Πολύ καλά, θα πάρω τα κορίτσια τηλέφωνο και φεύγουμε για φαγητό, θα έρθει μαζί μας και ο Άρνι.<br />Πήρε τα κορίτσια στη σειρά την μια μετά την άλλη, τις ειδοποίησε να προσέχουν και ότι από αύριο θα τις έβαζε σε πρόγραμμα προστασίας, μόλις τελείωσε πήρε τον αρχηγό<br />''Έλα αρχηγέ, εγώ είμαι πάλι''<br />''Τι έγινε Κέλι, πριν μισή ώρα ήσουν εδώ''<br />''Ναι, σου είπα και σου έδωσα όλα τα στοιχεία αλλά δεν σου ανέφερα για τα κορίτσια, από αύριο πρέπει να μπουν σε πρόγραμμα''<br />''Καλά, θα το τακτοποιήσω εγώ, μην σε απασχολεί εσένα''<br />''Ευχαριστώ αρχηγέ, γεια''<br />''Γεια σου Κέλι''<br />''Το κανόνισα, πάμε να φάμε τώρα;''<br />''Φύγαμε;'' βρήκαν τον Άρνι, τον πήραν και έφυγαν όλοι μαζί.<br />Πήγαν σε ένα κινέζικο, κάθισαν και παρήγγειλαν, ο κατάλογος δεν είχε ονόματα αλλά αριθμούς και εικόνες, έτσι η Κέλι πήρε το 24,το 53, το 59 και το 80, τα οποία ήταν, σούπα με φύκια, σούσι, ξινή πάπια σε μπουκιές και ένα ποτό δική τους κατασκευής, ο Νικ παρήγγειλε το ίδιο εκτός από το ποτό δεν το άντεχε και ζήτησε κόκα-κόλα, ο Άρνι πήρε το 12, το 23 και το 86 δηλαδή γεμιστό φίδι, σούπα και ρύζι τηγανισμένο, καθώς περίμεναν άρχισαν τη συζήτηση, μίλησαν για τον Μπερκ και μετά πήραν φόρα και αναφέρθηκαν στο πρόβλημα του Άρνι<br />''Τι έγινε τελικά, βρήκατε καμιά λύση;''<br />''Το παλεύουμε, της είπα ότι θα προσπαθήσω να διορθωθώ, δεν θα παίρνω πολλά νυχτερινά''<br />''Και τι έγινε, δέχτηκε;''<br />''Είπε ότι θα το σκεφτεί, σήμερα το βράδυ θα μου απαντήσει''<br />''Πολύ καλό αυτό, άρα δεν χρειάζεται να της μιλήσω''<br />''Όχι εντάξει, σε ευχαριστώ πάντως, θα σου το χρωστάω και σε εσένα Νικ που χωρίς να με ξέρεις με βοήθησες''<br />''Μιλάς σοβαρά τώρα, ότι θέλεις και αν μπορώ να σε βοηθήσω και αλλού θα το κάνω'' καθώς έτρωγαν ο Νικ σηκώθηκε να πάει στο μπάνιο, ο Άρνι άρπαξε την ευκαιρία<br />''Λέγε, τι γίνεται με τον Νικ, σας βλέπω πολύ κοντά''<br />''Τι θέλεις να γίνει, τίποτα, όλα καλά''<br />''Μη με δουλεύεις εμένα, κάτι τρέχει μεταξύ σας''<br />''Πως σου ήρθε αυτή η ιδέα;''<br />''Θα μου πεις ή θα ρωτήσω τον ίδιο;''<br />''Εντάξει, δεν θα με κάνεις ρεζίλι, έχουμε κάτι αλλά δεν ξέρω ακόμα που θα καταλήξει, είναι νωρίς ακόμα''<br />''Ταιριάζετε πολύ, να τον κρατήσεις, είναι ο καλύτερος από όλους τους άλλους που έχεις μπλέξει''<br />''Άρνιιι, σκασμός τώρα, έρχεται''<br />''Τι λένε εδώ τα παιδάκια;''<br />''Τι να λέμε, συνεχίζουμε με την κατάσταση του Άρνι και πως θα ξεμπλέξει''<br />''Νόμιζα ότι το λύσαμε αυτό''<br />''Τώρα το λύσαμε στα σίγουρα. Λοιπόν, πληρώνουμε και γυρνάμε στη δουλειά;''<br />''Ναι, παρακαλώ τον λογαριασμό''<br />''Αμέσως'' τους τον έφερε, πλήρωσαν και έφυγαν, μόλις έφτασαν στο τμήμα ξεκίνησαν την δουλειά, είχαν πάρει καινούργια στοιχεία για τα άλλα δύο πτώματα και έπρεπε να τα αναλύσουν, κάθισαν για ώρες οι τρείς τους και μελετούσαν, σε κάποια στιγμή ο Άρνι είδε το ρολόι και βλαστήμησε την ώρα που δεν είχε βάλει ειδοποίηση, ήταν εννιά, τα μάζεψε στα γρήγορα, τους χαιρέτησε και τσακίστηκε να πάει στο σπίτι, η Κέλι και ο Νικ έμειναν λίγο ακόμα, φτάνοντας στο σπίτι χτύπησε το τηλέφωνο του Νικ<br />''Τζόουνς''<br />''Εδώ, Κερκ, έχουμε αύριο το μεσημέρι συνάντηση με τον Πρόεδρο, πάρε την πτήση των οχτώ, σου έκλεισα θέση, είναι ζήτημα υψίστης σημασίας''<br />''Εντάξει, αύριο το μεσημέρι θα είμαι εκεί''<br />''Τι έγινε, που θα είσαι αύριο το μεσημέρι;''<br />''Στην Νέα Υόρκη, έρχεται ο Πρόεδρος, έχουμε σημαντικό συμβούλιο''<br />''Και τέτοια ώρα βρήκαν να σου το πούνε;''<br />''Τώρα κανονίστηκε, θα φύγω αύριο το πρωί, κατά τις οχτώ, μου έκλεισαν θέση''<br />''Εδώ τι θα γίνει; Φτάνουμε στο τέλος''<br />''Σήμερα είναι Δευτέρα, έχουμε ακόμα μια βδομάδα, εγώ σε δύο βαριά τρείς μέρες θα έχω γυρίσει''<br />''Εντάξει, δηλαδή θέλει να ξυπνήσουμε στις έξι και μισή''<br />''Θα ξυπνήσω εγώ, εσύ κοιμήσου''<br />''Δεν το συζητάω, μόνο θα μου αφήσεις το τηλέφωνο του ανθρώπου που έβαλες να παρακολουθεί, για να μιλήσω μαζί του''<br />''Θα σου το δώσω, πάμε τώρα μέσα για να προλάβουμε να κοιμηθούμε λίγο'' αφού μπήκαν στο σπίτι, έκαναν ένα μπάνιο και έπεσαν και οι δύο ξεροί στο κρεβάτι.<br />Το ίδιο μπλε ford που τους ακολουθούσε από το πρωί ήταν στημένο λίγο πιο κάτω από το σπίτι, περίμενε να έρθει το πρωί με ανυπομονησία.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com11tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-88867712833833579662009-02-02T12:20:00.019+02:002009-02-06T14:44:58.122+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8Ξύπνησαν το πρωί κατά τις δέκα, ευχαριστήθηκαν τόσο πολύ τον ύπνο που δεν ήθελαν να σηκωθούν από το κρεβάτι, κάποια στιγμή το πήρε απόφαση ο Νικ και πήγε να κάνει μπάνιο, η Κέλι άνοιξε την τηλεόραση να χαζέψει μέχρι να μπει και αυτή με την σειρά της, για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό κάθισε και είδε κινούμενα σχέδια, σήμερα ένιωθε σαν μικρό παιδί, ήθελε να την νταντέψουν, σκέφτηκε τη μαμά και τον μπαμπά της, είχε καιρό να τους επισκεφθεί, τόνισε στον εαυτό της να ρωτήσει τον Νικ αν θέλει να πάνε αύριο μια βόλτα, εμφανίστηκε από το μπάνιο με μια πετσέτα μόνο, τα νερά έσταζαν πάνω στο σώμα του και γυάλιζαν από το φως που έμπαινε από το παράθυρο, πήγε κοντά της<br />''Τι κάνεις εδώ εσύ; Σου έλειψα καθόλου;''<br />''Καθόλου, θα φάμε τίποτα;''<br />''Τι τραβάει η όρεξή σου;''<br />''Ότι θέλεις εσύ, πάω να κάνω ένα μπανάκι και όταν έρθω κανόνισε να είναι ήδη εδώ'' τον φίλησε στην μύτη και έφυγε, άνοιξε το ντουζ και κάθισε από κάτω για πολλή ώρα, με το που τελείωσε ένιωθε αναζωογονημένη, μπήκε στην τραπεζαρία και είδε ότι μόλις είχαν φέρει το πρωινό, ο Νικ είχε κάνει παραγγελία τοστ, φρυγανιές, βούτυρο, γάλα, μαρμελάδα, μέλι, χυμό και καφέ, η Κέλι τα είδε και της άνοιξε η ψυχή, δεν κρατήθηκε πολύ μόλις έφυγε το παιδί όρμησε στο τραπέζι, χωρίς καν να τον περιμένει ξεκίνησε άλειψε μερικές φέτες με βούτυρο και μέλι, άλλες με μαρμελάδα, χάθηκε μέσα στην όαση, ο Νικ την κοιτούσε παράξενα χωρίς να κάνει τίποτα, μετά από λίγο πήρε την απόφαση και της είπε<br />''Εκτός από αχόρταγη το βράδυ είσαι και το πρωί βλέπω''<br />''Έλα κάτσε, ακόμα δεν ξεκίνησα, τα ετοίμασα όλα για να μην παιδευόμαστε μετά, να τα φάμε κατευθείαν, άντε πεθαίνω της πείνας'' ο Νικ γέλασε με την καρδιά του από τον τρόπο που φερόταν η Κέλι<br />''Γιατί γελάς, τι έκανα;''<br />''Τίποτα, απλά με διασκεδάζει ο τρόπος σου, θα βάλεις καφέ;''<br />''Εχω βάλει ήδη, άντε κάτσε'' ο Νικ κάθισε και δεν μίλησε περίμενε να τελειώσει ο παραλογισμός της Κέλι, ξεκίνησε να τρώει και μόλις είδε ότι ηρέμησε λίγο την ρώτησε<br />''Κέλι μου, είσαι καλά, φέρεσαι λίγο παράξενα''<br />''Γιατί πρέπει να έχω κάτι; Είμαι ξεκούραστη, ευτυχισμένη και νιώθω σαν μικρό παιδί σήμερα. Είναι κακό;''<br />''Όχι, προς θεού, απλά παραξενεύτηκα με το φέρσιμό σου''<br />''Είμαι καλά, σήμερα δεν έχω δουλειά και θα περάσουμε τέλεια''<br />''Εντάξει, έλα να τελειώσουμε το πρωινό και να πάμε να μου δείξεις τα αξιοθέατα της πόλης, τόσες φορές έχω έρθει για δουλειά αλλά δεν έτυχε να τριγυρίσω''<br />''Ωραία, θα σε πάω όπου θέλεις, μόνο να σε ρωτήσω κάτι;''<br />''Βεβαίως, πες μου''<br />''Ξέρεις, πιθύμησα τους γονείς μου, μήπως θα ήθελες αύριο να περάσουμε μια βόλτα; Μην σε ανησυχεί για το τι θα πούνε, είναι απλό, είσαι συνεργάτης μου και σου κάνω μια περιήγηση στον τόπο μας''<br />''Δεν με πειράζει καθόλου, ίσα-ίσα θα μάθω και πως ήσουν μικρούλα''<br />''Σίγουρα, αν μπλέξεις με τον μπαμπά μου, θα σου πει όλη την ιστορία της ζωής μου''<br />''Καλά, άσε τώρα το αύριο, σήμερα που θα πάμε;''<br />''Τι λες να σε πάω μια βόλτα στο Αλκατράζ; Σου αρέσει η ιδέα;''<br />''Δεν θα έλεγα όχι, είναι κάτι που ήθελα να δω από καιρό''<br />''Τελειώνουμε το φαγητό, ντυνόμαστε, πεταγόμαστε στο σπίτι, αλλάζω και φεύγουμε για Αλκατράζ, οκ;''<br />''Οκ, πάω να ντυθώ''<br />''Έρχομαι και εγώ'' σε ένα τέταρτο ήταν και οι δύο έτοιμοι για να πάνε στο σπίτι της Κέλι, μόλις έφτασαν μπήκαν γρήγορα-γρήγορα μέσα, η Κέλι ανέβηκε στην κρεβατοκάμαρα, μέσα στην βιασύνη της πάλι χτύπησε στην καρέκλα που ήταν δίπλα στην ντουλάπα, το παράβλεψε και μπήκε να διαλέξει τα ρούχα της, βρήκε μια λινή παντελόνα, ένα μπλουζάκι που τόνιζε το ντεκολτέ της, βάφτηκε ελαφρά και ήταν έτοιμη, κατέβηκε, ο Νικ την περίμενε βλέποντας ειδήσεις, είχε απορροφηθεί και δεν την κατάλαβε, πήγε από πίσω του και τον αγκάλιασε, ο Νικ πετάχτηκε μέχρι επάνω<br />''Με πέθανες δεν σε κατάλαβα που κατέβηκες, ήμουν αφοσιωμένος στην τηλεόραση''<br />''Τι βλέπεις με τόση προσοχή;''<br />''Μιλούσαν για την υπόθεσή μας, είναι λέει αγανακτισμένοι που δεν έχουμε βρει ακόμη κάτι''<br />''Έλα τώρα Νικ, ξέρω ότι η υπόθεση είναι σοβαρή, μην ξεχνάς ότι είναι και προσωπική δική μου, αλλά σήμερα και αύριο δεν θέλω να σκέφτομαι τίποτα για αυτό, μετά από τόσον καιρό περνάω τόσο ωραία...''<br />''Με συγχωρείς, πάμε να φύγουμε και τα βλέπουμε ξανά την Δευτέρα'' μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν ,η πρύμνη που έπαιρνες το καραβάκι ήταν μισή ώρα δρόμος με το αυτοκίνητο από το σπίτι της, κάθε μια ώρα είχε δρομολόγιο για το Αλκατράζ, απόλαυσαν την διαδρομή μέχρι να φτάσουν, άφησαν το αυτοκίνητο στο παρκινγκ και πήγαν να πάρουν το καραβάκι, η θάλασσα ήταν όμορφη και τους κουνούσε σαν μαμά το παιδί της στην κούνια, τόσο απαλά, μόλις πάτησαν το πόδι τους στην στεριά ο ξεναγός τους περίμενε, τους μάζεψε όλους και ξεκίνησαν την περιήγηση, τους έδειξε τα κελιά, τα γραφεία των αστυνομικών, το ιατρείο, τους έβαλε σε ένα κελί και τους κλείδωσε μέσα για δέκα λεπτά για να καταλάβουν πως μπορεί να ένιωθαν οι φυλακισμένοι, το πιο ανατριχιαστικό ήταν ο διάδρομος και το δωμάτιο της ηλεκτρικής καρέκλας, σου έφερνε ένα ρίγος και δεν μπορούσες να καταλάβεις γιατί, ύστερα τους έβγαλε στο προαύλιο, τριγύρισαν για αρκετή ώρα ώσπου άκουσαν το φουγάρο από το καραβάκι, μαζεύτηκαν ξανά όλοι επιβιβάστηκαν και γύρισαν πίσω.<br />Η ώρα ήταν μία και μισή όταν έφτασαν, ο Νικ και η Κέλι αποφάσισαν να πάνε για φαγητό στην οδό Τζάμπερ η οποία είχε πολλά εστιατόρια και επίσης υπήρχε το μεγαλύτερο παζάρι στην πόλη, κάθισαν έφαγαν, συζήτησαν και αργότερα έκαναν την βόλτα τους, η Κέλι αγόρασε κάποια πράγματα για το βραδινό τους που είχε υποσχεθεί στον Νικ ότι θα του ετοίμαζε, πήγαν για έναν καφέ σε μια παραλιακή καφετέρια και πέρασαν την περισσότερη ώρα τους γελώντας και βγάζοντας φωτογραφίες, σε κάποια στιγμή αποφάσισαν να φύγουν για να ξεκουραστούν λίγο, έφτασαν στο σπίτι, ήταν έξι η ώρα, η Κέλι έβαλε καφέ να γίνεται και έβαλαν στην τηλεόραση να δούνε το Jeopardy, ήταν το αγαπημένο τηλεπαιχνίδι και των δύο όταν προλάβαιναν να το δούνε, ήπιαν τον καφέ τους και η Κέλι αποφάσισε πριν ξεκινήσει το μαγείρεμα να πάρει τηλέφωνο την Τζίλ για να δει πως είναι η ψυχολογία της, σχημάτισε τον αριθμό και περίμενε να το σηκώσει''<br />''Παρακαλώ''<br />''Έλα κορίτσι μου, τι γίνεται, είσαι έτοιμη για την μεγάλη βραδιά;''<br />''Κέλι, σε σκεφτόμουν, έχω πολύ άγχος, αλλά προσπαθώ να είμαι συγκρατημένη''<br />''Το ήξερα, για αυτό σε πήρα, τι ώρα είναι το ραντεβού;''<br />''Στις εννιά θα έρθει να με πάρει''<br />''Ωραία, ντύσιμο και τα λοιπά τα τακτοποίησες ή θα περιμένεις πάλι τελευταία στιγμή;''<br />''Είναι όλα έτοιμα, θα σε αφήσω τώρα, πρέπει να κάνω μπάνιο και να ετοιμαστώ, θα σε πάρω αύριο το πρωί''<br />''Εντάξει γλυκιά μου, θα περιμένω''<br />Πήγε στην κουζίνα και άρχισε το μαγείρεμα, θα έκανε αρνάκι στο φούρνο με μακαρονάκι, μια σαλάτα δική της επινόησης μεν αλλά με βασική συνταγή την Ceasar's, όταν τελείωσε είχε πάει δέκα η ώρα, φώναξε τον Νικ αλλά αυτός δεν απάντησε, πήγε στο σαλόνι και είδε ότι τον είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ, πήγε κοντά του και του έδωσε ένα φιλί για να τον ξυπνήσει, με το που ένιωσε το φιλί ο Νικ άνοιξε τα μάτια του και την είδε από πάνω του να τον κοιτάζει, σηκώνει τα χέρια του την αρπάζει και την ρίχνει στην αγκαλιά του, η Κέλι άρχισε να διαμαρτύρεται<br />''Νικ, θα κρυώσει το φαγητό, μην αρχίζεις τα χαζά, θα φάμε και μετά θα παίξουμε''<br />''Μου την χαλάς πολύ, αλλά τέλος πάντων, θα το αντέξω'' σηκώθηκε και πήγαν και οι δύο στο τραπέζι, είδε το αρνάκι με το μακαρονάκι στην πιατέλα και του άνοιξε κατευθείαν η όρεξη<br />''Το φαγητό φαίνεται θεσπέσιο, η σαλάτα τι έχει μέσα;''<br />''Λοιπόν, έχει μαρούλι, κοτόπουλο, κρουτόν, κρεμμυδάκι, αυγό, λεμόνι, λάδι, αλάτι και την ειδική σάλτσα που κάνω με αυγό σε σκόνη, λίγο άνηθο, μαγιονέζα και πολλή λίγη μουστάρδα. Έλα δοκίμασε, θα σου αρέσει''<br />''Θα κάνω μια προσπάθεια και ελπίζω να μην τρέχω στο νοσοκομείο''<br />''Έλα βρε χαζούλη, που θα τρέχεις, δεν μου έχεις εμπιστοσύνη;''<br />''Να το σκεφτώ λίγο;''<br />''Δοκίμασε τώρα, γιατί αλλιώς θα το φάω όλο μόνη μου και δεν θα προλάβεις τίποτα''<br />''Καλά, καλά, δοκιμάζω'' έβαλε μια μπουκιά από την σαλάτα στο στόμα του και...<br />''Μμμμμμμμμμμμ! Έκανα λάθος τελικά είναι πεντανόστιμη''<br />''Είδες που σου έλεγα;''<br />''Παραδίνομαι, κάτσε τώρα να δοκιμάσω και το αρνάκι σου, είναι τέλειο''<br />''Επιτέλους ένα καλός λόγος'' συνέχισαν το φαγητό, μόλις τελείωσαν μάζεψαν το τραπέζι και έπλυναν μαζί τα πιάτα, ύστερα πήραν το κρασί, πήγαν και κάθισαν μπροστά στο τζάκι, συζητούσαν και τους ακολουθούσε μια απαλή μουσική που είχαν βάλει να παίζει, το βράδυ τους άφησε και τους βρήκε το πρωί μπροστά στο τζάκι να κοιμούνται αγκαλιασμένοι...<br /><br /> ------------------------------------------------------<br /><br />Η Τζίλ περίμενε με ανυπομονησία τον Ρότζερ να έρθει να την πάρει, δεν θα άντεχε για πολύ, από το άγχος της είχε κάνει τρύπα στο πάτωμα με το πέρα δώθε, κάποια στιγμή χτύπησε το κουδούνι, έτρεξε με φόρα και πριν φτάσει στο θυροτηλέφωνο σκόνταψε στο χαλί και έπεσε, μαρτύρησε την ώρα και την στιγμή που ήταν τόσο ανυπόμονη, μονολογούσε από μέσα της<br />''Τι χαζή που είμαι, λες και δεν ξέρω τον Ρότζερ, κάνω σαν δεκαεξάχρονο στο πρώτο του ραντεβού'' σηκώθηκε και πήγε να ανοίξει, πάτησε το κουμπί και είπε στον Ρότζερ ότι κατεβαίνει, έβαλε το παλτό της και κατέβηκε.<br />Μόλις την είδε θαμπώθηκε, φορούσε ένα φουστάνι μακρύ μαύρο, είχε τα μαλλιά της μαζεμένα και κάτι σκουλαρίκια που της έφταναν μέχρι τον ώμο<br />''Αγάπη μου, τι όμορφη που είσαι, σήμερα λάμπεις''<br />''Ευχαριστώ Ρότζερ'' του είπε και τον φίλησε, μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν για το εστιατόριο, έφτασαν και άφησαν το αυτοκίνητο στο παιδί, μπήκαν μέσα και τους υποδέχτηκε η σάλα η οποία ήταν τόσο αρχοντική που η Τζίλ θαμπώθηκε<br />''Τι γλυκός που είσαι μωρό μου, τι όμορφο μέρος είναι αυτό''<br />''Τα πάντα για το κορίτσι μου''<br />''Σ' αγαπώ πολύ-πολύ''<br />''Και εγώ, έλα πάμε τώρα, μας περιμένει το τραπέζι μας'' πέρασαν μέσα, ο μετρ τους τακτοποίησε σε ένα τραπέζι όχι πολύ κεντρικό και τους έβαλε να καθίσουν, τους έφερε το κρασί, έβαλε λίγο στο ποτήρι του Ρότζερ, αυτός δοκίμασε λίγο, έγνεψε καταφατικά και έτσι ο σερβιτόρος σέρβιρε και τους δύο, παρήγγειλαν σολομό και θαλασσινά. Η ώρα πέρασε και αφού έφαγαν ο Ρότζερ φώναξε τον σερβιτόρο για να απασχολήσει για λίγο την Τζίλ μέχρι να βάλει το δαχτυλίδι στο ποτήρι της, μετά του έκανε νόημα ότι ήταν εντάξει και της είπε<br />''Έλα αγάπη μου να κάνουμε μια πρόποση στην αγάπη μας'' σήκωσαν τα ποτήρια, τα τσούγκρισαν και ήπιαν, της Τζίλ της έκατσε κάτι στο στόμα, το έβγαλε και κοίταξε το χέρι της, σήκωσε το κεφάλι της στον Ρότζερ, αυτός της πήρε το δαχτυλίδι από το χέρι, το καθάρισε με την πετσέτα, πήγε κοντά της, γονάτισε και της είπε<br />''Τζίλιαν Ντόνα Γουόλς, θα μου κάνεις την τιμή να γίνεις η γυναίκα της ζωής μου;'' η Τζίλ είχε δακρύσει από την ευτυχία της, σκούπισε τα μάτια της και του απάντησε<br />''Ναι, Ρότζερ Αλεξάντερ Κάροου, θα γίνω'' τον αγκάλιασε και τον φίλησε, όλο το εστιατόριο τους κοιτούσε και μόλις είπε το ναι η Τζίλ άρχισαν να χειροκροτούν.<br />Το υπόλοιπο βράδυ τους το πέρασαν ήσυχα, συζητώντας για την ζωή που τους περίμενε...<br /><br /> ------------------------------------------<br /><br />Η Κέλι σηκώθηκε γιατί άκουσε τα τελευταία ξύλα στο τζάκι να καταρρέουν από την στοίβα τους και να καταλήγουν κάρβουνα, σηκώθηκε έβαλε άλλα δύο να καίγονται και ξάπλωσε ξανά, αγκάλιασε τον Νικ, αυτός άνοιξε τα μάτια του και την χαιρέτησε<br />''Γεια σου, τι κάνεις εσύ εδώ;''<br />''Νικ, με κοροϊδεύεις ακόμα δεν ξύπνησες;''<br />''Σε πειράζω, έλα εδώ να σου κάνω παιχνιδάκια''<br />''Δεν θα μου κάνεις παιχνιδάκια, σήκω να πιούμε καφέ και να φύγουμε, θα πάμε στην Λέγκολαντ και μετά θα περάσουμε από τους γονείς μου, κατευθείαν για φαγητό θα τους πιάσουμε''<br />''Εντάξει, ζαβολιάρα''<br />''Άντε σήκω'' μπήκαν και οι δύο και έκαναν μπάνιο μαζί, ήπιαν τον καφέ τους και ετοιμάστηκαν να φύγουν.<br />Έκαναν μια ώρα για να φτάσουν στο πάρκο, με το που μπήκαν μέσα τους τύλιξε η ζεστασιά του κόσμου των παιδιών, έπαιξαν και αυτοί με την καρδιά τους, τρενάκι, στο πλοίο των πειρατών, βγήκαν φωτογραφίες με τους ήρωες της Ντίσνεϋ, είδαν το σόου με τις φάλαινες και τις φώκιες και μόλις κατάλαβαν ότι ήταν εξαντλημένοι αποφάσισαν να φύγουν, μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν για το σπίτι των γονιών της Κέλι.<br />Έφτασαν, άνοιξε την πόρτα του σπιτιού και φώναξε<br />''Είναι κανείς εδώ;'' η μαμά της βγήκε από την κουζίνα και έτρεξε να την αγκαλιάσει<br />''Κέλι, πόσο μου έλειψες μωρό μου, για να σε δω λίγο''<br />''Έλα μαμά, δεν έχεις να με δεις και κανένα χρόνο, πάνε δύο βδομάδες μόνο''<br />''Χαίρομαι που σε βλέπω, να δεις πως θα κάνει ο πατέρας σου. Ο φίλος σου ποιος είναι;''<br />''Ο Νικ, είναι συνεργάτης μου και τον ξεναγώ στα μέρη μας, Νικ από εδώ η μητέρα μου, η Έλεν''<br />''Χάρηκα Έλεν, μου επιτρέπεις να σου μιλάω στον ενικό έτσι;''<br />''Βεβαίως, καλώς ήρθες στο σπίτι μας, ελάτε μέσα, μας προλάβατε ακριβώς στο φαγητό''<br />''Τι σου έλεγα;'' του έκανε με ένα νόημα η Κέλι, μπήκαν στην κουζίνα και εκείνη την ώρα ερχόταν ο μπαμπάς της από τον κήπο, έτρεξε και τον αγκάλιασε, έκανε τις συστάσεις με τον Νικ και κάθισαν να φάνε, ο Πίτερ άρχισε να αφηγείται ιστορίες από την θητεία του στην αστυνομία και μετά το γύρισαν στα παιδικά χρόνια της Κέλι, η ώρα πέρασε και δεν κατάλαβαν ότι είχε πάει έξι, αφού ήπιαν και τον καφέ τους η Κέλι ανέφερε ότι ο Ρότζερ έκανε πρόταση γάμου στην Τζίλ και έπρεπε να την πάρει τηλέφωνο να δει τι έγινε, η Έλεν χάρηκε τόσο πολύ που ήθελε να της μιλήσει και αυτή, την πήραν, η Τζίλ, τους είπε με το νι και με το σίγμα το τι έγινε, αργότερα έκλεισαν το τηλέφωνο και πήγαν ξανά μέσα, η Κέλι είπε στον Νικ να σηκωθεί για να φύγουνε, τους αποχαιρέτησαν και ξεκίνησαν για το σπίτι. Πέρασαν το υπόλοιπο βράδυ αγκαλιασμένοι μπροστά στην τηλεόραση με ένα μπουκάλι κρασί.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com8tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-15446044437242440092009-01-26T14:39:00.019+02:002009-01-28T10:08:21.206+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ΝΤΡΙΙΙΝΝΝ!!! ΝΤΡΙΙΙΙΙΙΝΝΝΝ!!!<br />''Στο καλό σου για ξυπνητήρι'' η Κέλι σηκώθηκε το άρπαξε από το κομοδίνο και το πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου, αυτό ακούστηκε για ακόμη μια φορά πριν πέσει κάτω και σπάσει σε κομματάκια, ο Νικ γέλασε μαζί της, την πήρε στην αγκαλιά του, την φίλησε και την καλημέρισε,<br />''Τόσο νευρική είσαι το πρωί όταν ξυπνάς;''<br />'' Όχι Νικ, δεν είμαι νευρική, αλλά όταν έχω κοιμηθεί τόσο όμορφα το βράδυ με ενοχλεί αφάνταστα, έτσι που χτυπάει σαν χαζό, πάω να φτιάξω πρωινό, κάνε ένα μπανάκι αν θέλεις, έχει ζεστό νερό''<br />''Ωραία, μου χρειάζεται'' σηκώθηκε και πήγε στο μπάνιο, η Κέλι κατέβηκε στην κουζίνα και άρχισε να ετοιμάζει, καφέ, τηγανίτες και αυγά, μετά από δέκα λεπτά ήρθε και ο Νικ νυχοπατώντας, δεν τον άκουσε γιατί ήταν αφοσιωμένη στις τηγανίτες, πήγε από πίσω της, την έσφιξε στην αγκαλιά του και την πείραζε<br />''Νικ, αν δεν σταματήσεις αμέσως, εκτός του ότι θα μου καούν δεν θα έχεις και να φας, γι' αυτό σταμάτα και κάτσε κάτω, συνεννοηθήκαμε;''<br />''Διατάξτε στρατηγέ μου, χρειάζεστε μήπως βοήθεια;''<br />''Ο καφές είναι έτοιμος, βάλε και σε δύο λεπτά θα είναι έτοιμα και τα άλλα'', έβγαλε τις τηγανίτες από το τηγάνι και έβαλε τα αυγά, μόλις έγιναν τα πήγε στο τραπέζι, κάθισαν να φάνε<br />''Από ότι βλέπω είσαι καλή και στην κουζίνα''<br />''Αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που θα σου ετοιμάσω αύριο το βράδυ, θα σου το έκανα σήμερα αλλά έχω ραντεβού με τα κορίτσια''<br />''Δηλαδή το βράδυ δεν θα το περάσουμε μαζί;''<br />''Ναι, από τις έντεκα και μετά, μας φτάνουν τρείς ώρες για να κουτσομπολέψουμε''<br />''Α! Αυτά κάνετε όταν βγαίνετε έξω, ε; Και εγώ τι θα κάνω μέχρι να βρεθούμε;''<br />''Θα μ’ επιθυμήσεις, θα σε αφήσω στο ξενοδοχείο το απόγευμα και μετά θα έρθω από εκεί το βραδάκι να σε βρω''<br />''Καλή είσαι, εσύ θα διασκεδάσεις και εμένα θα με αφήσεις μόνο μου''<br />''Μην είσαι παραπονιάρης, δεν θα σε αφήσω μόνο σου όλο το βράδυ, το μισό μόνο''<br />''Πιστεύω πως θα το αντέξω, τώρα τι κάνουμε;''<br />''Τρώμε, τι κάνουμε;''<br />'' Όχι βρε χαζούλα τώρα αυτή τη στιγμή, όταν θα φύγουμε που θα πάμε πρώτα;''<br />''Θα πάμε στο παρκάκι να πάρουμε το μήνυμα, μετά θα πάμε να αλλάξεις και κατευθείαν στο τμήμα, να εξετάσουμε τι λέει το γράμμα και τι δρόμο θα πάρουμε''<br />'' Όταν πάμε να αλλάξω θα ανέβεις και εσύ πάνω μαζί μου...;''<br />''Νικ, σοβαρέψου λίγο, θα ανέβω αλλά μόνο για να μην περιμένω μόνη μου κάτω''<br />''Με στενοχωρείς έτσι που με κάνεις''<br />''Θα σου περάσει, λοιπόν πάω να ντυθώ και φεύγουμε''<br />''Ν έρθω και εγώ;''<br />''Νιιικ...''<br />''Εντάξει'' νιαούρισε σαν πληγωμένο γατί ''θα δω λίγη τηλεόραση μέχρι να κατέβεις'' η Κέλι μπήκε γρήγορα έκανε ένα μπάνιο, ντύθηκε, βάφτηκε και σε ένα τέταρτο ήταν κάτω, ετοιμάστηκαν να φύγουν όμως ο Νικ πριν βγουν σταμάτησε στην πόρτα, η Κέλι γύρισε και του είπε<br />''Γιατί σταμάτησες;'' την αρπάζει και την φιλάει με τόσο πάθος που μόλις την άφησε η Κέλι ζαλίστηκε<br />''Αυτό για να ξέρεις τι θα πάθεις το βράδυ...'' άνοιξε την πόρτα και την έσπρωξε ελαφρά προς τα έξω ''άντε, κουνήσου θα αργήσουμε πολύ'' της χαμογέλασε, μπήκαν στο αυτοκίνητο, έφτασαν στο πάρκο και του είπε να περιμένει μέχρι να πάει στο παγκάκι για να πάρει το μήνυμα, μέτρησε τα παγκάκια<br />''ένα, δύο........έξι, στα δεξιά, αυτό είναι'' έψαξε από κάτω και βρήκε έναν φάκελο κολλημένο, το πήρε και έτρεξε στον Νικ ''το βρήκα, τι λες να γράφει μέσα;''<br />''Δεν ξέρω, άνοιξε το και θα μάθουμε'' έβγαλε τον φάκελο από την ζελατίνα, τον άνοιξε και άρχισε να διαβάζει<br /><strong>''Για να βρήκες αυτό το γράμμα σημαίνει ότι χθες το βράδυ κατάφερες και έσωσες κάποιον, Μπράβο ντετέκτιβ, τώρα η δουλειά σου είναι λίγο πιο δύσκολη, έχεις τέσσερις μέρες να πας στο χωριό Summerville, σου γράφω παρακάτω την διεύθυνση, θα μπεις στο σπίτι, θα κατέβεις στο κελάρι που είναι δίπλα στην κουζίνα, εκεί θα βρεις ένα στοιχείο το οποίο θα βοηθήσει και εσένα στο να λύσεις την υπόθεσή σου, αλλά και εμένα δίνοντάς μου την απόδοση της δικαιοσύνης που μου πρέπει, αν τα καταφέρεις, τότε θα είσαι πολύ τυχερή και εσύ αλλά και η φίλη σου, η δ/νση είναι Σάουθ 56, σου δίνω τέσσερις ημέρες για να πάρεις ρεπό το Σαββατοκύριακο και την Δευτέρα να ξεκινήσεις με καθαρό μυαλό. Θα τα πούμε σύντομα, να είσαι σίγουρη...''</strong>''<br />''Ωραία, μου δίνει και την άδεια να πάρω ρεπό, Θεέ μου που έχω μπλέξει;''<br />''Τι μπορεί να θέλει να πάρουμε από εκεί;''<br />''Δεν ξέρω Νικ, θα το μάθουμε την Δευτέρα, αυτό το χωριό δεν είναι πολύ μακριά από την πόλη, μιάμιση ώρα με το αυτοκίνητο''<br />''Την Δευτέρα θα ξεκινήσουμε νωρίς ώστε το μεσημέρι να έχουμε γυρίσει''<br />''Ναι, πάμε τώρα στο ξενοδοχείο'' η Κέλι έβαλε μπροστά το αμάξι και έφυγε με μεγάλη φόρα, σε δέκα λεπτά βρισκόταν στην πόρτα του ξενοδοχείου, έδωσε τα κλειδιά στον παρκαδόρο και ανέβηκαν επάνω, ο Νικ δεν καθυστέρησε πολύ, μπήκε στο μπάνιο, ξυρίστηκε, ντύθηκε και σε μισή ώρα ήταν έτοιμος, η Κέλι εν το μεταξύ καθόταν στο σαλονάκι και διάβαζε ένα περιοδικό για να περάσει η ώρα<br />''Εντάξει, τώρα που άλλαξα νιώθω καλύτερα, φεύγουμε;''<br />''Ναι, πάμε'' κατέβηκαν, έδωσαν το κλειδί στην ρεσεψιόν και πήγαν να πάρουν το αμάξι, τους το έφερε το παιδί, του έδωσαν δύο δολάρια για τον κόπο του και ξεκίνησαν, έφτασαν στο τμήμα και πήγαν κατευθείαν στο γραφείο της Κέλι, μόλις μπήκαν τους πρόλαβε ο Άρνι πριν καλά καλά κάτσουν<br />''Κέλι, Τζόουνς, καλημέρα, σας ψάχνει ο μεγάλος''<br />'' Έχει πολλή ώρα που μας ζήτησε;''<br />'' Όχι μόλις ήρθε και αυτός''<br />''Σε ευχαριστώ Άρνι θα πάμε τώρα να τον δούμε'' σηκώθηκαν και ανέβηκαν επάνω, χτύπησαν την πόρτα, άκουσαν από μέσα τον αρχηγό να λέει με την βαριά φωνή του<br />''Εμπρός, περάστε''<br />''Καλημέρα αφεντικό, πως τα πας;''<br />''Εγώ καλά, εσύ πες μου τι κάνεις, τι έγινε με την υπόθεση;''<br />''Βρήκαμε ποιος είναι, τώρα το θέμα είναι ότι θέλει να με στείλει σε ένα χωριό, μου άφησε ένα γράμμα και μου δίνει οδηγίες που να πάω και τι θα βρω''<br />''Δεν μου ανέφερες κάτι, ποιος είναι;''<br />''Ο Μπερκ, την θυμάσαι την υπόθεση αυτή; Τον βάλαμε μέσα πριν οχτώ χρόνια''<br />''Α! Ναι, σωστά, ήταν σχεδόν από τις πρώτες σου υποθέσεις''<br />''Ακριβώς, την Δευτέρα το πρωί θα ξεκινήσουμε νωρίς ώστε το μεσημέρι να είμαστε πίσω και να σε ενημερώσουμε για το τι καινούργιο υπάρχει''<br />''Πολύ καλά Κέλι, ότι και να γίνει να με κρατάς ενήμερο''<br />''Εντάξει αφεντικό, σε αφήνουμε τώρα να πάμε να δουλέψουμε και λίγο, γεια''<br />''Συγγνώμη, μια τελευταία ερώτηση, στον Νικ αναφέρομαι''<br />''Παρακαλώ, πείτε μου'' του απηύθυνε τον λόγο ο Νικ<br />''Αναφορά πότε δίνεις στους ανωτέρους σου;''<br />''Κοιτάξτε, η δουλειά μου δεν είναι να δίνω αναφορά στους ανωτέρους μου, η δουλειά μου είναι να λύνω τις υποθέσεις βοηθώντας την αστυνομία και μόλις βρεθεί η λύση τότε πηγαίνω και δίνω τα στοιχεία του πορίσματος, έτσι όταν έρθει η ώρα της δίκης να γνωρίζουμε και εμείς όλες τις εξελίξεις σε περίπτωση που μας φωνάξουν για μάρτυρες''<br />''Εντάξει Τζόουνς, σε ευχαριστώ, απλά ήθελα να μάθω αν έχεις κάποιο χρονικό περιθώριο''<br />''Το περιθώριο μου είναι όσο χρειάζεται, αλλά όσο πιο γρήγορα τόσο πιο καλά, καλημέρα σας''<br />''Γεια σας'' η Κέλι τον περίμενε έξω από την πόρτα αλλά τα είχε ακούσει όλα<br />''Απορώ πως σε άφησε να του μιλήσεις έτσι, ποτέ δεν το κάνει αυτό''<br />''Μην ξεχνάς όμως αγαπητή μου Κέλι ότι είμαι ανώτερος του, αυτός είναι αρχηγός σε ένα τμήμα και εγώ είμαι ειδικός πράκτορας του FBI, δεν μπορεί να μου μιλάει όπως θέλει''<br />'' Έχεις δίκιο και να σου πω καλά του έκανες, το χρειαζότανε'' πήγαν ξανά στο γραφείο, παρήγγειλαν καφέ, η Κέλι φώναξε την Μάρσι, μέσα σε πέντε λεπτά εμφανίστηκε<br />''Καλημέρα Κέλι, κύριε Τζόουνς, τι με ήθελες;''<br />''Μάρσι, θέλω να παρακολουθείς το κινητό μου βάλε το μέσα στο σύστημα, από το σταθερό δεν κάναμε τίποτα, εντάξει;''<br />''Ναι, βέβαια, θα το κάνω αμέσως''<br />''Σ' ευχαριστώ, μπορείς να πηγαίνεις''<br />''Τι γλυκό κοριτσάκι, είναι πολύ καιρό στο τμήμα; Φαίνεται μικρή''<br />''Μήπως θέλεις να σου την κάνουμε και προξενιό, αν είναι πες το μου να το ξέρω. Έχει στο τμήμα ένα εξάμηνο, είναι είκοσι ένα χρόνων''<br />''Στο καλό μου πέφτει λίγο μεγάλη'' την κορόιδεψε, η Κέλι πήρε βαθειά αναπνοή για να ηρεμήσει και του έδωσε μια κλωτσιά κάτω από το γραφείο<br />''Αυτό για να μάθεις να κάνεις καμάκι μπροστά μου''<br />''Σα δεν ντρέπεσαι λίγο, θέλεις να μου στερήσεις τα τυχερά μου;''<br />''Αν είναι έτσι να την φωνάξω και να σας κλείσω ραντεβού για το βράδυ, δεν έχω κανένα πρόβλημα, θέλεις;''<br />''Ναι, μήπως θα έρθεις και εσύ για να μας κρατάς το φανάρι;''<br />'' Άντε βρε από εδώ, άσε τώρα τα χαζά να πιάσουμε δουλειά''<br />''Τα αφήνω αλλά το βράδυ θα μου το πληρώσεις που δεν με αφήνεις να χαρώ κάτι ωραίο'' την πείραξε ξανά<br />''Λοιπόν, θα δώσω το γράμμα στον γραφολόγο για να σιγουρευτούμε ότι είναι ο Μπερκ αυτός που το έγραψε, πάω δύο λεπτά στον Άρνι και γυρνάω''<br />''Σε περιμένω'' πήγε και βρήκε τον Άρνι να μιλάει με μια κοπέλα<br />'' Άρνι μπορώ να σου δώσω κάτι μισό λεπτό;''<br />''Ναι Κέλι, έλα, συγγνώμη Νταίζη, επιστρέφω σε λίγο''<br />''Πάρε αυτό και θέλω μέχρι το απόγευμα τα αποτελέσματα''<br />''Εντάξει θα το δώσω τώρα στο εργαστήριο να το δουλέψουν, μόνο αυτό με ήθελες;''<br />''Ναι, γιατί περίμενες και κάτι άλλο;''<br />''΄Οχι, όχι εντάξει, τα λέμε μετά'' της φάνηκε πολύ παράξενος ο τρόπος του και είπε στον εαυτό της να τον ρωτήσει αργότερα αν έχει κάτι, πήγε στο γραφείο<br />''Βλέπω ήρθε ο καφές, χαίρομαι'' με μια γουλιά ήπιε σχεδόν τον μισό<br />''Σιγά-σιγά θα μου πάθεις τίποτα''<br />''Το χρειαζόμουνα αυτό, για πες μου τώρα σου ήρθε τίποτα όσο έλειπα;''<br />''Σκέφτηκα κάτι, αλλά πρέπει να το δουλέψω λίγο ακόμα στο μυαλό μου''<br />''Για πες μου, ίσως καταφέρουμε να το αναπτύξουμε μαζί''<br />'' Άκου, η αιτία που μπήκε ο Μπερκ μέσα είσαι εσύ; Σωστά;''<br />''Σωστά''<br />''Ο Έρικ ήταν στην υπόθεση αλλά την έλυσες εσύ, έτσι πάμε στο συμπέρασμα ότι κατηγορεί μόνο εσένα, χρειάζεται τη βοήθειά σου, μόνο έτσι θα γλυτώσει, έκανε φυλακή πέντε χρόνια και νομίζει ότι με εσένα θα καθαρίσει το όνομά του, πιστεύει ότι δεν θα τον πιάσουμε και δεν θα κατηγορηθεί για τους φόνους που είναι χειρότερο από την υπόθεση με την βόμβα, τώρα σκέφτομαι ότι την Δευτέρα που θα πάμε σε αυτό το χωριό θα μας δώσει στοιχείο από την δίκη, άρα πρέπει να μου πεις το τι ακριβώς έγινε στο δικαστήριο''<br />''Τι να έγινε, οι ένορκοι τον έκριναν ένοχο, βάση των στοιχείων που βρήκαμε στο σπίτι του, αυτός έλεγε συνέχεια ότι τον παγίδευσαν και ότι δεν το έκανε αυτό, αλλά από την στιγμή που πάρθηκε η απόφαση δεν άλλαξε, ζήτησαν έφεση όμως πάλι ένοχος βγήκε''<br />''Δηλαδή δεν ψάξατε αν αυτά που έλεγε έστεκαν;''΄<br />''Βεβαίως και τα ψάξαμε, τα πάντα ήταν εναντίον του''<br />''Εντάξει, βρήκαμε την αφορμή, τώρα πρέπει να ψάξουμε εάν υπάρχει συνεργός, είχε κανέναν;''<br />''Τότε όχι, ίσως όμως σε αυτήν την φάση να έχει''<br />''Γνωρίζεις κάποιον που θα μπορούσε να τον βοηθήσει;''<br />''Ναι, γνωρίζω και εσύ επίσης, τον Άντισον, αλλά τώρα και να ήθελε δεν μπορεί''<br />'' Άρα είμαστε σε αδιέξοδο, δεν μπορώ να καταλάβω τι στοιχείο θα μας αφήσει σε εκείνο το σπίτι, μήπως θέλεις να πάμε από την Κυριακή, ώστε να παρακολουθούμε και να τον πιάσουμε;''<br />''Είναι καλή ιδέα αλλά θα έχουμε ένα πρόβλημα, μην ξεχνάς ότι μας παρακολουθεί, θα καταλάβει ότι πάμε να του στήσουμε παγίδα και ίσως δεν μας αφήσει το στοιχείο''<br />''Σωστά, άρα το μόνο που μας μένει να κάνουμε είναι να περιμένουμε την Δευτέρα''<br />''Δυστυχώς, δεν μπορούμε διαφορετικά. Πάμε να σε κεράσω μεσημεριανό;''<br />''Να με κεράσεις εσύ; Ο άντρας του σπιτιού αν θυμάμαι καλά είμαι εγώ''<br />''Καλά παραδίνομαι, δικό σου το φαγητό''<br />''Έτσι μπράβο το κορίτσι μου''<br />''Άντε σήκω λοιπόν, έχω πεθάνει της πείνας''<br />Βγήκαν από το γραφείο και πρόλαβε τον Άρνι στην πόρτα την ώρα που έφευγε και αυτός<br />''Άρνι, περίμενε λίγο''<br />''Τι έγινε Κέλι, έπαθες κάτι;''<br />''Όχι παιδί μου τίποτα, ήθελα να σε ρωτήσω αν σου συμβαίνει κάτι, πριν δεν σε είδα τόσο καλά''<br />''Άσε μωρέ, τι να έγινε, η Βάλερι, βρήκε καινούργιο φίλο και καταλαβαίνεις, έλεγα λόγω του παιδιού θα τα ξαναβρίσκαμε αλλά απ' ότι κατάλαβα δεν θα γίνει''<br />''Ωχ! Μωρέ δεν ήξερα τίποτα, μήπως θέλεις να της μιλήσω;''<br />''Και τι να της πεις δηλαδή, ότι θέλω να γυρίσω πίσω και ότι θα προσπαθήσω να βελτιωθώ;''<br />''Θα της πω δύο κουβέντες σαν γυναίκα προς γυναίκα, καταλαβαίνω και την δική σου τη θέση αλλά και την δική της, ίσως βοηθήσω, εγώ βρίσκομαι στο ενδιάμεσο, λέγε θέλεις;''<br />''Μπα, άφησέ το καλύτερα, θα προσπαθήσω ξανά εγώ και αν δω τοίχο τότε θα σου πω, δεν μπορεί να με καταλάβει, είναι η δουλειά μου και αυτή είναι η γυναίκα μου, τις αγαπάω και τις δύο πολύ, δεν θέλω να χωριστώ καμία''<br />''Έλα, μην στεναχωριέσαι, θα φτιάξουν όλα, μήπως θέλεις να έρθεις για μεσημεριανό μαζί μας;''<br />''Να μην σας γίνομαι βάρος''<br />''Καθόλου μόνο να πούμε στην Κλό ότι αν γίνει κάτι θα μας βρει μαζί στου Έρνι''<br />''Πάω να της το πω εγώ, θα σας βρω εκεί''<br />''Εντάξει, τα λέμε μετά'' βγήκε και είπε στον Νικ ότι θα έρθει μαζί και ο Άρνι, λίγο στραβομουτσούνιασε αλλά το δέχτηκε ''συγγνώμη Νικ, είναι όμως καλός φίλος, δεν μπορώ να τον αφήσω έτσι, εξάλλου καλό είναι και εσύ να πιάσεις φιλίες εδώ εκτός από εμένα''<br />''Για μια φορά σε συγχωρώ, την επόμενη όμως κανόνισε να με ειδοποιείς από πριν''<br />''Μα δεν το είχα προσχεδιασμένο, τώρα βγήκε'' έφτασαν στου Έρνι, μπήκαν και ακολούθησε ο Άρνι, έκατσαν στο τραπέζι, ήρθε μια γκαρσόνα με μια κοντή ροζ στολή να τους πάρει παραγγελία, ήταν γνωστή τους γιατί έτρωγαν συχνά από εκεί<br />''Γεια σας παιδιά, τι κάνετε; Μέρες έχουμε να σας δούμε;''<br />''Γεια σου Ρόζι, έπεσε πολλή δουλειά''<br />''Τι να σας φέρω;''<br />''Για μένα μια μπριζόλα με πατάτες και μπύρα'' είπε ο Άρνι<br />''Κάνε τις δύο και μια σαλάτα, την δικιά σας ξέρεις εσύ, Νικ τι θα πάρεις;''<br />''Να μην χαλάσω την παρέα, τρείς μπριζόλες''<br />''Έρχονται σε λίγο'' η Κέλι ρώτησε τον Άρνι αν μπορούσε να πει στον Νικ τι έχει ώστε να τον βοηθήσουν να λύσει το πρόβλημά του''<br />''Θα του τα πω εγώ, όχι ότι εσύ δεν θα τα πεις καλά και δεν με καταλαβαίνεις, ο Νικ όμως είναι άντρας και θα με νιώσει πιο εύκολα, λοιπόν Νικ, είμαι παντρεμένος δέκα χρόνια, της γυναίκας μου της ήρθε τώρα να μου κάνει μούτρα και να μου πει ότι δεν αντέχει άλλο να με περιμένει το βράδυ αν θα γυρίσω ή όχι, είμαστε σε διάσταση τέσσερις μήνες, το παιδί μας είναι δύο.''<br />''Σε καταλαβαίνω και η δική μου γυναίκα αυτά μου έλεγε πάντα, στην αρχή ήμασταν καλά, μόλις όμως πήρα προαγωγή και άρχισα να δουλεύω περισσότερο, άρχισαν τα προβλήματα''<br />''Δεν ήξερα ότι ήσουν παντρεμένος;''<br />''Ήμουν, τώρα είμαι χήρος''<br />''Λυπάμαι, δεν ξέρω τι θα έκανα αν έχανα την Βάλερι, πως το αντιμετώπισες;''<br />''Δουλειά και πάλι δουλειά, το καλύτερο γιατρικό μετά τον χρόνο''<br />''Μπράβο σου που τα κατάφερες''<br />''Στην αρχή ήταν δύσκολα που γυρνούσα σπίτι το βράδυ και το έβλεπα άδειο αλλά μετά συνήθισα'' η Κέλι καθόταν και τους άκουγε χωρίς να μιλάει, της άρεσε να ακούει τον Νικ να μιλάει για την οικογένεια του, ήρθε και η Ρόζι με τις παραγγελίες<br />''Ορίστε τρείς μπριζόλες, μια σαλάτα και τρείς μπύρες, καλή όρεξη''<br />''Ευχαριστούμε'' είπαν και οι τρείς σαν χορωδία και ξεκαρδίστηκαν στα γέλια, πέρασαν αρκετή ώρα μιλώντας ώσπου σε κάποια φάση χτύπησε το τηλέφωνο της Κέλι<br />''Μπίσοπ, λέγεται''<br />''Εδώ Κλό, μόλις πήρα τα αποτελέσματα του γραφολόγου, τα γράμματα είναι κάποιου Μπερκ, τον γνωρίζεις;''<br />''Ναι τον γνωρίζω, σ' ευχαριστώ, τα λέμε'' έκλεισε το τηλέφωνο και τους είπε τα νέα<br />''Τα αποτελέσματα λένε ότι τα γράμματα είναι του Μπερκ, είμαστε σε καλό δρόμο''<br />''Τον βρήκες τελικά, μπράβο''<br />''Το θέμα δεν είναι ότι τον βρήκα, είναι το τι θέλει να καταφέρει, μας στέλνει σε ένα χωριό για να βρούμε κάτι, τι φαντασία είναι αυτή;''<br />''Δεν μου είπες κάτι, έτσι σκέφτηκα ότι ακόμα ψάχνεις''<br />''Όχι, απλά πάνω στην φούρια μου το ξέχασα, τι ώρα πήγε;''<br />''Είναι πέντε και μισή, ξεχαστήκαμε λίγο, κοίτα πόσες μπύρες ήπιαμε και δεν το καταλάβαμε, τώρα έναν καφέ και είμαστε ότι πρέπει''<br />''Καφέ στα γρήγορα γιατί στις οχτώ έχω ραντεβού, να μην το καθυστερήσουμε πολύ'' παρήγγειλαν και τον καφέ, χαζολογώντας πήγε εφτά η ώρα ''άντε μαζευτείτε, έχουμε και δουλειές, είμαστε εδώ τρείς και ώρες, κουνηθείτε''<br />''Γιατί Κέλι με ποιον έχεις ραντεβουδάκι και μας το κρύβεις;''<br />''Με τα κορίτσια και είναι χειρότερες από άντρα όταν τις στήνεις'' φώναξαν για τον λογαριασμό, πλήρωσαν και έφυγαν, η Κέλι πήγε τον Νικ στο ξενοδοχείο<br />''Δεν θα ανέβεις επάνω για λίγο;''<br />''Νικ, είναι ήδη εφτά και είκοσι, αν ανέβω επάνω δεν θα αργήσω απλώς, θα με περιμένουν για πολύ, για αυτό θα σε αφήσω και θα σε δω κατά τις έντεκα, εντάξει;''<br />''Καλά, θα σε περιμένω, να κάτσω και εγώ να κάνω κάποια τηλεφωνήματα'' την φίλησε και μπήκε μέσα στο ξενοδοχείο, η Κέλι μονολόγησε<br />''Αχ! Νικ, Νικ, γιατί να είσαι τόσο όμορφος και τόσο καλός, τι θα κάνω όταν φύγεις;''<br />έβαλε μπροστά και έφυγε, σε μισή ώρα ήταν στο μπαρ, η Πάϊπερ ήταν ήδη εκεί, πήγε και κάθισε στο τραπέζι ''πως είσαι μωρό μου;''<br />''Καλά Κέλι μου, μόλις τελείωσα από την χειρότερη μέρα της ζωής μου''<br />''Γιατί τι έγινε πάλι;''<br />''Το αφεντικό μου, άρχισε πάλι τα σπαστικά του, φαίνεται περνάει κρίση μέσης ηλικίας, δεν γίνεται αλλιώς να μας κάνει την ζωή πατίνι''<br />''Κατάλαβα, μην προχωράς παρακάτω'', ήρθαν και η Τζίλ με την Τζέμα<br />''Μπα, μπα, ήρθαν τα κορίτσια που απ' ότι φαίνεται ξέχασαν να δούνε τα ρολόγια τους''<br />''Έλα τώρα Πάϊπερ'' είπε η Τζέμα ''περίμενα την μαμά μου να πάρει τα παιδιά και η Τζίλ πέρασε από μένα για αυτό αργήσαμε λίγο και πόσο ήταν ένα τέταρτο''<br />''Μην γκρινιάζετε κορίτσια και καθίστε να αρχίσουμε το κουτσομπολιό, δεν έχουμε όλο το βράδυ'' είπε η Κέλι<br />''Σίγουρα να ξεκινήσουμε, εσύ πρώτη, τι γίνεται με το μανάρι από το FBI;''<br />''Τζιλ, χαλάρωσε, πείτε στο κορίτσι τι θα πάρετε και τα λέμε, μια Μαργαρίτα για μενα''<br />''Κάνε τις τέσσερις να τελειώνουμε, πες μας τώρα''<br />''ΑΧ! Που έμπλεξα, τι να σας πω;''<br />''Καταλάβαμε ότι κάτι γίνεται με εσάς, το θέμα είναι τι;''<br />''Εντάξει, με πιάσατε, είμαστε μαζί, αλλά, πριν πείτε κάτι, θα δούμε πως θα πάει γιατί μην ξεχνάμε ο Νικ είναι από την Νέα Υόρκη και δεν θα μείνει για πάντα εδώ''<br />''Δεν πειράζει, αν τα βρείτε θα πάρετε μετάθεση ή εσύ ή αυτός''<br />''Πάϊπερ, είναι τόσο εύκολο νομίζεις να γίνει μια μετάθεση;''<br />''Άμα θέλεις όλα γίνονται, εγώ αυτό ξέρω''<br />''Καλά, Τζιλ, είπες στα κορίτσια για τον Ρότζερ;''<br />''Όχι, δεν πρόλαβα, αύριο μάλλον θα μου κάνει πρόταση''<br />''Τι πρόταση, γάμου;''<br />''Εμ, βρε αγάπη μου, τι άλλη θα μπορούσε να μου κάνει;'' σηκώθηκαν όλες την αγκάλιασαν και την φίλησαν, μετά μόλις πέρασε ο πρώτος ενθουσιασμός έκατσαν ξανά, συνέχισαν να μιλάνε για διάφορα πράγματα ώσπου σε κάποια στιγμή αναφέρθηκαν στον Έρικ και στην Μαίρη, εκεί η ατμόσφαιρα βάρυνε αρκετά αλλά δεν πτοήθηκαν, πέρασαν έτσι και οι τρείς ώρες, ξεκίνησαν για να φύγουν και έξω από το μαγαζί η Τζέμα ρωτάει την Κέλι<br />''Τώρα θα πας να βρεις τον όμορφο αστυνομικό σου;''<br />''Ναι, με περιμένει εδώ και ώρα, μην ανησυχήσει''<br />''Καλά να περάσετε... και να κοιμηθείτε λίγο το βράδυ, το πρωί θα είστε κομμένοι<br />''Δεν πειράζει, έχω δύο μέρες ρεπό, δεν θα με ενοχλήσει κανείς μέχρι την Δευτέρα το πρωί, σας αφήνω τώρα πάω να περάσω καλά, φιλιά, τα λέμε από βδομάδα με εσας τις δύο, Τζίλ από εσένα ότι ώρα και να είναι περιμένω νέα, εντάξει;''<br />''Σίγουρα, μόλις μπορέσω θα σε πάρω, φιλιά''<br />Η Κέλι ήταν χαρούμενη που τελείωσε αυτή η βδομάδα, ήταν δύσκολη, άναψε ένα τσιγάρο καθώς οδηγούσε, το έσβησε λίγο πριν φτάσει στο ξενοδοχείο, μόλις έφτασε έδωσε για δεύτερη φορά σήμερα το αυτοκίνητο να της το παρκάρουν, αν και το μισούσε αυτό, ανέβηκε πάνω και χτύπησε την πόρτα, άνοιξε, μπήκε μέσα και βρήκε τον Νικ στο τηλέφωνο<br />''Ωραία μαμά, χάρηκα που τα είπαμε, θα σε πάρω πάλι αύριο'' έκλεισε το τηλέφωνο<br />''Γεια σου, βλέπω ότι αγαπάς πολύ την μαμά σου''<br />''Ποιος δεν αγαπάει την δική του, κάποια μέρα θα την γνωρίσεις και θα την συμπαθήσεις, είναι καλή, αν και λίγο παραπονιάρα''<br />''Τώρα κατάλαβα σε ποιον έμοιασες, έτσι πες μου'' πήγε πίσω από την πολυθρόνα και άρχισε να του κάνει μασάζ, Ο Νικ το ευχαριστήθηκε τόσο πολύ που μόλις τελείωσε την πήρε στην αγκαλιά του και την πήγε στην κρεβατοκάμαρα, για δεύτερη συνεχόμενη νύχτα δεν κοιμήθηκαν παρά μόνο όταν άρχισε να χαράζει...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com6tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-68737330816952911912009-01-22T13:28:00.001+02:002009-01-22T13:29:16.875+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6Χτύπησε το ξυπνητήρι στις εφτά, η Κέλι το έκλεισε και γύρισε από την άλλη μεριά, είχε ευχαριστηθεί τόσο πολύ τον ύπνο της που δεν ήθελε να σηκωθεί, ήρθαν στο μυαλό της όλα τα όμορφα όνειρα που είχε το βράδυ και ένιωθε ευτυχισμένη, σηκώθηκε από το κρεβάτι, πήγε στην κουζίνα και έβαλε καφέ, ήξερε ότι η μέρα της θα ήταν δύσκολη, έτσι μάζεψε όλο το θάρρος της και πήγε να ετοιμαστεί, έβαλε το μαύρο της κοστούμι, που την κολάκευε πολύ και ένα άσπρο πουκάμισο, πήρε τα πράγματά της και έφυγε για τον Νικ, όταν έφτασε στο ξενοδοχείο ήταν οχτώ παρά τέταρτο, μπήκε μέσα, του τηλεφώνησε και αυτός της είπε ότι κατεβαίνει σε δύο λεπτά, είχε ξυπνήσει και κατέβει πολύ πιο νωρίς για πρωινό και έτσι ήταν έτοιμος, έβαλε τα παπούτσια του, φόρεσε την κολόνια του και κατέβηκε. Μόλις την είδε φωτίστηκε όλο το πρόσωπό του, ήθελε να την αγκαλιάσει αλλά έπρεπε να φανεί κύριος, είχε καταλάβει ότι η Κέλι ένιωθε κάτι για αυτόν όμως δεν ήταν ακόμα έτοιμη, θα την περίμενε λοιπόν όσο χρειαζότανε, το σκίρτημα που είχε στην καρδιά από τότε που την είδε πρώτη φορά ήταν το κάτι άλλο, μόνο με την γυναίκα του είχε νιώσει έτσι και δεν το περίμενε ότι θα ξαναγινόταν τόσο γρήγορα, η Κέλι τον είδε και τον χαιρέτησε<br />‘’Καλημέρα, Νικ’’<br />‘’Καλημέρα, πως αισθάνεσαι σήμερα; Έτοιμη να φύγουμε;’’<br />‘’Εσένα περιμένω’’<br />‘’Ωραία ξεκινάμε, σε ποιον θα πάμε πρώτα;’’<br />‘’Στον Μόρισον, ξέρω που θα τον βρούμε, δουλεύει σε ένα fast-food στην πεντηκοστή οδό’’<br />‘’Φεύγουμε λοιπόν και ελπίζω να πετύχουμε κάτι’’<br />Ξεκίνησαν, η Κέλι πήρε την παραλιακή για να μην κολλήσουν στην κίνηση, πάρκαρε δίπλα από το μαγαζί και μπήκαν, με το που τους είδε χάρηκε τόσο πολύ που βγήκε από τον πάγκο και έτρεξε να την αγκαλιάσει.<br />‘’Ντετέκτιβ, πόσο χαίρομαι που σε βλέπω μετά από τόσον καιρό, είσαι για δουλειά εδώ ή διασκέδαση;’’<br />‘’ Άσε τις χαζομάρες Χάρι, για πληροφορίες ήρθα και ξέρεις ότι δεν αστειεύομαι.’’<br />‘’Σίγουρα το ξέρω, αλλά πες μου πως μπορώ να βοηθήσω; Από τότε που βγήκα από τη στενή βρήκα αυτή τη δουλειά και δεν έχω μπλέξει πουθενά, αν όμως για αυτό που ψάχνεις γνωρίζω κάτι, τότε να είσαι σίγουρη ότι θα σου το πω, όταν με έπιασες μου έμαθες ένα καλό μάθημα. Ο Έρικ τι γίνεται, γιατί δεν είναι μαζί σου;’’<br />‘’Πες μου τώρα Χάρι ότι δεν έμαθες τίποτα, ο Έρικ σκοτώθηκε και για αυτόν τον λόγο βρίσκομαι εδώ, κάποιος από το σινάφι σας σκότωσε τον Έρικ και την αντιδήμαρχο, αυτό φαντάζομαι θα το άκουσες’’<br />‘’Ναι, αλλά δεν ξέρω κάτι’’<br />‘’Τέλος πάντων, αυτός κυνηγάει εμένα και τους ανθρώπους μου, πρέπει να βρω κάτι μέχρι το βράδυ, μπορείς να βοηθήσεις;’’<br />‘’Δώσε μου χρόνο μέχρι το μεσημέρι για να δω τι μπορώ να κάνω, αν μάθω κάτι θα σε πάρω τηλέφωνο, εντάξει;’’<br />‘’Σ’ ευχαριστώ Χάρι, θα περιμένω’’<br />Βγήκαν από το μαγαζί και ξεκίνησαν για τον επόμενο, η ώρα ήταν εννιά και βιάζονταν, είχαν δύο ώρες ακόμα μέχρι να πάνε στο σπίτι και μετά στην κηδεία, ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο και βγήκανε στο κέντρο, μπλέχτηκαν σε μποτιλιάρισμα , η Κέλι άναψε τους φάρους και ευθύς ο δρόμος ανοίχτηκε, ευχαρίστησε την ώρα και την στιγμή που έγινε αστυνομικός, έφτασαν στον προορισμό τους, το σπίτι του Άντισον, χτύπησαν το κουδούνι και τους απάντησε μια γυναίκα<br />‘’Παρακαλώ;’’<br />‘’Αστυνομία, θα ήθελα να μιλήσω στον κο. Άντισον, χρειάζομαι κάποιες πληροφορίες.’’<br />‘’Βέβαια, εδώ είναι, ανοίγω, περάστε’’ <br />Ανέβηκαν τα σκαλιά και η γυναίκα τους φώναξε <br />‘’Στον τρίτο, στο 31Α’’<br />Με το που βρέθηκαν στον τρίτο μια γυναίκα ψηλή και όμορφη τους καλοδέχτηκε, ο Νικ την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, η Κέλι του έδωσε μια αγκωνιά και προχώρησε <br />‘’Γεια σας, λέγομαι Μαρτζ, είμαι η γυναίκα του Τζον, περάστε είναι μέσα, σας περιμένει’’<br />‘’Ευχαριστούμε’’ μπήκαν μέσα και είδαν δίπλα στο παράθυρο μια κούνια με ένα μωράκι, ήταν δεν ήταν ενός χρόνου <br />‘’Περάστε από εδώ, γιατί ο Τζον δεν μπορεί να σηκωθεί, μετά το ατύχημα…’’<br />‘’Πιο ατύχημα;’’<br />‘’Πριν από δύο μήνες μπλέχτηκε σε μια φασαρία και τον πυροβόλησαν στα πόδια, χτύπησε άσχημα και μέχρι να περπατήσει ξανά, έχουμε δρόμο’’<br />‘’Δεν ήξερα κάτι, είναι καλά;’’<br />‘’ Όσο μπορεί, παρακαλώ περάστε, μόνο να μην τον αναστατώσετε, γιατί η κατάστασή του είναι σοβαρή.’’<br />‘’ Ήθελα ξέρετε να του κάνω μερικές ερωτήσεις, αλλά δεν νομίζω να γνωρίζει κάτι’’<br />Μπήκαν μέσα στο δωμάτιο και είδαν τον Τζο κατάκοιτο στο κρεβάτι, η Κέλι πλησίασε<br />‘’Γεια σου, Τζο, πως αισθάνεσαι;’’<br /> ‘’Ντετέκτιβ, τι τιμή, πως και με θυμήθηκες;’’<br />‘’Ήθελα κάποιες πληροφορίες αλλά δεν νομίζω ότι θα με βοηθήσεις’’<br />‘’Για ρώτησέ με και ίσως ξέρω κάτι, είμαι στο κρεβάτι αλλά ακόμα έχω κάποιες άκρες’’<br />‘’Με κυνηγάει κάποιος, μια παλιά υπόθεση και πρέπει να μάθω ποιος είναι, έχεις ακούσει από κανέναν να ετοιμάζει δουλειά;’’<br />‘’ Έχω ακούσει κάτι για τον Μπερκ, με επισκέφτηκε πριν δύο εβδομάδες περίπου, πήγε να μου αναφέρει κάτι αλλά του έκοψα την φόρα, δεν μου χρειάζεται αυτή τη στιγμή να ανακατευθώ πουθενά, μετά το ατύχημα η Μαρτζ μου το δήλωσε πως αν μπλέξω ξανά θα φύγει με το μωρό, καταλαβαίνεις…’’<br />‘’Μάλιστα, ο Μπερκ, σε ευχαριστώ Τζον και εύχομαι να γίνεις σύντομα καλά. Σε αφήνουμε τώρα να ξεκουραστείς’’ , βγήκαν έξω και ευχαρίστησαν την Μαρτζ<br />‘’Δεν κάνει τίποτα, όποτε μας χρειαστείτε ξανά να έρθετε, προσπαθώ να τον συνετίσω ξέρετε…’’<br />‘’Και καλά κάνεις, να τον κρατήσεις εκεί που είναι’’ την χαιρέτησαν και έφυγαν, κατεβαίνοντας τη σκάλα η Κέλι είπε στον Νικ πως το συνεργείο που δούλευε ο Μπερκ ήταν ένα τετράγωνο πιο κάτω και ότι θα πήγαιναν με τα πόδια. Η ώρα ήταν δέκα, μπήκαν στο συνεργείο και τον ζήτησαν, ένας εργάτης τους είπε πως θα τον βρουν δίπλα στην αποθήκη κάτω από ένα τζιπ, πήγαν και είδαν ότι ήταν γεμάτη με τζιπάκια, η Κέλι αγανάκτησε και φώναξε<br />‘’Μπερκ, Μπερκ, που είσαι;’’<br />‘’Ποιος γαμώτο με ενοχλεί τέτοια ώρα; Έχω δουλειά, δεν έχω χρόνο’’ , ο Μπερκ ήταν ένας τεράστιος τύπος, 1,90 και ζύγιζε περίπου εκατόν είκοσι κιλά, με το που φάνηκε από το αυτοκίνητο η Κέλι τον είδε και του είπε<br />‘’Εγώ σε ψάχνω, έχεις κάποιο πρόβλημα;’’<br />‘’Μπα, μπα, η όμορφή μας ντετέκτιβ, πως και από εδώ; Εσύ να καταδεχτείς εμάς;’’<br />‘’Κόψε τις βλακείες, έμαθα ότι άρχισες πάλι να μπλέκεις και ήρθα να το δω από πρώτο χέρι’’<br />‘’Ο κύριος ποιος είναι;’’<br />‘’Νικ Τζόουνς, συνεργάτης, θα μου πεις τώρα τι σκαρώνεις;’’<br />‘’Κοίτα ομορφιά μου και να θέλεις δεν υπάρχει περίπτωση να σου πω κάτι, πρόσεξε μόνο μην με αυτά που κάνεις πάθεις κανένα κακό, εγώ το λέω για το καλό σου, δεν θα ήταν καλό να πάθει κάτι αυτό το τέλειο προσωπάκι.’’<br />‘’Μήπως θα ήθελες να σε πάρω μέσα από τώρα για εκφοβισμό αστυνομικού;’’<br />‘’Δεν ξέρω τίποτα, σου το ξαναείπα και τώρα σας παρακαλώ, με αποσπάτε από την δουλειά μου’’<br />‘’Εντάξει Μπερκ, αλλά να είσαι σίγουρος ότι θα τα ξαναπούμε σύντομα’’<br />Βγήκαν έξω και πήραν τον δρόμο για το αμάξι, ο Νικ έβγαλε συμπέρασμα<br />‘’Κέλι, νομίζω ότι είναι αυτός, ο τρόπος που μιλάει με τον τρόπο που ήταν γραμμένο το μήνυμα ταιριάζουν απόλυτα, πρέπει να βρούμε στοιχεία’’<br />‘’Το ξέρω, έχουμε λίγη ώρα ακόμα, πάμε να πάρουμε έναν καφέ και να φύγουμε για την κηδεία’’ , μπήκαν στην καφετέρια απέναντι από εκεί που πάρκαραν το αυτοκίνητο, πήραν τον καφέ για τον δρόμο, συζητούσαν για τον Μπερκ μέχρι να φτάσουν στο σπίτι, άφησαν το αμάξι στο πεζοδρόμιο δίπλα από το σπίτι και πάνω στην βεράντα είδαν την Πάϊπερ να κάθεται στο παγκάκι, η Κέλι την πλησίασε και την φίλησε<br />‘’ Εμείς αγάπη μου έτσι όπως το πάμε μόνο σε κηδείες θα βρισκόμαστε’’<br />‘’ Έλα χαζομάρες, πιστεύω ότι δεν θα έχουμε καμία άλλη, είσαι αστέρι στη δουλειά σου και θα καταφέρεις να τον βρεις γρήγορα’’ κοίταξε τον Νικ και έκανε νόημα στη Κέλι να της πει ποιος είναι <br />‘’Α! Με συγχωρείτε, πάνω στην αφηρημάδα μου ξέχασα να σας συστήσω, από εδώ ο Νικ Τζόουνς, ειδικός πράκτορας του FBI, η Πάϊπερ Σκάλη, κολλητή μου από το σχολείο, διακοσμήτρια’’<br />‘’Χάρηκα πολύ Νικ, ελπίζω να μη σε πειράζει που σου μιλάω στον ενικό;’’<br />‘’Χάρηκα και εγώ, όχι, δεν με πειράζει καθόλου’’<br />‘’Ωραία αφού συστηθήκατε τώρα πάμε μέσα να βρούμε τους άλλους, τους είδες καθόλου;’’<br />‘’ Όχι σε περίμενα να μπούμε μαζί’’<br />Άνοιξαν την πόρτα και είδαν να γίνεται χαλασμός κυρίου από κόσμο, βουλευτές, συνεργάτες, φίλοι, συγγενείς και μερικοί που απλά είχαν έρθει για την δημοσιότητα, έριξε ένα γύρω με τα μάτια της και είδε τον Γκριν, της άναψαν τα λαμπάκια, τον πλησίασε<br />‘’Γκριν, καλημέρα, πως και από εδώ;’’<br />‘’Ντετέκτιβ, με απογοητεύεις, εσύ δεν το είπες προχθές, εσείς τη δουλειά σας και εγώ τη δική μου, πρέπει να βγάλω είδηση.’’<br /> ‘’Θα σου βγάλω εγώ είδηση, μάζεψε τα πράγματα σου και φύγε από εδώ, ή τουλάχιστον κάτσε σε μια άκρη χωρίς να κάνεις τίποτα, σεβάσου την μνήμη της νεκρής, δεν καταλαβαίνεις τίποτα, παίζεις με τον πόνο των άλλων, κανόνισε να δω την παραμικρή κίνηση, την έβαψες’’<br />‘’Εντάξει, θα είναι σαν να μην υπάρχω, αλλά μετά θέλω συνέντευξη από εσένα’’, της γύρισε την πλάτη και μουρμούρισε ‘’Σκρόφα, θα σε κανονίσω εγώ…’’<br />‘’Είπες κάτι;’’<br />‘’ Όχι, θα τα πούμε αργότερα’’<br />Ξαναγύρισε στους άλλους που στο μεταξύ είχαν βρει την Τζίλ, τον Ρότζερ και την Τζέμα,<br />‘’Γεια σας παιδιά, βλέπω γνωριστήκατε με τον Νικ, έτσι;’’<br />‘’Ναι, γνωριστήκαμε’’ της είπε η Τζίλ ‘’ εσύ που πήγες;’’<br />‘’Να προλάβω μια κατάσταση και απ ‘ότι φαίνεται τα κατάφερα’’<br />Πήγαν να βρουν τον Μαρκ, τον πέτυχαν στην κουζίνα<br />‘’Εδώ είσαι χρυσέ μου, σε ψάχνουμε παντού’’<br />‘’Εδώ είμαι, δεν τους αντέχω όλους αυτούς πάνω στο κεφάλι μου, άντε να τελειώσουμε για να μπορέσω να γυρίσω και να βαλτώσω στην ησυχία μου, Τζέμα, χαίρομαι που σε βλέπω, δεν πρόλαβα να σε συλλυπηθώ και για τον δικό σου χαμό’’ <br /> ‘’Μην σε αγχώνει αυτό, έχεις και εσύ τα δικά σου προβλήματα’’<br />Ξεκίνησαν να πάνε στο νεκροταφείο, άρχισε η τελετή και εκεί που προσευχόταν και ο παπάς άρχισε τον επικήδειο λόγο η Κέλι είδε με την άκρη του ματιού της έναν τεράστιο άντρα να προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από ένα δέντρο, σκούντηξε τον Νικ και του έδειξε, ο άντρας μόλις κατάλαβε ότι τον αντιλήφθηκαν έβαλε τα γυαλιά του και εξαφανίστηκε, η κηδεία τελείωσε και ετοιμάστηκαν να φύγουν, η Κέλι πήρε τα κορίτσια στην άκρη και τους είπε<br />‘’Αύριο ραντεβού στο μπαρ στις οχτώ, έχουμε να πούμε πολλά’’ φιλήθηκαν και χωρίστηκαν, πήρε τον Νικ και ετοιμάστηκαν να φύγουν<br />‘’ Έχουμε να δούμε άλλους τρείς, πάμε μπας και πιάσουμε καμιά πληροφορία από αυτούς, τον είδες την ώρα της κηδείας;’’<br />‘’Τον είδα και δεν πιστεύω πλέον να έχουμε ενδοιασμούς για το ποιος είναι ο δράστης’’, μέχρι να φτάσουν στον Μπλέϊκ έκαναν γύρω στα σαράντα λεπτά, βρήκαν τον μαγαζάκι που είχε ανοίξει και μπήκαν<br />‘’Καλημέρα Μπλέϊκ, πως είσαι; Βλέπω νοικοκυρεύτηκες’’<br />‘’Α! Ντετέκτιβ σε παρακαλώ πολύ, από τότε που βγήκα από την φυλακή με περιοριστικούς όρους επειδή έδωσα τις πληροφορίες που έπρεπε, με βοήθησε πολύ η αστυνομία και τώρα είμαι νόμιμος πολίτης, άνοιξα το μαγαζάκι μου και είμαι καλά’’<br />‘’Καλά έκανες, ήθελα να σε ρωτήσω αν ξέρεις κάτι για τον Μπερκ, αν σκαρώνει καμιά δουλειά’’<br />‘’Λυπάμαι, ντετέκτιβ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω, ο επιτηρητής μου είναι σκληρό καρύδι και αν μάθει ότι κάνω πάλι κακές παρέες δεν θα μου την χαρίσει’’<br />‘’Εντάξει Μπλέϊκ, σε ευχαριστώ και να μείνεις έτσι ήσυχος όπως έγινες, να μην μπλεχτείς πουθενά’’<br />‘’Γεια σας, να μας ξαναέρθετε, να σας κεράσω έναν καφέ’’<br />‘’Μια άλλη φορά θα το κανονίσουμε, γεια’’ έφυγαν από το μαγαζί και η Κέλι μουρμούριζε<br />‘’Τι μουρμουρίζεις εκεί πέρα…;’’<br />‘’Τι να κάνω, πάλι τζίφος, δεν μπορούμε να βρούμε τίποτα, ξέρουμε ποιος είναι αλλά δεν έχουμε στοιχεία, μόνο ο Μόρισον μπορεί να έμαθε κάτι αλλά ακόμα δεν με πήρε, αύριο θυμήσου να ξαναπάμε’’<br />‘’Θα σου το θυμίσω, πάμε τώρα στον Μορίς και μετά βλέπουμε τι κάνουμε’’ , έφτασαν στο σπίτι και είδαν το Μορίς να κάθεται στο μαγαζί του και να επισκευάζει μια καρέκλα <br />‘’ Γεια σου Μορίς τι κάνεις;’’<br />‘’Βρε, βρε, η μπατσίνα μας, που χάθηκες εσύ; Δεν κάνουν έτσι τα καλά κορίτσια’’<br />‘’Με δουλεύεις κιόλας;’’<br />‘’Εγώ να δουλέψω εσένα, γελιέσαι, από τότε κορίτσι μου που βγήκα από την φυλακή, βρέθηκα με τον Άντριου και έχουμε φτιάξει το σπιτάκι μας, δεν ανακατευόμαστε με κανέναν’’<br />‘’Τον Άντριου ΜακΆνταμς εννοείς;’’<br />‘’Ναι, ξέρεις πήγαμε στο Βέγκας και παντρευτήκαμε, αλλά είναι μυστικό αυτό’’<br />‘’Θέλω να μου πεις τι ξέρεις για τον Μπερκ.’’<br />‘’Για τον Μπερκ; Τίποτα, από τότε που πιαστήκαμε στα χέρια δεν θέλω ούτε να τον ξέρω’’<br />‘’Δεν τον ξαναείδες από τότε;’’<br />‘’ Τον είδα μια φορά πριν δυο μήνες αλλά δεν του μίλησα καθόλου και έχω απαγορέψει και στον Άντριου να μην του μιλάει’’<br />‘’Ευχαριστώ, Μορίς, να ζήσετε ευτυχισμένοι και δώσε τα χαιρετίσματά μου στον Άντριου’’<br />‘’Να είσαι σίγουρη, γεια’’<br />Μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν για να φύγουν<br />‘’Νικ, πεινάς καθόλου;’’<br />‘’Αν πεινάω λέει;’’ <br />‘’Σου αρέσει το μεξικάνικο; Έχει ένα πολύ καλό στη γειτονιά μου, πάμε να πάρουμε από εκεί κάτι και μετά πάμε στο σπίτι μου να συνεχίσουμε’’<br />‘’Συμφωνώ’’<br />Η Κέλι ήταν καλή και σταθερή οδηγός όμως μερικές φορές την έπιανε τρέλα και πατούσε γκάζι και σήμερα ήταν μια από αυτές τις μέρες<br />‘’Εεε! Τι κάνεις εκεί, αν θέλεις να με σκοτώσεις, άσε με τουλάχιστον να φάω ένα τελευταίο δείπνο, να μην πάω νηστικός’’<br />‘’Συγγνώμη παραφέρθηκα, φτάσαμε’’ με το που σταμάτησε το αυτοκίνητο ο Νικ είδε μια τεράστια ταμπέλα που έγραφε ‘’ΘΕΛΕΤΕ ΜΕΞΙΚΑΝΙΚΟ ΦΑΓΗΤΟ; ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΑ ΚΑΦΤΕΡΑ; ΤΟΤΕ ΒΡΕΘΗΚΑΤΕ ΣΤΟ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΤΙΓΜΗ’’, ξεκαρδίστηκε στα γέλια, του φάνηκε πολύ αστείο, η Κέλι του έδωσε μια μπουνιά στα ψεύτικα και πήγε να κάνει την παραγγελία,<br />‘’Καλησπέρα σας, τι τραβάει η όρεξη σας για σήμερα;’’<br />‘’Καλησπέρα, θα ήθελα πέντε ντάκος γεμιστά με τσίλι και μοσχάρι, πέντε νάτσος με χοιρινό και μπόλικη σάλτσα, την σούπα με τις καφτερές και μία εξάδα μπύρες.’’<br />‘’ Έρχονται αμέσως κυρία μου’’ μετά από πέντε λεπτά της τα έφερε και της είπε τον λογαριασμό, ‘’ έχουμε πέντε ντάκος, πέντε νάτσος, μια σούπα και έξι μπύρες, είκοσι οχτώ δολάρια παρακαλώ’’ η Κέλι της έδωσε τριάντα και περίμενε τα ρέστα, της έδωσε πίσω δύο δολάρια και την χαιρέτησε ‘’Καληνύχτα σας και καλή όρεξη’’<br /> ‘’Καληνύχτα, ευχαριστώ’’ πήγε στο αμάξι και είπε στον Νικ ‘’είμαστε έτοιμοι να φύγουμε, πρέπει να βάλουμε τα γεγονότα σε σειρά’’<br />‘’Ναι, συμφωνώ, όταν όμως πάρει τηλέφωνο πρέπει να χειριστούμε την κατάσταση με ηρεμία’’<br />‘’Κοίτα, εγώ δεν πρόκειται να του πω τίποτα, θα τον αφήσω να μιλήσει αυτός’’ , έφτασαν στο σπίτι, δεν πρόλαβαν να αφήσουν τα πράγματα χτύπησε το τηλέφωνο<br />‘’Καλά κοριούς μου έχει βάλει γαμώτο; ΝΑΙ;’’ <br />‘’Μπράβο ντετέκτιβ, βλέπω έχεις βελτιωθεί πολύ, μέσα σε μια μόνο μέρα μας πρόλαβες όλους, ο καημένος ο Άντισον τι έπαθε, ήταν κρίμα, πρέπει να πόνεσε πολύ…, λοιπόν τώρα που κατάλαβες ποιος είμαι και γλίτωσες, προς το παρόν, μια φίλη σου, το επόμενο στοιχείο για το οποίο θα χρειαστώ την βοήθεια σου, θα το βρεις στο παρκάκι της γειτονιάς σου, στο έκτο παγκάκι από κάτω, στα δεξιά, καληνύχτα και ελπίζω με την παρέα σου να περάσετε καλά’’ της έκλεισε το τηλέφωνο, η Κέλι πήρε τηλέφωνο στο τμήμα και ρώτησε την Μάρσι αν μπορούσε να εντοπίσει τον αριθμό, τον κοίταξε για λίγο και της είπε<br />‘’Κέλι, το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι πήρε από δημόσιο τηλέφωνο, αν κρατούσε λίγο παραπάνω θα σου έλεγα και από πιο μέρος, αλλά δεν μπόρεσε να το εντοπίσει το μηχάνημα’’<br />‘’Εντάξει Μάρσι σε ευχαριστώ, τα λέμε το πρωί’’<br />΄΄ Λοιπόν, βρήκε κάτι;’’<br />‘’ Όχι Νικ, τίποτα, το κάθαρμα παίρνει από δημόσια τηλέφωνα και το κλείνει πριν προλάβει να τον εντοπίσει το μηχάνημα.’’<br />‘’Δεν πειράζει, πες μου τι σου είπε’’<br />‘’ Ότι μια από τις φίλες μου την γλίτωσε για σήμερα, αύριο το πρωί θα μου αφήσει ένα στοιχείο για την υπόθεση στο παρκάκι λίγο πιο κάτω’’<br />‘’ Έλα να φάμε τώρα και να καταστρώσουμε ένα σχέδιο για το πώς θα τον πιάσουμε, στο συνεργείο είμαι σίγουρος θα κάνει πολύ καιρό για να πάει’’, κάθισαν να φάνε και μιλούσαν για το πώς θα τον κατατροπώσουν, ώσπου σε κάποια στιγμή η Κέλι κοιτάει το ρολόι και συνειδητοποιεί τι ώρα είναι <br />‘’Νικ, πήγε μία, πρέπει να σε πάω στο ξενοδοχείο, να ξεκουραστείς και εσύ λίγο.’’<br />‘’Εγώ είμαι εντάξει, αν θέλεις κάτσε να ξεκουραστείς, θα καλέσω ένα ταξί’’<br />‘’ Όχι, βρήκα μια ιδέα, θα κοιμηθείς εδώ, θα σου στρώσω στον καναπέ και αύριο πρωί πρωί πάμε στο ξενοδοχείο να αλλάξεις και μετά φεύγουμε για το τμήμα’’<br />‘’Κέλι δεν θέλω να σου γίνω βάρος, θα πάρω ταξί και θα φύγω’’<br />‘’Δεν ακούω κουβέντα, θα σου στρώσω εδώ, τέλος’’<br />‘’Καλά δεν σου φέρνω αντίρρηση, γιατί είσαι ικανή να με δείρεις’’, πήγε μέσα έφερε τα στρωσίδια και τον ετοίμασε, τον καληνύχτισε και έφυγε να κοιμηθεί, έβαλε τις πυτζάμες της και ξάπλωσε, είχε όμως αϋπνίες, σκεφτόταν συνέχεια τον Μπερκ, ήταν πτώμα από την κούραση αλλά ο Μορφέας δεν της έκανε την χάρη να την πάρει στην αγκαλιά του, σηκώθηκε και πήγε μέσα <br />‘’Νικ, κοιμάσαι;’’<br />‘’Προσπαθώ, αλλά απ’ ότι φαίνεται δεν θα με αφήσεις, τι είναι;’’<br />‘’Δεν μπορώ να κοιμηθώ, όσο τον σκέφτομαι μου έρχεται να αρχίσω να τα σπάω όλα, θέλεις να έρθεις μέσα;’’<br />‘’Κέλι, μου κάνεις ανήθικες προτάσεις;’’<br />‘’Κόψε τα χαζά, δεν ξέρω, νιώθω ανασφάλεια που είμαι μόνη μου.’’<br />‘’Εντάξει, με κατάφερες, έρχομαι’’, της χαμογέλασε, πήγαν στην κρεβατοκάμαρα και ξάπλωσαν, ο Νικ ήταν ανήσυχος, δεν περίμενε τέτοια εξέλιξη, έκανε τα στραβά μάτια και προσπάθησε να κοιμηθεί, η Κέλι όμως είχε άλλα σχέδια, χρειαζόταν έναν άντρα στη ζωή της και πίστευε ότι αυτός ήταν ο Νικ, έτσι παίρνει την απόφαση και τον αγκαλιάζει, <br />‘’Νικ, ξέρω ότι ριψοκινδυνεύω πολλά, αλλά δεν μπορώ να το κρατήσω άλλο μέσα μου, από την πρώτη φορά που σε είδα μου ήρθε να σε ρίξω κάτω και να σε πνίξω στον έρωτα’’<br />‘’Κέλι, ξέρω ότι είναι ριψοκίνδυνο αυτό που θέλω, αλλά και εγώ από την πρώτη στιγμή που σε είδα, αυτό ακριβώς ήθελα να σου κάνω’’, γύρισε και έσκασαν στα γέλια μαζί, την αγκάλιασε και άρχισε να την φιλάει με πάθος, κάνανε έρωτα σχεδόν όλο το βράδυ, πήγε τέσσερις η ώρα όταν αποκοιμήθηκαν και οι δύο, αγκαλιασμένους τους βρήκε το ξημέρωμα και το ξυπνητήρι….thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com14tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-83926277528054296582009-01-14T16:50:00.003+02:002009-01-20T12:01:38.495+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Έφυγαν από το γραφείο και πήγαν σε ένα εστιατόριο λίγα τετράγωνα παρακάτω, μπήκαν μέσα και παρήγγειλαν μακαρονάδα, ο Νικ μία μπολονέζ και η Κέλι καρμπονάρα, μία σαλάτα και κρασί, καθώς περίμεναν η Κέλι του ξεκίνησε τη συζήτηση<br />‘’Νικ, ξέρω ότι δεν σε γνωρίζω πολύ καιρό αλλά νιώθω ότι μπορώ να σε εμπιστευτώ.’’<br />‘’Και βέβαια μπορείς, πες μου ότι θέλεις, ξέρεις μου είπαν ότι είμαι καλός ακροατής’’<br />‘’Κοίτα, δεν έχω μιλήσει σε κανέναν σχετικά με τον Έρικ, είμαι από τους ανθρώπους που δεν ξεσπάνε εύκολα, αλλά μου χρειάζεται ένας φίλος αυτή τη στιγμή και δεν θέλω να επιβαρύνω τα κορίτσια γιατί και αυτές ήξεραν τον Έρικ και στεναχωρήθηκαν, αν κάτσουμε να μιλήσουμε θα θυμηθούμε τα παλιά και δεν ξέρω πόσα πακέτα χαρτομάντιλα θα ξοδέψουμε, αλλά δεν είμαι ακόμη έτοιμη να το κάνω, χρειάζομαι κάποιον που να είναι απ’ έξω, νομίζω ότι μπορώ να μιλήσω σε εσένα γιατί δεν είχες κάποια σχέση μαζί του.’’<br />‘’Σίγουρα, ότι θέλεις, σε ακούω.’’<br />‘’Πολλοί νομίζουν ότι με τον Έρικ, είχαμε κάτι παραπάνω από συναδελφική σχέση και για να πω την αλήθεια είχαμε, αλλά ήταν αδερφική, τόσα χρόνια, τόσες σκοτούρες που περάσαμε δεν περιγράφονται αλλιώς, ήταν ο αδερφός μου, τον αγαπούσα τόσο πολύ και ξαφνικά τον έχασα, μακάρι να ήμουν εγώ στη θέση του, θα είχα γλυτώσει από πολύ πόνο…’’<br />‘’ Έλα Κέλι, μην λες τέτοια πράγματα, δεν είναι σωστό, γιατί σκέψου ότι τον πόνο που περνάς τώρα εσύ θα τον περνούσε αυτός.’’<br />‘’ Ήτανε πιο δυνατός από εμένα πάντα, είχε οικογένεια και παιδιά, ενώ εγώ τίποτα, μόνο τους γονείς μου και τις φίλες μου αλλά θα ήταν διαφορετικά, εξαιτίας μου σκοτώθηκε.’’<br />‘’Συγγνώμη, τις υποθέσεις μαζί δεν τις αναλαμβάνατε;’’<br />‘’Ναι, αλλά αυτός εμένα κυνηγάει και ο Έρικ την πλήρωσε για μένα.’’<br />‘’Μην το κάνεις αυτό στον εαυτό σου, δεν σου κάνει καλό.’’<br />‘’Εντάξει, θα προσπαθήσω, προσπαθώ μάλλον, αλλά δεν μπορώ να μου αλλάξω γνώμη, φταίω εγώ, συνέχεια αυτό σκέφτομαι, κάθομαι μόνη στο σπίτι και μου έρχεται συνέχεια σαν ταινία στα μάτια η στιγμή που άκουσα την βόμβα να εκρήγνυται μπροστά μου, δεν θα την ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου ολόκληρη, θυσιάστηκε για μένα, γνωρίζω ότι σκέφτομαι και φέρομαι παράλογα αλλά…’’<br />Ο Νικ τραβάει την καρέκλα του και την πλησιάζει, της πιάνει το χέρι στην αρχή και μετά την αγκαλιάζει, η Κέλι ξεσπάει σε λυγμούς τόσο δυνατούς που όλο το μαγαζί γυρνάει παραξενεμένο και τους κοιτάει, δεν ήξερε πώς να την κάνει να σταματήσει, προσπαθούσε όσο μπορούσε να την ηρεμήσει, να την καλμάρει, αλλά δεν έπιανε τίποτα, μετά από πέντε λεπτά άρχισε να συνέρχεται και ζήτησε από τον Νικ ένα τσιγάρο, της το έδωσε και άναψε και αυτός ένα, του ζήτησε συγγνώμη για την κατάσταση που την είδε και ήπιε μια γουλιά από το κρασί της.<br />‘’Καλά μιλάς σοβαρά τώρα; Έκανες το σωστό, έπρεπε να τα βγάλεις από μέσα σου και το έκανες, να μην ανησυχείς για μένα, εγώ θα είμαι εδώ πάντα για σένα.’’<br />‘’Λυπάμαι ειλικρινά Νικ, δεν περίμενα να ξεσπάσω με τέτοιον τρόπο, πάντα ότι μου συμβαίνει τα κρατάω μέσα μου μέχρι να σκάσω και μετά γίνομαι κουρέλι.’’<br />‘’Εντάξει, δεν πειράζει, αισθάνεσαι κάπως καλύτερα;’’<br />‘’Πολύ, σε ευχαριστώ, το είχα ανάγκη, είναι τόσες οι αναμνήσεις, ο Έρικ ήταν κάτι ξεχωριστό, τώρα σκέφτομαι ότι πρέπει να φανώ δυνατή για αυτόν, την Μαίρη, την Τζέμα και τα παιδιά τους, πρέπει να βρω αυτό το κάθαρμα που τα έκανε αυτά, πρέπει να…’’ χτύπησε το τηλέφωνο της στα ξαφνικά και τραντάχτηκε μέχρι επάνω.<br />‘’Μπίσοπ, παρακαλώ.’’<br />‘’Γεια σου Κέλι, τι κάνεις; Πως πηγαίνουν οι έρευνές σου…;’’<br />‘’Ποιος είναι;’’<br />‘’Κάνεις πως δεν με κατάλαβες; Αφού ξέρεις ποιος είμαι.’’<br />‘’Παλιό….’’<br />‘’Σε παρακαλώ, να είσαι κόσμια μαζί μου, τι έγινε ανακάλυψες κάτι για μένα ή μήπως χρειάζεσαι και άλλη βοήθεια; Να σου υπενθυμίσω πως έχεις διορία μέχρι αύριο το βράδυ, αν βρεις κάποιο στοιχείο τότε σίγουρα ένα αγαπημένο σου πρόσωπο θα την γλιτώσει, αν πάλι όχι τότε… θα βρίσκεσαι σε μια ακόμα κηδεία να κλαις πάνω από ένα μνήμα.’’<br />‘’ Έτσι και σε βρω θα μαρτυρήσεις την ώρα και την στιγμή που αποφάσισες να μπλεχτείς μαζί μου, μόνο να σε βρω…’’<br />‘’Σου υπενθυμίζω, μια μέρα, σε αφήνω τώρα να συνεχίσεις το ραντεβουδάκι σου με τον συνοδό σου, που απ’ ότι βλέπω είναι και όμορφος, αλλά πριν έκλαιγες, σε πείραξε, μήπως να κανονίσω και αυτόν;’’<br />‘’Εγώ λέω να αφήσεις εμένα, τον συνοδό μου και τους ανθρώπους μου στην ησυχία μας, δεν μπορείς απλά να κάτσεις να μιλήσουμε; Θα προσπαθήσω να σε βοηθήσω με οποιονδήποτε τρόπο, μην συνεχίζεις άλλο αυτόν τον παραλογισμό.’’<br />‘’Σε προειδοποιώ ντετέκτιβ, μια μέρα ακόμα’’<br />Της έκλεισε το τηλέφωνο, στράφηκε στον Νικ<br />‘’ Ήταν πάλι αυτός, δεν ξέρω τι να κάνω, Νικ πως θα τον βρούμε;’’<br />‘’Αύριο είναι η κηδεία της Μαίρη, τι ώρα είπαμε;’’<br />‘’Στις δώδεκα και μισή’’<br />‘’Ωραία, θα βρεθούμε το πρωί, θα πάμε να μιλήσουμε με όσους προλάβουμε πριν και θα συνεχίσουμε μετά την κηδεία, πρέπει να μαζέψουμε όσα στοιχεία μπορούμε. Αλήθεια πες μου κάτι, ξέρεις αν γνωρίζονται μεταξύ τους αυτοί οι άνθρωποι που ανέλαβες τις υποθέσεις και κατάφερες να τους κλείσεις μέσα; Σε αυτές τις κλίκες όλοι μαθαίνουν τις δουλειές του άλλου και γνωρίζονται.’’<br />‘’Δεν έχω ψάξει κάτι τέτοιο, αύριο που θα ξεκινήσουμε θα μάθουμε. Πάμε να σε αφήσω στο ξενοδοχείο τώρα.’’<br />‘’Εντάξει, να σε περιμένω κατά τις οχτώ;’’<br />‘’Ναι, είναι καλά αυτή την ώρα.’’<br />Μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν, μόλις έφτασαν στην πόρτα του ξενοδοχείου η Κέλι γύρισε προς τον Νικ και τον φίλησε στο μάγουλο λέγοντάς του<br />‘’Σε ευχαριστώ για όλα, τώρα νιώθω πως μπορώ να μιλήσω στα κορίτσια, είσαι ο άνθρωπός μου.’’<br />Της χαμογέλασε και χωρίς δισταγμό την αγκαλιάζει και της σκάει ένα φιλί στο στόμα. <br />‘’Κάποια στιγμή θα μου το ξεπληρώσεις αυτό, να είσαι σίγουρη, ποτέ δεν ξεχνώ ότι μου χρωστάνε’’ άνοιξε την πόρτα και έφυγε, η καμπαρτίνα που φορούσε είχε κολλήσει στο σώμα του και φαινόταν το πόσο καλοφτιαγμένο ήταν, αναρίγησε στη σκέψη ότι μπορεί κάποια στιγμή να γινόταν δικός της, έστω και για μία ώρα, από την πρώτη στιγμή που τον είδε στο τμήμα ένιωσε ένα δυνατό χτύπο στην καρδιά της και μετά από αυτό το φιλί δεν ήταν σίγουρη αν θα κατάφερνε να κοιμηθεί το βράδυ.<br />Έφτασε σπίτι, πήρε ένα μπουκάλι κρασί και ένα ποτήρι, ξεντύθηκε, έβαλε απαλή μουσική, γέμισε την μπανιέρα με ζεστό νερό και άλατα, βυθίστηκε μέσα επαναφέροντας στο μυαλό της τα γεγονότα της ημέρας, ήξερε ότι αυτή η κατάσταση με τον Νικ θα προχωρούσε αλλά όχι τώρα γιατί θα της αποσπούσε την προσοχή, έπρεπε αν όχι αύριο, μεθαύριο να κανόνιζε συγκέντρωση με τα κορίτσια στο μπαρ για να τα πούνε ένα χεράκι, το νερό άρχισε να κρυώνει έτσι σηκώθηκε έβαλε τις πυτζάμες της και έπεσε να κοιμηθεί, τα όνειρά της ήταν όμορφα μετά από αρκετές μέρες, είδε τον Νικ τόσο όμορφο, τόσο δυναμικό να την περιμένει σε μια παραλία με ορθάνοιχτη την αγκαλιά του και εκείνη να τρέχει κοντά του με όλη της τη δύναμη μήπως και χαθεί από τα μάτια της, έτρεχε να τον προλάβει, να γίνουν ένα, να μην μπορεί να τους χωρίσει κανένας, να τους αφήσουν να ζήσουν το όνειρό τους.thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com10tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-26168571356496592762009-01-06T17:24:00.003+02:002009-01-20T12:01:17.312+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ξύπνησε απότομα από το χτύπημα του τηλεφώνου, ήταν χαμένη σε μια λήθη που μέχρι να βρει τον δρόμο για το φως πέρασε αρκετή ώρα, το τηλέφωνο βρισκόταν στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι, σηκώθηκε , άναψε το πορτατίφ, είδε το ρολόι, ήτανε τέσσερις και μισή, απάντησε νυσταγμένα:<br />‘’Μπίσοπ, λέγεται’’<br />‘’Εδώ ιατροδικαστής Κομπς, σε ξύπνησα;’’<br />‘’Ελπίζω να είναι σοβαρό αλλιώς θα έρθω εκεί και…’’<br />Ο Κομπς γέλασε με τον τρόπο της…<br />‘’Έλα Κέλι, ξέρεις ότι δεν θα μου κάνεις τίποτα, γιατί φέρεσαι έτσι;’’<br />‘’Εντάξει, με κατάλαβες πάλι, πες μου τι συμβαίνει;’’<br />‘’Μόλις τελείωσα με την αντιδήμαρχο, θα έρθεις για το πόρισμα; Βρήκα κάτι σημαντικό’’<br />‘’Μπακ, είσαι τέλειος, έρχομαι’’<br />Σηκώθηκε από το κρεβάτι, σκόνταψε όπως πάντα στην καρέκλα δίπλα στην ντουλάπα, καταράστηκε για άλλη μια φορά τον εαυτό της που όλο ξεχνούσε να της αλλάξει θέση και μπήκε στο μπάνιο για ένα ντουζ, μόλις τελείωσε διάλεξε τα ρούχα της, ένα τζίν, ένα μπλουζάκι και το σακάκι της, αυτό το ντύσιμο το είχε υιοθετήσει από τότε που μπήκε στο Σώμα και δεν το είχε αλλάξει μέχρι τώρα, πήρε τα κλειδιά της από το τραπέζι δίπλα στην πόρτα και έφυγε, το αυτοκίνητο της ένα Volvo του 2000 με τετρακίνηση την περίμενε ανυπόμονο λες και ήξερε που έπρεπε να πάει, σταμάτησε να πάρει ένα καφέ, σκέτο όπως πάντα και διπλό, έφτασε στο παρκινγκ της Υπηρεσίας που δεν υπήρχε σχεδόν κανένα αυτοκίνητο και μπήκε μέσα.<br />‘’Μπακ, ήρθα…’’<br />‘’Καλώς την, δεν ήθελα να σε ξυπνήσω αλλά ξέρω ότι το θέμα σε απασχολεί προσωπικά’’<br />‘’Καλά έκανες, για πες μου τώρα τι έχεις για μένα;’’<br />‘’Λοιπόν, βάση των στοιχείων, η αντιδήμαρχος μαχαιρώθηκε δέκα φορές, συν της άλλης κάτι που δεν το περιμέναμε, υπάρχουν και ίχνη βιασμού, φαίνεται ότι αντιστάθηκε γιατί τα χέρια της είναι γδαρμένα…’’<br />‘’Περίμενε λίγο, ίχνη βιασμού πριν ή μετά τον θάνατο;’’<br />‘’Πριν, η ώρα θανάτου είναι μεταξύ δώδεκα τα μεσάνυχτα και δύο, υπήρξε πάλη, ο δράστης είναι αριστερόχειρας και με μεγάλη μυϊκή δύναμη.’’<br />‘’Μάλιστα, την τελείωσες ή όχι ακόμα;’’<br />‘’Τελείωσα, θα φωνάξω το γραφείο κηδειών, να την πάρει και να την ετοιμάσει.’’<br />‘’Εντάξει, σε ευχαριστώ και πάλι που με ειδοποίησες, αλήθεια τι ώρα πήγε;’’<br />‘’Είναι εφτά και μισή’’<br />‘’Ωραία, φεύγω θα πάω να πάρω τον Τζόουνς και να ξεκινήσουμε το ψάξιμο’’<br />Βγήκε από το νεκροτομείο, πήγε στο αμάξι, έβαλε μπροστά και ξεκίνησε για τον Τζόουνς, σκέφτηκε ότι έπρεπε να τον πάρει τηλέφωνο να τον ειδοποιήσει αλλά το μετάνιωσε, το πολύ – πολύ θα τον περίμενε λίγο.<br />Μπαίνοντας στο ξενοδοχείο, πήγε κατευθείαν στην ρεσεψιόν για να τον ζητήσει.<br />‘’Καλημέρα σας, τον κο. Τζόουνς παρακαλώ’’<br />‘’Καλημέρα σας, ο κος. Τζόουνς παίρνει το πρωινό του στην τραπεζαρία, να τον ειδοποιήσω;’’<br />‘’Όχι ευχαριστώ, θα πάω να τον βρω μόνη μου, πως θα τον βρώ;’’<br />‘’Θα προχωρήσετε στον διάδρομο και μόλις τελειώσει θα στρίψετε αριστερά’’<br />‘’Ευχαριστώ πολύ’’<br />Προχώρησε στον διάδρομο, έστριψε αριστερά όπως της είπε ο υπάλληλος και βρέθηκε μέσα στην τεράστια τραπεζαρία, τον έψαξε για λίγο και τελικά τον είδε να κάθεται σε ένα τραπέζι με γυρισμένη την πλάτη στην πόρτα και να απολαμβάνει τον καφέ του βλέποντας την θέα προς την θάλασσα και διαβάζοντας μια εφημερίδα, τον πλησίασε αλλά πριν του πει κουβέντα της μίλησε αυτός.<br />‘’Καλημέρα Κέλι, δεν σε περίμενα χωρίς να μου τηλεφωνήσεις’’<br />Η Κέλι ξαφνιάστηκε όταν της μίλησε χωρίς καν να την δει<br />‘’Καλημέρα, πως κατάλαβες ότι ήμουν εγώ;’’<br />‘’Τι στο καλό ειδικός πράκτορας θα ήμουν αν δεν καταλάβαινα πότε μπαίνει μια όμορφη γυναίκα μέσα σε έναν χώρο, ειδικά αν αυτήν την γνωρίζω κιόλας, θέλεις να σου πω πως σε κατάλαβα; Λοιπόν, έχεις έναν αέρα που μόνο μια δυναμική γυναίκα σαν εσένα θα μπορούσε να τον έχει και με αυτόν τον αέρα το άρωμα του σώματος σου και της κολόνιας σου φαίνονται στην μύτη ειδικά ενός άντρα σαν… πώς να σου το περιγράψω… σαν βάλσαμο στην ψυχή’’<br />της χαμογέλασε και φωτίστηκε ολόκληρο το πρόσωπό του, η Κέλι γούρλωσε τα μάτια της γιατί ένιωσε λίγο άβολα άλλα μετά πήρε όλο της το θάρρος και τον ρώτησε<br />‘’Μήπως με φλερτάρεις λίγο κύριε Νικ…;’’<br />‘’Θα ήταν παράξενο αν δεν το καταλάβαινες, απορώ πως οι συνάδελφοι σου καταφέρνουν και δουλεύουν μαζί σου.’’<br />‘’Υπερβολές, είμαι μια κανονική γυναίκα και κανένας μου συνάδελφος δεν μου έχει δείξει ερωτικό ενδιαφέρον μέχρι τώρα’’ του χαμογέλασε<br />‘’Ωραία μου κυρία έχετε φάει πρωινό;’’<br />‘’Όχι και πραγματικά πεθαίνω της πείνας, έχω να σου πω και τα νέα του ιατροδικαστή για την αντιδήμαρχο, αλλά περίμενε πρώτα να παραγγείλω’’<br /> <br />Φώναξε τον σερβιτόρο και παρήγγειλε αυγά με μπέικον, τοστ, πορτοκαλάδα και φυσικά καφέ<br />‘’Βλέπω ότι τιμάς το πρωινό πάρα πολύ, για πες μου τώρα πως και έμαθες τα αποτελέσματα τόσο νωρίς;’’<br />‘’Αν έχεις τα μέσα όλα τα κάνεις’’ του χαμογέλασε ‘’ με πήρε ο Κομπς στις τέσσερις και μισή το πρωί και με ξύπνησε για τα καλά, τα νέα δεν είναι και τόσο καλά, την μαχαίρωσε δέκα φορές και…’’ την διέκοψε ο σερβιτόρος, άφησε το φαγητό και έφυγε.<br />‘’Και…’’ την παρότρυνε ο Νικ<br />‘’Είναι κάτι που δεν θέλω να το σκέφτομαι, αλλά…, εντάξει, υπάρχουν ίχνη βιασμού πάνω της’’<br />‘’Σοβαρά μιλάς; Λυπάμαι πολύ, βρήκε κάτι άλλο;’’<br />‘’Μόνο ίχνη πάλης, δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια.’’<br />‘’Εμείς από πού θα ξεκινήσουμε;’’<br />‘’Θα πάμε να μιλήσουμε στον άντρα της, να μας πει αν είχε προσέξει καμιά ύποπτη κίνηση τώρα τελευταία και μετά κατευθείαν στο γραφείο μου για να ψάξουμε από τους φακέλους μου ποιος μπορεί να είναι ο δράστης.’’<br />Σηκώθηκαν από το τραπέζι και ξεκίνησαν για το αμάξι, πρώτος σταθμός το γραφείο του συζύγου της αντιδημάρχου.<br />Μπήκαν μέσα στην πολυεθνική εταιρία, ο Μαρκ Στιούαρτ ήταν ασφαλιστής γύρω στα σαράντα, κοντός και εύσωμος, τον ζήτησαν στην γραμματεία και τους είπαν να περάσουν.<br />‘’Καλημέρα Μαρκ, τι γίνεσαι, τα συλλυπητήρια μας, πότε είναι η κηδεία;<br />‘’Ευχαριστώ πολύ Κέλι, είναι αύριο το μεσημέρι, τα καταφέρνω, ο κύριος;’’<br />‘’Ειδικός πράκτορας Τζόουνς, χάρηκα για την γνωριμία και λυπάμαι πολύ για την απώλειά σας.’’<br />Ο Μαρκ του χαμογέλασε κάπως κουρασμένα<br />‘’Λοιπόν Μαρκ θέλω να μου αναφέρεις οποιαδήποτε παράξενη κίνηση πρόσεξες τώρα τελευταία στην Μαίρη ή στη ζωή σας γενικότερα.’’<br />‘’Δεν έχω να σου πω και πολλά πράγματα, ξέρεις ότι είμαστε παντρεμένοι πολλά χρόνια αλλά βρισκόμασταν μόνο τα βράδια λόγω της δουλειάς, δεν πρόσεξα κάτι παράξενο, αν και τώρα τελευταία φαινόταν κάπως φοβισμένη’’<br />‘’Δεν την ρώτησες γιατί και αν δεν μπορούσε να μιλήσει σε σένα γιατί δεν ήρθε σε μένα μήπως έβρισκα εγώ κάτι;’’<br /> ‘’Δεν ξέρω καλή μου, σου είπα δεν έχω κάτι να σου πω εκτός από αυτό.’’<br />‘’Εντάξει, αν θυμηθείς κάτι πάρε με τηλέφωνο, θα μας συγχωρήσεις τώρα πρέπει να φύγουμε’’<br />΄΄Γεια σας και Τζόουνς μακάρι να γνωριζόμασταν κάτω από άλλες συνθήκες, θα χαιρόμουνα πολύ να σε γνωρίσω καλύτερα’’<br />‘’Θα γίνει κάποια στιγμή και αυτό όμως μόλις βρούμε τον δολοφόνο της Μαίρης.’’<br />Βγήκαν από την εταιρία, μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν για το γραφείο της Κέλι, καθώς οδηγούσε τον ρώτησε…<br />‘’Νικ, έχεις χάσει ποτέ συνάδελφο;’’<br />‘’Όχι για καλή μου τύχη’’<br />‘’Μετά το γραφείο θα ήθελες να πάμε για φαγητό ή ποτό; Μου χρειάζεται να μιλήσω σε κάποιον’’<br />‘’Πες πως έγινε’’<br />‘’Σε ευχαριστώ’’<br />Έφτασαν στο Τμήμα και πήγαν κατευθείαν στο γραφείο, παρήγγειλαν καφέ και ξεκίνησαν να ψάχνουν τους φακέλους, η Κέλι είχε πει σε έναν υφιστάμενο της να ψάξει να βρει τις υποθέσεις που δούλεψε και να τις χωρίσει ανά κατηγορία, φόνοι, ληστείες, βόμβες κτλπ.<br />‘’Έχω δέκα πέντε βομβιστικές υποθέσεις από πού να αρχίσουμε;’’<br />‘’Από την πιο παλιά και θα συνεχίσουμε στην πιο πρόσφατη’’<br />‘’Λοιπόν ξεκινάμε, υπόθεση Μάρλεϋ, απορρίπτεται γιατί είναι ακόμα μέσα στην φυλακή, υπόθεση Ντιουκ το ίδιο, υπόθεση Μάντισον και Μπίτι και αυτές γιατί είναι νεκροί και οι δύο’’<br />‘’Αυτός εδώ, για ρίξε μια ματιά, Μόρισον λέγεται, λέει ότι αποφυλακίστηκε μετά από πέντε χρόνια με περιοριστικούς όρους.’’<br />‘’Ναι, τον θυμάμαι, βάλε τον φάκελο στην άκρη, συνεχίζουμε, Τζέϊκομπ, Γκρέι, Τσίλτον, Μάτλοκ και Μπερνς και αυτοί είναι ακόμα φυλακή, άρα δεν ανησυχούμε για αυτούς, Άντισον, Μπερκ, Μόρις…’’<br />‘’Έχω έναν ΜακΆνταμς, ο οποίος είναι έξω.’’<br />‘’Ωραία και ο τελευταίος μας, ο Μπλέϊκ, δηλαδή έχουμε έξι υποθέσεις που πρέπει να ερευνήσουμε’’<br />‘’Στα χέρια μου έχω τον Μόρισον, μετά την αποφυλάκιση του, πριν τρία χρόνια τον έπιασαν πάλι για μια ληστεία αλλά έμεινε μέσα για πέντε μήνες και την γλύτωσε πάλι’’<br />‘’Άντισον, μόνο δύο κλήσεις τροχαίας, τίποτα άλλο, Μπερκ, δουλεύει σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων, δεν υπάρχει κάτι.’’<br />‘’Μόρις, να κάτι που δεν ξέρεις, πέθανε πριν δύο μήνες από καρδιά’’<br />‘’Αυτό δεν το θυμόμουνα, άρα έχουμε πέντε, ΜακΆνταμς, καθαρός και Μπλέϊκ, μόλις βγήκε από την φυλακή.’’<br />Κάθησαν αρκετές ώρες ακόμα συζητώντας, δεν κατάλαβαν πότε πήγε εφτά η ώρα το απόγευμα, αποφάσισαν να τα παρατήσουν και να πάνε για φαγητό.<br /><a href="http://www.sync.gr/claim/OPmauWMDg64Q" rel="sync"></a>thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com7tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-18663532521799038522008-12-18T11:28:00.005+02:002009-01-20T12:00:58.978+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Πηγαίνοντας στο σπίτι της αντιδημάρχου για να πάρουν στοιχεία έκαναν μία συζήτηση γύρω από τις ζωές τους, η Κέλι έμαθε για τον Νικ ότι ήταν χήρος, η γυναίκα του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα εδώ και δύο χρόνια και από τότε τον απορρόφησε η δουλειά του, είχε σπουδάσει στο Χάρβαρντ ψυχολογία και είχε αποφοιτήσει από την αστυνομική σχολή της Καλιφόρνια, ήταν 37 χρόνων και προσπαθούσε να κρατήσει τη φήμη που υπήρχε γύρω από το όνομα του με κάθε θυσία, ο Νικ πάλι έμαθε για την Κέλι ότι ήταν 30 χρόνων, καταγόταν από οικογένεια αστυνομικών και ακολούθησε με την σειρά της και αυτή τη συνταγή, τέλειωσε και αυτή την αστυνομική σχολή της Καλιφόρνια, ήταν ανύπαντρη και ήθελε να φτάσει ψηλά στην ιεραρχία και για αυτόν το λόγο δεν είχε παντρευτεί ακόμα.<br />Καθώς έφτασαν στο σπίτι της αντιδημάρχου είδαν έξω όλο τον χώρο γεμάτο από δημοσιογράφους και διάφορους περίεργους που έψαχναν πληροφορίες, βγήκαν από το αυτοκίνητο και προχώρησαν προς την πόρτα, λίγα βήματα τους χώριζαν από τα σκαλιά και κατευθείαν ήρθαν τα αρπακτικά να τους κατασπαράξουν.<br />‘’Ντετέκτιβ Μπίσοπ, Γκρίν από Daily, θα μας πείτε κάποιες πληροφορίες για την υπόθεση;’’<br />‘’Σας παρακαλώ’’ απάντησε η Κέλι ‘’ακόμα δεν ξέρουμε πολλά πράγματα, μόλις μάθουμε θα γίνει συνέντευξη τύπου από τον αρχηγό της αστυνομίας και θα μάθετε τα πάντα.’’<br />‘’Τουλάχιστον πείτε μας πως την δολοφόνησαν, ήτανε μόνη στο σπίτι;’’<br />‘’Ναι, ήτανε μόνη, μόνο αυτό μπορώ να σας πω και τώρα με συγχωρείτε, όπως κάνετε εσείς τη δουλειά σας έτσι πρέπει να την κάνω και εγώ.’’<br />Με αυτά τα λόγια έπιασε τον Νικ και χάθηκαν μέσα στο σπίτι.<br />Επικρατούσε χάος μέσα λόγω του ότι η σήμανση ερευνούσε ακόμα τον χώρο, τους είδε ο Μπέρνι και τους φώναξε…<br />‘’Μπίσοπ, ελάτε από εδώ θέλω να δείτε κάτι.’’<br />‘’Γεια σου Μπέρνι, από εδώ ο κύριος Τζόουνς, ειδικός πράκτορας του FBI, Τζόουνς από εδώ ο Μπέρνι της σήμανσης.’’<br />‘’Χάρηκα Τζόουνς, αν μου επιτρέπεις να σου μιλάω έτσι !’’ του χαμογέλασε ‘’Κέλι βρήκαμε ένα μήνυμα γραμμένο με το κραγιόν της αντιδημάρχου και νομίζω ότι απευθύνεται σε εσένα.’’<br />‘’Σε μένα; Που είναι πρέπει να το δω.’’<br />‘’Στο μπάνιο, έλα γρήγορα.’’<br />Πήγαν στο μπάνιο και στον καθρέφτη ήταν γραμμένο ένα μήνυμα που έκοψε την ανάσα της Κέλι μόλις το είδε…<br />‘’ΠΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΩΡΑΙΟΤΑΤΗ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ ΣΑΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΩ ΝΑ ΚΥΝΗΓΑΩ ΑΥΤΗΝ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΝ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΑΝ ΔΕΝ ΑΠΟΔΩΣΕΙ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΠΟΥ ΜΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΙ ΠΟΥ ΜΟΥ ΤΗΝ ΣΤΕΡΗΣΑΝ ΠΡΙΝ ΚΑΠΟΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΥΤΗ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΗΣ’’<br />‘’Ω, Θεέ μου! ‘’ αναφώνησε η Κέλι ‘’από αυτόν είναι τα ανώνυμα γράμματα και τηλεφωνήματα, αλλά ποιος είναι, με τον Έρικ είχαμε τόσες υποθέσεις και δεν ξέρω από πού πρέπει να αρχίσω.’’<br />‘’Μην στεναχωριέσαι ντετέκτιβ’’ της είπε ο Νικ ‘’ θα τα βάλουμε όλα σε σειρά, θα σε βοηθήσω εγώ, θα ψάξουμε όλες τις υποθέσεις σου και θα δούμε ποιοι αποφυλακίστηκαν και πότε, θέλεις να μου πεις τι σχέση είχες με την αντιδήμαρχο;’’<br />‘’Η σχέση μας ήτανε φιλική από τον καιρό που ήμασταν στην σχολή, πριν γίνει αντιδήμαρχος ασχολήθηκε και αυτή με τις έρευνες αλλά όχι επαγγελματικά γιατί πάντα είχε μανία με την πολιτική.’’<br />Καθώς μιλούσαν χτύπησε το τηλέφωνο, το σήκωσε ο Μπέρνι…<br />‘’Οικεία Κάλντγουελ, λέγεται παρακαλώ.’’<br />‘’Καλησπέρα σας, θα ήθελα να μιλήσω με την ντετέκτιβ Μπίσοπ παρακαλώ.’’<br />‘’Ποιος τη ζητάει και πως ξέρετε ότι βρίσκεται εδώ; ‘’<br />‘’Είμαι αυτός που προκαλεί όλη αυτή την κατάσταση, δώσε μου την τώρα στο τηλέφωνο και να ξέρεις κάτι, εγώ πάντα ξέρω που βρίσκεται και τις περισσότερες φορές τι κάνει η ντετέκτιβ, φώναξέ την…’’<br />Η Κέλι ήρθε στο τηλέφωνο και άρπαξε το ακουστικό<br />‘’Μπίσοπ εδώ, λέγε ποιος είσαι και τι θέλεις;’’<br />‘’Θέλω να σε κάνω να νιώσεις όπως ένιωσα εγώ όταν με έκλεισες πίσω από τα σίδερα, είμαι ο εφιάλτης που βλέπεις τις νύχτες και φαντάζομαι ότι μετά τον θάνατο του Έρικ θα βλέπεις περισσότερους.’’ γέλασε σαρκαστικά.<br />‘’Λέγε τι θέλεις από εμένα.’’<br />‘’Θέλω να ψάξεις όλες τις υποθέσεις σου και να με βρεις εσύ ώστε να σου κάνω μία πολλή όμορφη έκπληξη;’’<br />‘’Αφού θέλεις να σε βρω γιατί δεν μου δίνεις ένα στοιχείο;’’<br />‘’Θέλεις να παίξεις μαζί μου ντετέκτιβ;’’<br />‘’ Άσε τις σαχλαμάρες και πες μου τι θέλεις, γιατί αν σε βρω δεν θα προλάβεις ούτε το μικρό σου δαχτυλάκι να κουνήσεις.’’<br />‘’Εντάξει, μην μου αγχώνεσαι θα σου πω κάτι, η υπόθεσή μου είχε σχέση με μία βόμβα, όπως σκοτώθηκε ο Έρικ, σωστά;’’<br />‘’Κάθαρμα…’’<br />‘’Ε, όχι! Δεν θα μου φωνάζεις εμένα, ξεκίνα τώρα τις έρευνες γιατί δεν μπορώ να περιμένω πολύ. Α! Και κάτι άλλο, αν σε δύο μέρες δεν έχεις βρει κάποιο στοιχείο, τότε να είσαι σίγουρη ότι θα έχεις και άλλο θύμα.’’ της έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα και μόλις γύρισε είδε τον Νικ να την κοιτάει ανήσυχος και την ρώτησε.<br />‘’Θα σου πω μετά, βρήκατε κάτι άλλο ή πρέπει να πάμε κατευθείαν στον ιατροδικαστή;’’<br />‘’Βρήκαμε το όπλο του φόνου και τα ρούχα του δράστη, φαίνεται ότι μόλις τελείωσε άλλαξε και μετά έφυγε…’’<br />‘’Πηγαίνετέ τα για εξέταση και μέχρι αύριο το πρωί στις οχτώ να είναι στο γραφείο μου, δεν με νοιάζει τι θα κάνουν, να κόψουν τον λαιμό τους, συνεννοηθήκαμε Μπέρνι;’’<br />‘’Μάλιστα, φεύγω αμέσως, δεν υπάρχει κάτι άλλο εδώ πέρα, θα φωνάξω να έρθει το συνεργείο καθαρισμού αύριο κιόλας.’’<br />‘’Τζόουνς, φεύγουμε, θα σε πετάξω στο ξενοδοχείο σου, μετά πρέπει να πάω να δω την Τζέμα και να γυρίσω στο σπίτι, το πρωί θα έρθω κατά τις οχτώ.’’<br />‘’Εντάξει δεν σου φέρνω αντίρρηση, αλλά είσαι σίγουρη ότι δεν θέλεις να μιλήσεις για το τηλεφώνημα που είχες;’’<br />‘’Αυτή τη στιγμή δεν έχω καθαρό μυαλό, είμαστε τόση ώρα εδώ πέρα και βρήκαμε πολλά στοιχεία.’’ φεύγοντας οι δημοσιογράφοι ήταν ακόμη στην πόρτα, η Κέλι κοίταξε τον Γκρίν και μόνο με το βλέμμα της αυτός μαζεύτηκε, άφησε τον Νικ στο ξενοδοχείο και πήγε στην Τζέμα, χτύπησε το κουδούνι, άνοιξε η Τζέμα, την φίλησε και μπήκε μέσα.<br />‘’Τι κάνεις κορίτσι μου, πως αισθάνεσαι;’’<br />‘’Κέλι, δεν είμαι καλά, μου λείπει πολύ, πως θα ζήσω χωρίς αυτόν, τι θα κάνω τώρα;’’<br />‘’Να μην φοβάσαι και θα τα καταφέρεις όλα, κοιμήθηκες καθόλου;’’<br />‘’Ναι, μετά την κηδεία και αφού έφυγαν όλοι κράτησε η μαμά μου τα παιδιά και κατάφερα να κοιμηθώ για λίγο, αλλά έβλεπα συνέχεια εφιάλτες.’’<br />‘’Σου υποσχέθηκα ότι θα τον βρω και θα τον κάνω να μαρτυρήσει την στιγμή και την ώρα που γεννήθηκε, αν τον πιάσω δεν θα μείνει ούτε κοκαλάκι.’’ η Τζέμα άρχισε να γελάει.<br />‘’Και εσύ όμως δεν είσαι καλά, τι έγινε;’’<br />‘’Τίποτα, άσε με εμένα, κακό σκυλί ψόφο δεν έχει, θα σου τα πω άλλη φορά.’’<br />Με το που τελείωσε τα λόγια της κατέβηκαν τα παιδιά, ο Τζό ήταν έντεκα και η Βίλμα δέκα, έτρεξαν και την αγκάλιασαν, έπαιξε μαζί τους για λίγο και μετά αποφάσισε να σηκωθεί και να φύγει.<br />‘’Λοιπόν αγγελούδια μου η θεία Κέλι θα φύγει τώρα και θα έρθει να ξαναπαίξουμε σύντομα, εντάξει;’’<br />Και τα δύο απάντησαν με μια φωνή ‘’ εντάξει θεία, θα σε περιμένουμε.’’<br />Γύρισε στο σπίτι, άνοιξε την πόρτα πέταξε τα παπούτσια της στο πάτωμα και πήγε στο ψυγείο έβγαλε ένα κουτάκι με Κινέζικο το έβαλε στο φούρνο μικροκυμάτων και περίμενε να ετοιμαστεί, μόλις έφαγε κάθισε στην πολυθρόνα και βλέποντας τηλεόραση αποκοιμήθηκε, είδε στο όνειρό της τον Έρικ, ξαναέζησε καρέ-καρέ τις τελευταίες τους στιγμές, θυμήθηκε που τελείωσαν από το τμήμα προχθές το βράδυ, που την χαιρέτησε με το συνηθισμένο του φιλί για καληνύχτα και που μέσα σε δευτερόλεπτα τον έχασε για πάντα, με το που έβαλε το κλειδί στην μίζα ακούστηκε ένα ΜΠΑΜ και όλα έγιναν συντρίμμια μπροστά στα μάτια της…thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com10tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-78938290252120063902008-12-16T13:39:00.017+02:002009-01-20T11:58:25.769+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ξύπνησε κατά τις οχτώ η ώρα, σηκώθηκε και πήγε κατευθείαν στο μπάνιο για ένα ντουζ, έπρεπε να πιει έναν καφέ στα γρήγορα και να πάει στο τμήμα, έβαλε το μαύρο ταγεράκι της, πήρε το όπλο και το σήμα της και ξεκίνησε.<br />Κατεβαίνοντας είδε για πολλοστή φορά τον κύριο Ραούλ να της έχει κλήσει την θέση του πάρκινγκ, άρχισε να χτυπάει το θυροτηλέφωνο για να τον πείσει να μην αφήνει το αυτοκίνητό του μπροστά στο δικό της.<br />Πηγαίνοντας στο τμήμα σταμάτησε στο ταχυδρομείο για να πάρει τα γραμματά της, είδε ένα ανώνυμο γράμμα μέσα σε λογαριασμούς και διαφημιστικά, το άνοιξε και είδε το γραφικό χαρακτήρα του αδερφού της...<br />''Αυτός ο άνθρωπος θέλει να με πεθάνει...'' μονολόγησε ''μου στέλνει ανώνυμο γράμμα ενώ ξέρει την κατάσταση που βρίσκομαι αυτή τη στιγμή, θα τον σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια, με απειλεί κάποιος ο οποίος δεν ξέρω ποιος είναι και έχω και αυτόν να με δουλεύει από πάνω.''<br />Χτύπησε το τηλέφωνό της ''Ντετέκτιβ Μπίσοπ, λέγεται''<br />'' Άρνι εδώ, που βρίσκεσαι;''<br />''Κατεβένω τώρα στο τμήμα, έγινε τίποτα;''<br />'' Ένας ακόμη φόνος...''<br />''Αναγνωρίστηκε το θύμα;''<br />''Ναι, είναι η αντιδήμαρχος, μετά την κηδεία πρέπει όλοι να βρεθούμε για σύσκεψη, μέχρι εκείνη την ώρα θα έχει βγει και το πόρισμα του ιατροδικαστή.''<br />'' Εντάξει έρχομαι αμέσως''<br />Έβαλε το αυτοκίνητο μπροστά, δεν έβλεπε μπροστά της τίποτα, ούτε φανάρια, ούτε ανθρώπους, τίποτα, ένα ακόμα θύμα την περίμενε και αυτό το θύμα ήταν καλή της φίλη...<br />Πάρκαρε το αμάξι και ανέβηκε τα σκαλιά για να πάει στο γραφείο της, μπαίνοντας είδε τον Άρνι να την περιμένει στη πόρτα του γραφείου της...<br />''Επιτέλους ήρθες''<br />''Λέγε, έχουμε τίποτα στοιχεία, δαχτυλικά αποτιπόματα, κάτι τέλος πάντων;''<br />'' Όχι ακόμα, αλλά σύντομα, σε κανα δύο ώρες θα έχουμε τα αποτελέσματα''<br />'' 'Εχεις κάτι άλλο για μένα; Πρέπει να φύγω να πάω στο σπίτι του Έρικ''<br />''Προς το παρόν δεν σε χρειάζομαι κάτι άλλο, τα λέμε στην κηδεία''<br />''Οκ, φεύγω θα τα πούμε''<br />Έξω από το σπίτι του Έρικ βρήκε την Πάϊπερ, την κολλητή της φίλη.<br />''Τι έγινε μπήκες μέσα ή όχι ακόμη;'' ρώτησε η Κέλι<br />''Μόλις ήρθα και εγώ, τώρα έμπαινα μέσα, πως αισθάνεσαι;''<br />''Υπήρξα και καλύτερα, πάμε τώρα μέσα να δούμε τι κάνει η Τζέμα''<br />Μπήκαν μέσα και βρέθηκαν σε ένα χάος ανθρώπων που άλλους τους ήξεραν και άλλους όχι.<br />''Τζέμα, πως είσαι γλυκιά μου, τα παιδιά;''<br />''Είναι καλά, ακόμα δεν το έχουν καταλάβει ότι δεν θα ξαναδουν τον μπαμπά τους, εγώ πάλι προσπαθώ να συνέλθω, είμαστε έτοιμοι να φύγουμε για την κηδεία, ελάτε''<br />''Σε ακολουθούμε''<br />Στο νεκροταφείο υπήρχε κοσμοσυροή, δεν έπεφτε φύλλο, ο Έρικ ήταν αγαπητός σε πολύ κόσμο, βρέθηκαν με τους γονείς του και προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να τους ηρεμήσουν, μόλις τελείωσε η κηδεία η Κέλι ανέβηκε στο βάθρο για να πει τον επικήδειο λόγο...<br />''Φίλοι μου, μαζευτήκαμε σήμερα για να αποχαιρετήσουμε τον αγαπημένο φίλο και συγγενή μας Έρικ, ο οποίος ήτανε μια ζωή πρόθυμος σε ότι και αν του ζητούσες, μπορούσε να σκότώσει άνθρωπο για τους δικούς του, ήταν καλός συνεργάτης, καλός σύζηγος και πατέρας, σας υπόσχομαι στη μνήμη του ότι θα βρω το υπεύθυνο για τον θανατό του και θα τον κλείσω μέσα στη φυλακή όποιος και αν είναι αυτός...''<br />Την χειροκρότησαν όλοι για τον λόγο της, έδωσαν συλληπητήρια και άρχισαν να φεύγουν,<br />η Κέλι χαιρέτησε την Τζέμα της είπε ότι είχε σύσκεψη γιατί είχε γίνει και άλλος φόνος και έφυγε, της υποσχέθηκε ότι αν όχι σήμερα αύριο θα πήγαινε να την δει.<br />Μπαίνοντας στην σύσκεψη είδε το αφεντικό της τον κύριο Μπράουν, τους συνεργάτες της και έναν άγνωστο άντρα...<br />''Καλησπέρα σε όλους''<br />''Γεια σου Μπίσοπ, από εδώ ο ειδικός πράκτορας του FBI Νικ Τζόουνς, κύριε Τζόουνς από εδώ η ντετέκτιβ Κέλι Μπίσοπ''<br />''Χάρηκα πολύ ντετέκτιβ Μπίσοπ, έχω ακούσει πολλά για εσάς''<br />''Και εγώ χάρηκα πολύ, αν και θα πω ψέματα ότι έχω ακούσει για εσάς''<br />''Λοιπόν, ας τα αφήσουμε αυτά θα έχετε χρόνο να γνωριστείτε αργότερα, πάμε στην υπόθεσή μας τώρα, Μπίσοπ και Τζόουνς θα αναλάβετε την υπόθεση μαζί, το ότι δολοφόνησαν τον συνεργάτη μας και την αντιδήμαρχο είναι μεγάλο θέμα, θα πάτε στο σπίτι της αντιδημάρχου να πάρετε στοιχεία και μετά βλέπουμε, για το θέμα του Έρικ μόλις τελειώσετε από το σπίτι θα βρεθείτε με τον ιατροδικαστή για παραπάνω πληροφορίες, συνεννοηθήκαμε;''<br />''Μάλιστα κύριε, Τζόουνς φεύγουμε;''<br />''Βεβαίως, σε ακολουθώ''<br />''Περιμένετε λιγάκι, Μπίσοπ πες στην Μίκα να σου δώσει κάτι στοιχεία που έχει, εσείς φύγετε εμείς εδώ θα συνεχίσουμε τη σύσκεψη για να δούμε τι θα κάνουμε με την αναφορά.''<br />Έφυγαν από το τμήμα για το σπίτι της αντιδημάρχου χωρίς να γνωρίζουν ακόμα τι τους επιφύλασσε το μέλλον...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com7tag:blogger.com,1999:blog-3169805079031671597.post-62006250223221187982008-12-16T10:19:00.009+02:002009-01-20T11:57:32.248+02:00ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Η Κέλι καθότανε στην αγαπημένη της πολυθρόνα διαβάζοντας το αγαπημένο της βιβλίο, έπρεπε με κάθε τρόπο να ξεχάσει την άσχημη μέρα που πέρασε, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι είχαν σκοτώσει τον συνάδελφό της, αύριο ήταν η κηδεία του και έπρεπε να είναι δυνατή.<br /><br /><br />Σαν ντετέκτιβ που ήταν έπρεπε να συναρμολογήσει το παζλ της δολοφονίας του Έρικ και των άλλων δύο ανθρώπων, όμως πρώτα ήθελε να καθαρίσει το μυαλό της.<br /><br /><br />Στη ησυχία του δωματίου ξαφνικά άκουσε το κουδούνι να χτυπάει...:<br /><br /><br />''Ποιος να είναι δώδεκα η ώρα το βράδυ;...''<br /><br /><br />''Κέλι, η Τζιλ είμαι, ανοιξέ μου''<br /><br /><br />''Τώρα έρχομαι''<br /><br /><br />''Μόλις γύρισα σπίτι και το έμαθα, πως είσαι, χτύπησες;''<br /><br /><br />'' Όχι, εγώ καθόλου, αλλά ο Έρικ...''<br /><br /><br />'' Άκουσα ότι τον πήγαν στο νοσοκομείο βαριά τραυματισμένο, είναι καλά;''<br /><br /><br />''Δυστυχώς, τον χάσαμε μέσα στο χειρουργείο''<br /><br /><br />'' Αχ! Λυπάμαι πολύ την Τζέμα και τα παιδιά, τι θα κάνουν τώρα, τα παιδιά το έμαθαν;''<br /><br /><br />''Δεν γινόταν διαφορετικά, τώρα όλοι είναι στο σπίτι, εγώ έφυγα πρίν από λίγο''<br /><br />''Εσύ νιώθεις καλά;''<br /><br />''Τζιλ, σε παρακαλώ, αν θέλεις κάτσε μαζί μου να μου κάνεις παρέα, αλλά δεν είμαι ακόμα έτοιμη να μιλήσω για αυτο, ίσως αύριο''<br /><br />''Εντάξει, όπως θέλεις εσύ, λοιπόν τι θα κάνουμε για να περάσει το βράδυ;''<br />Ήξερε ότι όταν έλεγε η Κέλι πως δεν θέλει να μιλήσει έπρεπε να το βουλώσει, αυτό γινότανε από τότε που ήταν μωρα-παιδιά, μόλις την έβλεπε μέσα στα νεύρα ή όταν έδειχνε ότι ήταν χαμένη στιν κόσμο της έμενε αμίλητη και περίμενε πότε θα σκάσει η βόμβα, είτε θα έπερνε μία ώρα είτε ένα μήνα...<br />Κάθισαν μπροστά στην τηλεόραση και έβλεπαν ένα τηλεπαιχνίδι με ερωτήσεις.<br /><br />''Να σου κάνω μία ερώτηση;'' είπε η Τζιλ<br /><br />''Λέγε...''<br /><br />'' Αν λέω αν μου έκανε πρόταση ο Ρότζερ θα γινόσουν κουμπάρα μας;''<br /><br />''Γιατί σου έκανε πρόταση;''<br /><br />'' Όχι, όχι ακόμα, αλλά το Σάββατο έχει κλείσει τραπέζι στου Ceasar's και ... φαντάζομαι...''<br /><br />'' Εντάξει, αν σου κάνει πρόταση ναι, αλλά περίμενε μέχρι το Σάββατο και μετά πες το μου γιατί είσαι και λίγο φαντασμένη''<br /><br />''Αντε στο καλό ρε, με κοροϊδεύεις και από πάνω, λέω να φύγω πήγε τρείς και πρέπει να κοιμηθούμε και λίγο, τι ώρα είναι η κηδεία αυρίο το πρωί;''<br /><br />''Στις εντεκάμιση, αλλά εγώ θα πάω κάτα τις εννιά στο τμήμα και μετά στο σπίτι του Έρικ, άρα θα τα πούμε στο νεκροταφείο.''<br /><br />'' Εντάξει ζουζούνα μου, θα τα πούμε το πρωί, σε φιλώ γλυκά, καληνύχτα ή μάλλον καλημέρα.''<br /><br />Η Κέλι έμεινε πάλι μόνη της να χαζεύει τον δρόμο και οι σκέψεις της ταξίδευαν στον Έρικ, πως τον γνώρισε και πως τον έχασε έτσι ξαφνικά, τον καλύτερο της φίλο, τον αδερφό της...<br />με αυτές τις σκέψεις ήρθε και την πήρε ο Μορφέας και την βύθισε σε έναν κόσμο ονείρων που δεν θα είχαν εύκολο γυρισμό...thomaihttp://www.blogger.com/profile/01636224493622009904noreply@blogger.com2